Αρχές δεκαετίας του 1980. Πασίγνωστη Ελληνίδα δημοσιογράφος λαμβάνει φάκελο από το εξωτερικό. Το όνομα του αποστολέα «Αλίκη Ηλιάδη», δεν της λέει τίποτα. Αρχικά. Μετά βλέποντας τις φωτογραφίες που ήταν μέσα στο φάκελο κατάλαβε. Ήταν η Αλίκη Βουγιουκλάκη και ο Γιώργος Ηλιάδης.
Πάρτε το μικρό όνομα εκείνης, το επίθετο εκείνου, και ο γρίφος λύθηκε
Κεραυνοβόλος έρωτας
Ήταν μια νύχτα του Νοέμβρη του 1976, όπως γράφει η Κική Σεγδίτσα στο βιβλίο της Σπασμένα Καράβια Αλίκη Βουγιουκλάκη – Γιώργος Ηλιάδης, όταν λαμπερή και γεμάτη αυτοπεποίθηση η Αλίκη Βουγιουκλάκη μαζί με τον μεγαλοεκδότη Νίκο Μομφεράτο έφτασε στο φημισμένο ήδη για την υψηλή του αισθητική ρεστοράν «Σκορπιός» του Γιώργου Ηλιάδη.
Τότε η Αλίκη προσπαθούσε να ορθοποδήσει μετά το διαζύγιο με τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ.
Εκείνη τη βραδιά άφησε το παλτό της να πέσει στο πάτωμα. Ο Ηλιάδης –κοιτώντας την στα μάτια– δεν έκανε καμία κίνηση να το σηκώσει. Η Αλίκη μαζί με τον Μομφεράτο (ο οποίος λίγα χρόνια αργότερα δολοφονήθηκε στη διασταύρωση Βουκουρεστίου και Τσακάλωφ από τη 17 Νοέμβρη, μαζί και ο οδηγός του Παναγιώτης Ρουσέτης) δείπνησαν απολαμβάνοντας τόσο τα εδέσματα του σικ εστιατορίου, όσο και τη πολυτελή του ατμόσφαιρα, αλλά και τα βλέμματα των θαμώνων.
Ο Ηλιάδης, όμως, έκανε φασαρία γιατί δεν του άρεσαν τα ειδικά φιλοτεχνημένα πιάτα από έναν σημαντικό καλλιτέχνη της εποχής. Το έκανε επιδεικτικά και έντονα. Η Αλίκη έφυγε θιγμένη.
Την άλλη ημέρα του τηλεφώνησε για να του κάνει παρατήρηση και να τον αποκαλέσει «αγενή». «Να μην ξανάρθετε» της απάντησε εκείνος, προκαλώντας την.
Εκείνη δυνάμωσε το «Σπασμένο Καράβι» που έπαιζε στο πικάπ της κι εκείνος δεν έκλεισε το τηλέφωνο. Καθόταν και άκουγε την ανάσα της και το τραγούδι απ’ την άλλη άκρη της γραμμής.
Όταν έσβησε το τραγούδι ξεκίνησαν μια άλλη συνομιλία, ήρεμη που κάθε άλλο πάρα προκλήσεις είχε και προσβολές. Ώρες μετά το τηλέφωνο έκλεισε αλλά οι ζωές τους είχαν αλλάξει για πάντα. «Ποτέ δεν αισθάνθηκα έτσι. Μάρτυς μου ο Θεός», είχε εκμυστηρευτεί η Αλίκη στην Κική Σεγδίτσα!
Στα δύσκολα και στα εύκολα
Το 1977, έναν χρόνο μετά την πρώτη γνωριμία τους, η Αλίκη έμεινε έγκυος και του το ανακοίνωσε. Δεκαπέντε μέρες μετά, έντρομη φώναζε: «Αίμα… Βλέπω αίμα. Έχασα το παιδί».
Εκείνος την πήρε αγκαλιά και προσπάθησε να την παρηγορήσει. Έκλεισε εισιτήρια και έφυγαν για το Λονδίνο.
Σε μαγαζί της Όξφορντ Στριτ η Αλίκη αγόρασε ένα ζευγάρι μπότες, τις φόρεσε επιτόπου, αλλά από το πολύ περπάτημα την πλήγωσαν. Τις έβγαλε και περπάτησε ξυπόλυτη. Ο Ηλιάδης, μη βρίσκοντας ταξί, την πήρε στην πλάτη του.
Κατέληξε με φοβερούς πόνους στη σπονδυλική στήλη και ο γιατρός τού συνέστησε για κάποιο διάστημα σκληρό κρεβάτι και ακινησία. Αποφάσισε να κοιμάται στο πάτωμα. Το ίδιο έκανε και η Αλίκη για να είναι κοντά του.
Παρά τους σωματικούς τους πόνους, γιατί κι εκείνη υποφέρει με το να κοιμάται κάτω, ήταν ευτυχισμένοι.
Εκείνος μία φορά την εβδομάδα πετούσε για την Κύπρο, για να βρίσκεται κοντά στα παιδιά του. Τούτη ήταν η σκιά που απλωνόταν πάνω από τη δική του ευτυχία.
