Δυστυχώς ενώ η καθημερινότητα επιβεβαιώνει ότι οι κίνδυνοι που διατρέχει η χώρα είναι υπαρκτοί –και μάλιστα επιτείνονται–, το πολιτικό δυναμικό και οι θεσμοί της εξασθενούν και παρακμάζουν. Η εικόνα που δίνουν είναι χειρότερη του παρελθόντος. Και ως προς το πολιτικό εκτόπισμα των δρώντων προσώπων και ως προς την αποτελεσματικότητα της θεσμικής λειτουργίας του κράτους.
Οι κίνδυνοι –και κυρίως ο εξ ανατολών– είναι διαχρονικοί και αναβαθμισμένοι, αλλά τα πρόσωπα που τους διαχειρίζονται λιγότερο υποψιασμένα για τη σοβαρότητά τους.
Μεγάλωσαν σε ένα ειρηνικό περιβάλλον με δυτικό προσανατολισμό και με προεξάρχουσα την οικονομική λογική και νομίζουν πως λίγο οικονομία, λίγο Ευρώπη, λίγο επίκληση του προστάτη, θα καβατζάρουν.
Λάθος. Ενώ στην ελληνική πλευρά παρουσιάζεται αυτή η τρυφηλότητα, στην απέναντι ακτή η ομάδα που κυβερνά είναι σκληρά ιδεοληπτική και αποφασισμένη να αναβιώσει το όραμα μιας νέας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αυτό δεν θέλουν να το πιστέψουν στην παρακμασμένη Αθήνα. Και δεν θέλουν –ή δεν μπορούν– να σοβαρευτούν.
Ιδού πέντε λόγοι για τους οποίους πρέπει να ανησυχούμε – και να σοβαρευτούμε:
Πρώτον, ο τελευταίος αποτυχημένος ανασχηματισμός δείχνει την ανικανότητα του πολιτικού συστήματος. Δείχνει, μάλλον, την ανικανότητα όλου του συστήματος, όχι μόνο του πολιτικού. Και αυτού που δρα στο προσκήνιο και του παρασκηνίου.
Οι προσλήψεις των μηνυμάτων, η επεξεργασία τους και οι αποφάσεις χαρακτηρίζονται από μια παιδικότητα. Και στο παρασκήνιο δεν υπάρχει μια «σοφή» ομάδα της ιθύνουσας τάξης που θα διαδραματίσει το ρόλο του συντονιστή της ορχήστρας όταν αρχίζει να ξεκουρδίζεται.
Το τραγικότερο με τον ανασχηματισμό είναι πως μετά την αφέλεια που επέδειξε ο πρωθυπουργός της χώρας, αποδείχθηκε αφελής και τρυφηλός και ο έτερος πρωταγωνιστής που διετέλεσε μάλιστα Αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων. Αν μια συγχορδία Μητσοτάκη-Τσίπρα μπορεί και ξεγελά τον επίτιμο αρχηγό ΓΕΕΘΑ, ποια εμπιστοσύνη μπορεί να απολαμβάνει σε καιρό πολέμου όπου τα αντανακλαστικά και οι γρήγορες αποφάσεις (που απαγορεύεται να είναι λανθασμένες) απαιτούν ταχύτητα;
Χωρίς να φωτογραφίζω συγκεκριμένα πρόσωπα, αποτελεί ενδημικό στοιχείο της εσωτερικής παθογένειας πως στις θέσεις του Αρχηγού και των άλλων Επιτελών των Ενόπλων Δυνάμεων τοποθετούνται συνήθως άνθρωποι με πολιτική κλίση προς την εκάστοτε κυβέρνηση – και όχι με κριτήριο ικανότητας. Θα μου πείτε, με το ίδιο κριτήριο επελέγησαν και οι ηγεσίες στη Μικρασιατική Εκστρατεία την πολύ κρίσιμη στιγμή για τη χιλιόχρονη παρουσία του ελληνισμού στην περιοχή, στην κομματικοποιημένη Ελλάδα του 2021 δεν θα γίνεται αυτό;
Στη διαπίστωση, λοιπόν, πως δεν μπορούν να κάνουν έναν αξιοπρεπή ανασχηματισμό, το αν θα τα βάλουν με τον Ερντογάν που αξιώνει υπακοή σε ολόκληρη την περιοχή με τη ρήση «ούτε πέτρα δεν θα κινηθεί χωρίς να ερωτηθούμε», μας ανησυχεί ιδιαιτέρως. Ή σοβαρευτείτε ή μονάστε. Να αναλάβουν άλλοι.
Η δεύτερη ανησυχία προέρχεται από την ικανότητα ιδεολογικής λειτουργίας των θεσμών του κράτους ή της κοινωνίας που αναπαράγουν τους όρους ύπαρξής τους.
