«Επιλεκτική ευαισθησία προς δικαιολόγηση προειλημμένων αποφάσεων»: Κάπως έτσι θα μπορούσε να συνοψιστεί η στάση μας, με αφορμή τα τρέχοντα εξοπλιστικά προγράμματα, αλλά και γενικότερα όσον αφορά τη διεθνή θέση της χώρας.
Ενόσω αποδεχόμαστε τα πάντα από τους μεν και σπεύδουμε να δικαιολογήσουμε την οποιαδήποτε παρασπονδία τους, την ίδια στιγμή είμαστε εξόχως επικριτικοί για τους δε, με την παραμικρή πληροφορία διασταυρωμένη ή μη, κατασκευασμένη ή υπαρκτή.
Κάποιο υψηλόβαθμο στέλεχος του ενός συμμάχου διαρρέει ότι είναι «σημαντική όσο ποτέ η σχέση μας με την Τουρκία» και κάποιος άλλος «Ευρωπαίος εταίρος μας» αναλαμβάνει ενεργητικό ρόλο υπέρ της Άγκυρας δημιουργώντας ατλαντικές γέφυρες συνεργασίας… Εμείς τους δικαιολογούμε αμφότερους, διατρανώνοντας ότι «είναι λογικό να θέλουν να διατηρήσουν την ιστορική σχέση τους με την Τουρκία», καθώς άλλωστε «ο γεωστρατηγικός ρόλος της Τουρκίας είναι σημαντικότατος», υπερασπιζόμενοι τις θέσεις τους όποτε αυτό κρίνεται αναγκαίο.
Από την άλλη πλευρά, έρχεται μια έτερη Μεγάλη Δύναμη σου προσφέρει πολλά και μεταξύ αυτών ρήτρα αμυντικής συνδρομής. Εσύ τους περιφρονείς, τους ευχαριστείς, αλλά κάνεις ό,τι μπορείς για να δείξεις ότι δεν ενδιαφέρεσαι για μια ενδεχόμενη στρατηγική συνεργασία μαζί τους… Τους προσφέρεις ένα μερίδιο από την αγορά των εξοπλιστικών προγραμμάτων σου, παρόμοιο με αυτό που κατ’ αναλογία τους προσέφεραν κράτη λιγότερο επισπεύδοντα και απειλούμενα, όπως η Κροατία…
Παρ’ όλα αυτά, ο παραμικρός διπλωματικός ελιγμός αυτού του εξαιτίας σου δυνητικού συμμάχου παρεξηγείται και γίνεται αντικείμενο κριτικής. Με συγχωρείτε, αλλά εμείς δεν αναζητούμε σύμμαχο, αναζητούμε κορόιδο.
Όμως, «κορόιδα» στον κόσμο των Μεγάλων Δυνάμεων δεν υπάρχουν. Οι Μεγάλες Δυνάμεις έχουν σταθερά συμφέροντα και διαρκείς επιδιώξεις, ενώ προτεραιοποιούν τις στρατηγικές επιλογές τους βάσει της κατανομής ισχύος, των παραγόντων παρώθησης σε ανακατανομή και κατ’ επέκταση των διακυβευμάτων της πολιτικής τους.
Ένα παντελώς τυχαίο(!) παράδειγμα είναι η Γαλλία, της οποίας πηγή ισχύος είναι η θέση της στο μετααποικιακό κόσμο, εμπεδωμένη μέσω της δεσπόζουσας παρουσίας κοσμικών καθεστώτων. Οι αντίπαλες δυνάμεις αυτών των καθεστώτων έχουν θέσει επιτακτικές απειλές κατά του Παρισιού, ακόμη και εντός της Γαλλίας, μέσω τρομοκρατικών επιθέσεων και ενός «πογκρόμ» αμφισβήτησης του γαλλικού-ευρωπαϊκού τρόπου ζωής.
Σε συνδυασμό με τη θέση του Παρισιού στην Ευρύτερη Μέση Ανατολή, η περίφημη «Françafrique», αντικατόπτρισε ιστορικά το μαλακό υπογάστριο της Γαλλίας – ό,τι είναι η Κεντρική Αμερική για τις ΗΠΑ, ο Καύκασος και η Κεντρική Ασία για τη Ρωσία, και ενδεχομένως πολλά περισσότερα ελέω κουλτούρας, γλώσσας και ιστορικότητας θέσης.
