Η σχέση της χώρας μας με το διαγωνισμό τραγουδιού της Eurovision θα μπορούσε να γίνει και διατριβή, μια ψυχολογική, ενίοτε και κοινωνιολογική μελέτη.
Αδιαφορία, απαξίωση, αίσθηση εθνικής υπεροχής, ευρωπαϊκή ψευδαίσθηση, αλλά και για μια δεκαετία εθνική υστερία. Από την άλλη, συνοδεύεται από ατάκες τύπου: «Πανηγυράκι», «Μα, τι θέλουν πια από εμάς», αλλά και: «Πρώτο στην καρδιά μας».
Τα ήρεμα 70s
Μπορεί η παρθενική μας εμφάνιση στο διαγωνισμό να έγινε το 1974 με τη Μαρινέλλα, αλλά το παρασκήνιο ήθελε αρχικά το ποπ-ροκ συγκρότημα των Νοστράδαμος να εκπροσωπεί την χώρα μας. Όμως, μια κατηγορία σε βάρος μέλους για σεξουαλική παρενόχληση τούς στέρησε τα διαβατήρια.
Έτσι στάλθηκε το μεγάλο μας πυροβολικό, η Μαρινέλλα, με σύνθεση του Γιώργου Κατσαρού. Η 11η θέση ήταν άδικη μεν, αλλά μην… πυροβολείτε τον πιανίστα. Με ελάχιστες πρόβες, σχεδόν καθόλου δημόσιες σχέσεις και ευρωπαϊκή προβολή, μια χαρά τα πήγαμε.
Αν εξαιρέσει κανείς το πολιτικό σκηνικό και παρασκήνιο που αφορούσε τη συμμετοχή του 1976 με τη Μαρίζα Κωχ και το «Παναγιά μου – Παναγιά μου», οι υπόλοιπες τρεις συμμετοχές που στάλθηκαν εκείνη τη δεκαετία και στη δεκάδα μπήκαν και επιτυχίες στη χώρα μας έγιναν.
Οι κοπελιές που δεν πήγαν και η Άντζελα
1982. Η Ελλάδα έχει κληρωθεί να εμφανιστεί δεύτερη με το τραγούδι «45 κοπελιές» και ερμηνευτή τον τότε hot Θέμη Αδαμαντίδη.
Όμως η χώρα μας δέχεται «καμπάνα» από την Επιτροπή του θεσμού, καθώς το τραγούδι δεν ήταν αυθεντικό, όπως όριζαν –και ορίζουν– οι κανόνες. Συγκεκριμένα, μετά από καταγγελίες κρίθηκε ως «μη πρωτότυπο», μιας και βασιζόταν στιχουργικά και μουσικά σε άλλα κομμάτια. Έτσι, θεωρήθηκε διασκευή.
Για την ακρίβεια, στιχουργικά πατούσε πάνω (μεταφορικά μιλώντας) στο «Γεφύρι της Άρτας» με το στίχο «Σαρανταπέντε πέντε μάστοροι κι εξήντα μαθητάδες» να γίνεται «Σαρανταπέντε κοπελιές κι εξήντα γοργονίτσες», και μουσικά στο «Ποιος πληρώνει το βαρκάρη» του Γιάννη Μαρκόπουλου.
Η Ελλάδα τελικά όχι μόνο δεν συμμετείχε, αλλά αναγκάστηκε να πληρώσει πρόστιμο 600.000 δραχμές γιατί δεν αποχώρησε έγκαιρα.
Το 1984 και το 1986 –δεν μας πήγαιναν οι ζυγές χρονιές– η χώρα μας πάλι δεν συμμετείχε. Το 1986, μάλιστα, οι φήμες ήθελαν να διαγωνίζεται το τραγούδι «Βάγκον λι» με την Πωλίνα.
Μέχρι που οι υπεύθυνοι είδαν ότι το Σάββατο του διαγωνισμού ήταν Μεγάλο Σάββατο και απλά ακύρωσαν τη συμμετοχή. Ευτυχώς έγκαιρα.
Και φτάνουμε στο 1988, τη χρονιά που αν υπήρχαν ιδιωτικά κανάλια και οι αλήστου μνήμης μεσημεριανές εκπομπές, θα είχαν κάνει Ανάσταση.