Κάθε σύστημα έχει τους θεσμούς που το υποστηρίζουν. Απολύτως λογικό. Διαφορετικά δεν θα μπορούσε να υπάρξει.
Μετά από πολλούς κόπους και θυσίες οι Έλληνες δημιούργησαν το σημερινό κράτος. Με πολλά προβλήματα στα οποία στεκόμαστε κριτικά. Το κράτος αυτό σε όλα του, και στην έκτασή του και στην ιδεολογία του, θα ήταν πιο ευρύ αν δεν αποτύγχανε η Επανάσταση που ξεκίνησε από τις παραδουνάβιες περιοχές. Αλλά και το σημερινό κράτος ως πυρήνας μάς παρέχει κάποια ασφάλεια.
Εκείνο που μας ανησυχεί είναι ο μικρός βαθμός δυνατότητας των θεσμών που το υποστηρίζουν να επιτελέσουν τον ρόλο τους.
Τα σχόλια για τον αποτυχημένο ανασχηματισμό στους πλέον εμβληματικούς θεσμούς του κράτους και της κοινωνίας ήταν επιεικώς παιδαριώδη. Μέσα ενημέρωσης και υπουργοί της κυβέρνησης επέδειξαν μια τρομερή ανικανότητα στη διαχείριση της υπόθεσης.
Και αυτό είναι ανησυχητικό. Όχι, μόνο, ανασχηματισμό δεν μπορούν να κάνουν, αλλά και δεν μπορούν στοιχειωδώς να τον δικαιολογήσουν. Δεν έχει την ικανότητα να αναπαράγει τους όρους ύπαρξής του το κράτος;
Για παράδειγμα, σχόλια θεωρούσαν τον τεράστιο αριθμό μελών της κυβέρνησης ως αποτέλεσμα του συγκεντρωτικού κράτους. Εύλογα θα μπορούσε να τους απαντήσει κανείς πως αφού είναι τόσο συγκεντρωτικό και δυσλειτουργικό το κράτος –και επομένως αναχρονιστικό– σε μια εποχή με τεράστιες δυνατότητες εύκολης επικοινωνίας, γιατί δεν το αποκεντρώνετε;
Η αποκέντρωση, απολύτως αναγκαία για να επιβιώσουν τα σύγχρονα κράτη, είναι εκτός σκέψης του αθηναϊκού κατεστημένου, της αθηναϊκής ολιγαρχίας. Είναι όμως αναγκαία για την επιβίωση του ελληνισμού.
Αλλά και η υπόδειξη στον Τσίπρα πως θα μπορούσε να αντιδράσει στην υπουργοποίηση Αποστολάκη χωρίς να τον αποκαλέσει αποστάτη είναι για γέλια. Δεν έχουν καταλάβει ακόμη με ποιον έχουν να κάνουν.
Αυτή η αδυναμία των κρατικών θεσμών για τα στοιχειώδη με κάνει να αναρωτιέμαι αν το κράτος είναι έτοιμο να έρθει σε μια αντιπαράθεση με την Τουρκία προβάλλοντας σκληρή ισχύ. Δεν αναρωτιέμαι για την ικανότητα των ανθρώπων που θα αναλάβουν το έργο στο πεδίο αντιπαράθεσης. Αλλά η ατομική ικανότητα δεν φτάνει. Από την ατομική ικανότητα μέχρι την συλλογική οργάνωση και αποτελεσματικότητα μεσολαβούν οι κρατικοί θεσμοί. Και αυτοί είναι ανησυχητικά αδύναμοι.
Τρίτον, η Ελλάδα ανήκει στην Ευρωπαϊκή Ένωση στην οποία, όπως έχουν πει οι πρωτεργάτες της ένταξής της, μπήκε για γεωπολιτικούς λόγους. Η γερμανική κυριαρχία στην Ένωση είναι απόλυτη σε όλους τους τομείς. Η Γερμανία ως κράτος από τότε που εμφανίστηκε ως ενιαία υπόσταση των πριγκιπάτων το 1871 έχει στρατηγικές σχέσεις με την Τουρκία. Οι σχέσεις αυτές ποτέ δεν διακόπηκαν, και τώρα είναι αναβαθμισμένες.
Η Ευρώπη είναι ανύπαρκτη ως γεωπολιτική υπόσταση, αλλά η Γερμανία, χωρίς να προβάλλει στρατιωτική παρουσία, αν και στο πλαίσιο του ΟΗΕ είναι παρούσα σε αρκετές περιοχές, αναζητά γεωπολιτικό ρόλο με τις οικονομικές παραδοσιακές σχέσεις της με άλλα κράτη. Η Τουρκία είναι μια δύναμη με την οποία «παίζει».