«Πάνω απ’ όλα τα παιδιά μας» του έλεγε η Αλίκη. «Ευχαριστώ που με καταλαβαίνεις» της απαντούσε.
Γάμος μέσα στα μάτια του κόσμου
Η Αλίκη βίωνε την καλύτερη περίοδο της ζωής της. Ζούσε τον έρωτα με έναν γοητευτικότατο άνθρωπο, με προσωπικότητα, που είχε ερωτευθεί την Αλίκη και όχι την εθνική σταρ. Στο θέατρο δε με την Εβίτα έφτασε σε δυσθεώρητα ύψη.
Και οι δύο χωρισμένοι με παιδιά, αποφάσισαν να παντρευτούν κρυφά απ’ όλους τον Ιανουάριο του 1982, στην Παναγία Γοργοεπήκοο, το εκκλησάκι δίπλα στη Μητρόπολη των Αθηνών. Μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας· ο γάμος αποκαλύφθηκε 10 χρόνια μετά σε συνέντευξή της Αλίκης στο «Ενώπιος ενωπίω» λέγοντας τη χαρακτηριστική ατάκα: «Σας την έσκασα».
Για το γάμο αυτό δεν γνώριζε ούτε η οικογένεια ούτε και ο γιος της ηθοποιού.
Βέβαια, οι άνθρωποι που τους ήξεραν πιστοποιούν ότι ο Ηλιάδης ήταν αυτός που ήθελε μυστικότητα. Όχι όμως ότι η Αλίκη ήθελε να διατυμπανίζει την ευτυχία της. Απλά ήθελε να μάθουν όλοι πόσο ευτυχισμένη και πόσο περήφανη ένιωθε για τον Γιώργο Ηλιάδη.
Η Αλίκη ζούσε ένα όνειρο. Υπόψη, εκείνος ως άξιος επιχειρηματίας έχει ανάμιξη και στις θεατρικές παραγωγές της. Και τα κατάφερε μια χαρά
Το τέλος;
Έξι χρόνια είχαν ζήσει μαζί, υστέρα από έναν κεραυνοβόλο και όλο πάθος έρωτα. «Αν μείνω κι άλλο μαζί σου θα σε μισήσω» της είπε αυτός. Η αγάπη του για τα παιδιά του και η αίσθηση του καθήκοντος απέναντι στην οικογένειά του τον κατέτρεχαν τόσο που δεν θα άντεχε την αγάπη του για εκείνη.
Μετά το γάμο ο Ηλιάδης ταξίδεψε στο Μπαχρέιν με την πρώην γυναίκα του για να κλείσουν μια συμφωνία για εκείνη, με σοκολατοποιία.
Η Αλίκη αισθάνθηκε πως τον έχασε οριστικά. Χώρισαν. Το διαζύγιο επικαλείται εγκατάλειψη συζυγικής στέγης. Ο Ηλιάδης παντρεύτηκε ξανά την πρώτη του γυναίκα, και χώρισε πάλι.
Η αλήθεια είναι ότι συγκριτικά το μεγαλύτερο πρόβλημα το είχε εκείνος. Τα παιδιά του ήθελαν ξανά μαζί τους γονείς τους. Μάλιστα είχε διηγηθεί συγκινημένος ένα περιστατικό: Ετοιμαζόταν να πάρει την πτήση για Ελλάδα και ο γιος του έκρυψε το παλτό για να μην φύγει.
Η μεγάλη πληγή
Τον Ιανουάριο του 1984 βγήκε το διαζύγιο τους. Όμως οι δυο τους δεν είχαν τελειώσει. Για χρόνια βλεπόντουσαν κλεφτά. Μιλούσαν στο τηλέφωνο. Προσπάθησαν για δεύτερη φορά να ενωθούν. Δεν ήταν τυχερό!
Η Αλίκη τον συναντούσε με κάθε ευκαιρία σε Ελλάδα και Κύπρο. Αγαπιόντουσαν και σμίγανε παράφορα, όπως αναφέρει η Κική Σεγδίτσα, ακόμα και όταν εκείνη ήταν σε σχέση με άλλους.
Λίγο πριν η Αλίκη χαθεί για πάντα ζήτησε να δει τον άντρα που αγάπησε όσο κανέναν άλλο.
Όσο νοσηλευόταν μιλούσαν συνεχώς στο τηλέφωνο και τον ρωτούσε: «Πότε θα έρθεις; Πες μου πότε». Ο Ηλιάδης όμως που βρισκόταν στο υπουργείο Εξωτερικών της Κύπρου και είχε κάποια λεπτά θέματα να διαχειριστεί της έλεγε «Έρχομαι», μα αργούσε.
Όταν τελικά κατάφερε να φύγει, την κάλεσε για να της πει ότι περιμένει το ταξί για να πάει στο αεροδρόμιο.
Το τηλέφωνο το σήκωσαν άλλοι για την Αλίκη, αφού λίγα λεπτά πριν είχε κλείσει τα μάτια της για πάντα, σε ηλικία 62 ετών. Ήταν 23 Ιουλίου 1996.
Χρόνια μετά ο Ηλιάδης μιλώντας στην εκπομπή «Αποκαλυπτικά» για την Αλίκη είπε:
Σπύρος Δευτεραίος