Μία πολύ σημαντική εκδήλωση με αφορμή τη συμπλήρωση των 80 χρόνων ηρωικής εξέγερσης ενάντια στους Βούλγαρους κατακτητές, υλοποιήθηκε στη Δράμα, υπό την αιγίδα της Εταιρείας Διάσωσης Ιστορικών Αρχείων.
«Αποφασίσαμε να αφιερώσουμε τη φετινή εκδήλωση στην αντίσταση των κατοίκων της περιοχής απέναντι στην κατοχή και το φιλοναζιστικό καθεστώς της Βουλγαρίας. Παράλληλα, τιμάμε την μνήμη των Δραμινών ανταρτών και όσων έχασαν τη ζωή τους πολεμώντας κατά της επέκτασης βουλγαρικής κατοχής στη Μακεδονία και Θράκη, στις 10 Ιουλίου 1943, με αποκορύφωμα την αιματηρή μάχη που έδωσε ο αθηναϊκός λαός στις 22 Ιουλίου 1943», τόνισε στον πρόλογο της εκδήλωσης ο πρόεδρος της ΕΔΙΑ, Τριαντάφυλλος Μηταφίδης.
Κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης ο δημοσιογράφος και συγγραφέας, Σπύρος Κουζινόπουλος, παρουσίασε ιστορικά γεγονότα της εξέγερσης της 28ης Σεπτεμβρίου 1941.
«Μια χούφτα πατριώτες ξεσηκώνουν το λαό της Δράμας σε εξέγερση, κατά της φριχτής βουλγαρικής κατοχής. Για ένα 24ωρο περίπου, οι επαναστάτες καταλύουν την εξουσία των κατοχικών δυνάμεων, καταλαμβάνουν αστυνομικούς σταθμούς και κρατικά κτίρια, διώχνουν τους κατακτητές από πολλά χωριά της Δράμας», επισήμανε ο συγγραφέας.
Ο Σπύρος Κουζινόπουλος συμπλήρωσε ότι οι Βούλγαροι κατακτητές κατέβαλαν τεράστια προσπάθεια εκβουλγαρισμού της περιοχής, από τον Στρυμόνα μέχρι τον Έβρο, ενώ απαγόρευσαν τη χρήση της ελληνικής γλώσσας και δολοφόνησαν δασκάλους και ιερωμένους.
Οι συνθήκες διαβίωσης ήταν άθλιες, με τους Βούλγαρους να διαπράττουν βιασμούς, ξυλοδαρμούς και λεηλασίες. Επιβλήθηκε βαριά φορολογία στους Έλληνες και πάνω από 100.000 άνθρωποι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την περιοχή, η οποία λειτουργούσε υπό το καθεστώς βουλγαρικής επαρχίας.
Λάθη και παραλείψεις στο σχεδιασμό της εξέγερσης
Τα οργανωτικά λάθη και οι παραλείψεις στο σχεδιασμό της εξέγερσης οδήγησαν σε τραγικές συνέπειες για τους πληθυσμούς της Δράμας και της ευρύτερης περιοχής. Ο Σπύρος Κουζινόπουλος, με τη βοήθεια του ιστορικού αρχείου, περιέγραψε τις δύσκολες στιγμές που πέρασαν οι κάτοικοι της περιοχής, με την εκδικητικότητα των κατακτητών να σπέρνει τον πόνο και την απόγνωση στους Δραμινούς.
Οι αγριότητες, τα αντίποινα και το λουτρό αίματος δεν γκρεμίζουν το σημαντικό αυτό σημαδιακό γεγονός από το βάθρο που του αξίζει στην Ιστορία, στις καρδιές όλων μας και πρωτίστως στη συνείδηση των Δραμινών», τόνισε.
Οι φρικαλεότητες που ασκούσαν οι Βούλγαροι κατακτητές, δυνάμωσαν το κίνημα αντίστασης στην περιοχή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση του γραμματέα του ΚΚΕ Δράμας, Παντελή Χαμαλίδη, που προχώρησε στη συγκέντρωση και απόκρυψη οπλισμού αμέσως μετά την κατάρρευση των οχυρών.
Οι οδηγίες του Μακεδονικού Γραφείου του ΚΚΕ ζητούσαν διεξαγωγή επιθέσεων κατά Βουλγαρικών εγκαταστάσεων, την ανατίναξη σιδηροδρομικής γέφυρας στη Δράμα, την ανατίναξη του λιμανιού της Καβάλας και την πρόκληση δολιοφθορών σε Σέρρες, Ξάνθη και Έβρο.
Ο Παντελής Χαμαλίδης ερμήνευσε την οδηγία διαφορετικά και για άγνωστους λόγους εκπόνησε μόνος του ένα πλάνο ολοκληρωτικής εξέγερσης, διατάζοντας τις τοπικές οργανώσεις του κόμματος να το υλοποιήσουν. Ένα πλάνο, καταρτισμένο σε δύο μόλις εβδομάδες και με τους αγωνιστές να βρίσκονται κρυμμένοι στην παρανομία, ήταν καταδικασμένο να αποτύχει.
Η ταχύτητα και το στοιχείο του αιφνιδιασμού χάρισε στους επαναστάτες μερικές μικρές επιτυχίες. Τα αντίποινα του κατακτητή ήρθαν με την εκτέλεση τριών χιλιάδων ανθρώπων στην περιοχή της Δράμας, μεταξύ των οποίων γυναίκες και παιδιά. Η μανία των Βουλγάρων αντικατοπτρίζεται στα σκληρά βασανιστήρια, τα χωριά που πυρπολούνται και το απίστευτο κυνηγητό εναντίον κάθε τι ελληνικού.
«Επρόκειτο για μία πρόωρη μεν, πλην όμως γνήσια ηρωική λαϊκή εξέγερση», δήλωσε ο Σπύρος Κουζινόπουλος.
Στην εκδήλωση μίλησαν ακόμα ο καθηγητής ιστορικός Νίκος Γεωργιάδης και ο πρ. σχολικός σύμβουλος Δημήτρης Πασχαλίδης.