Και αυτό δεν μπορεί να καλυφθεί. Οι κινήσεις του Βερολίνου δεν είναι δεδομένο ότι θα γείρουν υπέρ της Ελλάδας στο πλαίσιο της Ένωσης. Αντιθέτως, μπορεί να ζητήσει περιορισμό των ελληνικών αντιδράσεων προς διευκόλυνση της Τουρκίας. Σε μια εποχή μάλιστα που η Τουρκία θεωρείται ότι μπορεί να διαδραματίσει ευρύτερο ρόλο και να αναδειχθεί σε περιφερειακή δύναμη.
Η επίκληση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή των επαναπροωθήσεων μεταναστών για να αρνηθεί χρηματοδότηση της Ελλάδας πρέπει να εμβάλει σε σκέψεις.
Τέταρτον, η άλλη δύναμη στην οποία αναζητούσε προστασία η Αθήνα –διότι ποτέ δεν μπόρεσε να αναπτύξει ανεξάρτητη υπόσταση– είναι οι ΗΠΑ, οι οποίες επίσης βρίσκονται σε παρακμιακή υποχώρηση. Μπορεί αυτό ακόμη να μην είναι αισθητό και να κυριαρχούν παγκοσμίως στρατιωτικά και οικονομικά, αλλά υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες κατά πόσο μπορεί να συνεχιστεί.
Η υποχώρηση και απαξίωση των ΗΠΑ μειώνει τη δυνατότητά τους να διαδραματίσουν εξισορροπιστικό ρόλο μεταξύ Τουρκίας-Ελλάδας. Αντιθέτως, επιζητούν συνεργασία με την Τουρκία, η οποία δεν πρόκειται να εξυπηρετήσει κανέναν χωρίς ανταλλάγματα.
Για ορισμένους, μάλιστα, Αμερικανούς αναλυτές, η επίκληση της προσοχής που οι ΗΠΑ πρέπει να δώσουν στην Κίνα είναι πρόσχημα για τον απομονωτισμό τους. Η κυρίαρχη αντίληψη στην Ουάσινγκτον, λένε οι αναλυτές αυτοί, είναι η απομόνωση.
Μια υποχώρηση των ΗΠΑ θα δυσχεράνει ακόμη περισσότερο τις ελληνικές επιλογές, αν ληφθεί ακόμη υπόψη πως στις 30 Αυγούστου, ημέρα που η Τουρκία γιορτάζει την νίκη της επί των Ελλήνων στην Μικρά Ασία, η ρωσική πρεσβεία στην Άγκυρα χαιρέτισε τους εορτασμούς υπενθυμίζοντας τη συμβολή του κομμουνιστικού, τότε καθεστώτος στον Κεμάλ με οικονομική, στρατιωτική και πολιτική υποστήριξη.
Πέμπτο και τελευταίο: Πολλοί στην Ελλάδα περιμένουν σωτηρία σε περίπτωση κρίσης με την Τουρκία, από τη Δύση. Το ίδιο συνέβαινε και πριν από την Άλωση.
Το 1204 οι Δυτικοί αντί να σώσουν το Βυζάντιο το κατέλαβαν. Με τις αμαρτίες του και τη διαφθορά του, ναι. Αλλά το κατέλαβαν. Ουσιαστικά από τότε δεν ανέκαμψε το Βυζάντιο.
Το 2009 η Ελλάδα με τη διαφθορά της, ναι, την κακή της πολιτική, ναι, με όλα αυτά ζήτησε τη βοήθεια της Δύσης. Ουσιαστικά η Δύση την κατέλαβε με τα μνημόνια. Αν κάποιος πιστεύει πως η Ελλάδα είναι ανεξάρτητη και κυρίαρχη χώρα πλανάται.
Το τι συνέβη μετά το 1204 είναι γνωστό. 250 χρόνια μετά οι Οθωμανοί κατέλαβαν την Πόλη. Μια Πόλη ήδη έτοιμη να παραδοθεί.
Μήπως είναι προβλέψιμο το τι θα συμβεί στις μέρες μας μετά το 2009, σε πολύ συντομότερο χρόνο γιατί οι τεχνολογίες άλλαξαν;
Μήπως αν δεν αλλάξουμε και αν δεν συνειδητοποιήσουμε τον κίνδυνο δεν αποκλείεται ένα νέο 1453; Με κάποια άλλη μορφή; Ας πούμε της δορυφοροποίησης; Τι είπε ο Ερντογάν: Δεν θα κινείται πέτρα αν δεν ερωτηθούμε.
(ΥΓ: Και στην Αθήνα ασχολούνται με οτιδήποτε δευτερεύον υπάρχει).