Σήμερα αυτός ο κόσμος βρίσκεται υπό ευθεία απειλή από την τουρκική μεγαλομανία, υλοποιούμενη διαμέσου της άρρηκτης σχέσης της Άγκυρας με την οργάνωση των Αδελφών Μουσουλμάνων.
Κάποιος αναλυτής δύναται να παραθέσει αρκετά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα αυτής της τουρκικής στρατηγικής για τις ΗΠΑ, τη Ρωσία ή άλλους. Όμως, για τη Γαλλία, αυτή η στρατηγική είναι μόνο προβληματική και ζημιογόνος.
Τα παραπάνω σημαίνουν ότι –εφόσον αποδεχόμαστε τη ρήση του Λόρδου Πάλμερστον ότι «οι Μεγάλες Δυνάμεις έχουν σταθερά συμφέροντα και δεν έχουν σταθερούς φίλους»–, αυτά τα γαλλικά συμφέροντα θίγονται από την τουρκική στρατηγική, σε τέτοιο βαθμό ώστε ο πρόεδρος Μακρόν να αναζητά διαύλους εξισορρόπησης της Άγκυρας.
Οι υπόλοιποι «σύμμαχοι» και «εταίροι» τι αναζητούν και τι επιδιώκουν; Ούτε φιλίες, ούτε αγάπες… Το ερώτημα είναι απλό: Πώς επιχειρούν να διαφυλάξουν τα συμφέροντά τους αυτές οι δυνάμεις;
Αναμένοντας ότι η αποχώρηση του Ερντογάν θα σημάνει και την επιστροφή του «καλού Τούρκου φίλου» στον «ορθό (δυτικό) δρόμο»; Προσδοκώντας –κατευναστικά σκεπτόμενοι– ότι η ικανοποίηση ορισμένων από τις νεοοθωμανικές αξιώσεις θα σταθεροποιήσει την κατάσταση; (Ούτως ή άλλως οι ίδιοι δεν θα παραχωρήσουν τίποτα, τα θύματα θα είναι τα γνωστά γειτονικά κράτη της Τουρκίας.)
Προσβλέποντας αποκλειστικά στα βραχυπρόθεσμα κέρδη (εμπορικά, ενεργειακά κ.ά.), που λαμβάνουν; Ή έχοντας τη βούληση και την ικανότητα να εξισορροπήσουν την Τουρκία, συμπορευόμενοι με άμεσα θιγόμενους περιφερειακούς δρώντες, όπως η Ελλάδα;
Επισημαίνω τα ανωτέρω προκειμένου να καταστεί σαφές το υψηλό διακύβευμα για τη Γαλλία από μια στρατηγική συνεργασία με την Ελλάδα, καθώς το υψηλό διακύβευμα προσφέρει την υψηλή στρατηγική δέσμευση, και άρα τον περιορισμό της αβεβαιότητας στην ενδοσυμμαχική σχέση.
Η εν λόγω στρατηγική διάσταση οφείλει να είναι η προμετωπίδα των σκέψεων μας για την επόμενη ημέρα, μέσω της απόκτησης υποστρατηγικών όπλων, τα οποία θα συντελέσουν αποφασιστικά στη σταθερότητα και στην ασφάλεια της Ανατολικής Μεσογείου και του Αιγαίου.
Προφανώς, σε αυτή την επόμενη ημέρα οφείλουμε να πορευτούμε με τους διαχρονικούς συμμάχους μας, ενώπιον των οποίων όμως θα έχουμε καταστεί πλέον αξιόπιστοι, σεβαστοί και «ακριβοί», ακριβώς επειδή θα έχουν αντιληφθεί ότι είμαστε πρωτίστως ορθολογικοί και όχι έρμαια.
Σύμμαχοι, οι οποίοι τυγχάνει να αποτελούν ναυτικές δυνάμεις και άρα αναγκαίοι συνοδοιπόροι μας, ωστόσο με όρους, προϋποθέσεις και ανταλλάγματα.