Με τα προνόμια που εξετάζει να δώσει η κυβέρνηση στους εμβολιασμένους οδηγεί σε κοινωνικό αυτοματισμό και μοιραία σε διχασμό την ελληνική κοινωνία.
Δεν μπορεί να θεωρούνται σοβαρές πολιτικές αποφάσεις τέτοιες διχαστικές προτάσεις. Δεν μπορεί να χωρίσεις τον κόσμο σε ευγενείς και παρίες.
Εξάλλου το μύλο της άρνησης τον τροφοδότησαν με αρκετό νερό πρώτοι απ’ όλους οι ειδικοί, που συνεχώς παπαγάλιζαν την προπαγάνδα του πολέμου των επιχειρηματικών και πολιτικών συμφερόντων, των εταιρειών παραγωγής εμβολίων και των κρατών που τις υποστηρίζουν. Δεν άφησαν μέρα που να μην διαρρέουν στον Τύπο εμφαντικά τις παρενέργειες που είχε το τάδε ή το δείνα εμβόλιο στην υγεία ορισμένων πολιτών, πολλοί εκ των οποίων μάλιστα έχασαν και τη ζωή τους.
Μα, παρενέργειες –μέχρι και θανάτους– έχουμε ακόμα και από το πιο «αθώο» φαρμακευτικό σκεύασμα, την ασπιρίνη, αλλά δεν έγινε ποτέ πρώτη ή δεύτερη είδηση στα δελτία ειδήσεων, για να πλήξουμε την ασπιρίνη και να προωθήσουμε το Depon ή άλλο σκεύασμα.
Στην Ελλάδα η υπερπληροφόρηση, αλλά και οι συνεχώς αντικρουόμενες και αντιφατικές απόψεις των ειδικών γύρω από τις μάσκες (άλλοτε απαγορεύονται και άλλοτε επιβάλλονται), όπως και με τα εμβόλια, οδήγησαν μεγάλη μερίδα του κόσμου να δυσπιστεί με τα λεγόμενά τους και να συμπορεύονται με το κίνημα των αρνητών.
Άρχισε ο κόσμος να μην τους παίρνει στα σοβαρά και να υποψιάζεται πως πίσω από αυτά που λένε κάθε φορά πάντα υπάρχει μια σκοπιμότητα.
Και πώς να μην πιστέψεις σε αυτό το σενάριο, όταν με 1.500 και 1.800 κρούσματα ημερησίως, με εκατοντάδες διασωληνωμένους στα νοσοκομεία και με γύρω στους 50 θανάτους την ημέρα ανοίγεις όλες τις δραστηριότητες, και κυρίως τον τουρισμό. Δείχνεις πως η ανθρώπινη ζωή μπαίνει σε δεύτερη μοίρα και ότι πάνω απ’ όλα θέτεις την οικονομία.
Στη μακρινή Αυστραλία τα κρούσματα είναι σχεδόν μηδενικά. Πώς το πέτυχαν αυτό; Μόλις προ εβδομάδων επέβαλαν σκληρό lockdown στη Μελβούρνη επειδή παρουσιάζει καθημερινά από 9 έως11 νέα κρούσματα. Τα σύνορα ολόκληρης της χώρας είναι ερμητικά κλειστά εδώ και καιρό. Κανείς ξένος δεν εισέρχεται και κανείς Αυστραλός δεν εξέρχεται από τη χώρα. Τα ξενοδοχεία λειτουργούν κανονικά, αλλά μόνο με εσωτερικό τουρισμό.
Όσοι Αυστραλοί επαναπατρίζονται μπαίνουν σε αυστηρή καραντίνα 14 ημερών σε ξενοδοχεία, τα οποία πληρώνουν από την τσέπη τους με το ποσό των 3.000 δολαρίων έκαστος, αφού δεν επέστρεψαν όταν τους κάλεσε η κυβέρνηση πριν κλείσει τα σύνορα. Δεν έβαλαν στη χώρα κόσμο από κάθε γωνιά του πλανήτη, που ακόμα κι αν ήταν εμβολιασμένος θα μπορούσε να μεταφέρει και να διασπείρει τον ιό σε ολόκληρη την επικράτεια.
Οι υπόλοιπες περιφέρειες της Αυστραλίας πλην της Μελβούρνης είναι σε πλήρη επαγγελματική δραστηριότητα, όπου φυσικά τηρούνται όλα τα μέτρα προστασίας από τους πολίτες.
Εδώ στην Ελλάδα είχαμε πρώτη μας έγνοια να ικανοποιήσουμε τους ξένους ιδιοκτήτες των μεγάλων ξενοδοχειακών μονάδων που έχουν κλείσει τα πακέτα των παγκόσμιων κολοσσών του τουρισμού. Όπως για παράδειγμα η TUI· η κυβέρνηση προσδοκά να πλημμυρίσει η χώρα με ξένους τουρίστες και «γαία πυρί μιχθήτω».
Να έρθουν να παραθερίσουν οι φίλοι μας βορειοευρωπαίοι κι εμείς εδώ να ζούμε με το φόβο ενός τέταρτου κύματος διασποράς του ιού από τον Οκτώβριο, όπως προβλέπουν άπαντες οι ειδικοί, και να ξανακλειστούμε μέσα με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη ζωή μας και για το μέλλον της χώρας.
Ας μας ξεκαθαρίσουν ποιες είναι οι προτεραιότητες της κυβέρνησης. Η διάσωση των πολιτών ή των αριθμών.