Ο εθνικός τελικός έγινε στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά με παρουσιαστή τον Κώστα Καρρά. Ανάμεσα στα υποψήφια τραγούδια ήταν και το «Αν» με την Άντζελα Δημητρίου. Μια μπαλάντα πολύ διαφορετική σε σχέση με το ρεπερτόριο της.
Όταν έφτασε η ώρα της ανακοίνωσης του νικητήριου τραγουδιού, ο παρουσιαστής διάβασε το σημείωμα της κριτικής επιτροπής που έλεγε ότι το επίπεδο των τραγουδιών ήταν πολύ χαμηλό. Παρ’ όλα αυτά επελέγη το τραγούδι «Κλόουν» με την Αφροδίτη Φρυδά.
Ξεκινούν από κάτω οι αποδοκιμασίες, ο Κώστας Καρράς νευρίασε και από εκεί και πέρα ξεκίνησε το… σόου. Οι εφημερίδες έκαναν σκόνη και θρύψαλα τον τελικό και το τραγούδι. Αν και τότε δεν ήταν της μόδας οι lifestyle εκπομπές στην κρατική τηλεόραση, συμμετέχων τραγουδιστής αλληλοβρίζεται με μεγάλο συνθέτη που ήταν στην κριτική επιτροπή, ενώ βγαίνει και η Άντζελα Δημητρίου και κατακεραυνώνει τους πάντες.
«Θύμα» όλης αυτής της επίθεσης ήταν βέβαια η Αφροδίτη Φρυδά. Η αδιαφορία της ΕΡΤ να στηρίξει τη συμμετοχή και η αρνητική έως χλευαστική στάση του Τύπου της εποχής έφεραν και συγκρούσεις στην ομάδα. Η ελληνική συμμετοχή τελικά ψηφίστηκε από δύο χώρες και θα κατέλαβε τη 17η θέση.
Δεκαετία 1990: Χόρτα, άνοιξη, γλάστρα και μια επικήρυξη
Το 1990 ο διαγωνισμός έγινε για πρώτη φορά στα Βαλκάνια, και συγκεκριμένα στο Ζάγκρεπ της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Μια από τις χειρότερες διοργανώσεις, ακόμα και για τα μέτρα της εποχής, με το playback να μην λειτουργεί.
Μάλιστα οι τραγουδίστριες της Ισπανίας έφυγαν από τη σκηνή και γύρισαν αργότερα, και πάλι με πολύ κακό ήχο, ενώ οι μεταδόσεις των ανταποκριτών, ειδικά στα πρώτα τραγούδια, δεν έγιναν λόγω των τεχνικών προβλημάτων.
Η Ελλάδα εκπροσωπήθηκε από τον Χρήστο Κάλλοου και το «Χωρίς σκοπό», σε μια no budget συμμετοχή από πλευράς ΕΡΤ.
Χαρακτηριστικό είναι ότι το ποσό που είχε διατεθεί έφτανε με το ζόρι για δύο γεύματα σε fast food. Έτσι συγγενής μέλους της αποστολής έψαχνε να βρει βουνό για να μαζέψει χόρτα, μπας και φάνε τίποτα. Από την άλλη, για την πρόβα τα μέλη της ορχήστρας χρησιμοποιήσαν λεωφορείο· γενικώς ήταν μια κατάσταση συνοικιακού φεστιβάλ.
Το 1991 έγινε η έκπληξη και την Ελλάδα εκπροσωπεί η Σοφία Βόσσου. Ύστερα από χρόνια το τραγούδι της Eurovision κάνει επιτυχία στη χώρα μας και οι πρώτες εντυπώσεις από την Ευρώπη ήταν θετικές. Τόσο που πολύ θεωρούνταν βέβαιο ότι η «Άνοιξη» θα φέρει την νίκη, με αποτέλεσμα κάποιοι να μιλούν για το Μέγαρο Μουσικής θα φιλοξενούσε το διαγωνισμό την επόμενη χρονιά.
Όμως, η Σοφία Βόσσου την ώρα που τραγουδούσε είχε τρακ. Την κατάσταση ήρθε να… ισοπεδώσει ο σαξοφωνίστας, που είχε αντικατασταθεί τελευταία στιγμή και κυριολεκτικά εκτέλεσε το τραγούδι. Η «Άνοιξη» τερμάτισε στη 13η θέση , παρ’ όλα αυτά και σήμερα θεωρείται classic.
https://www.youtube.com/watch?v=s27fw44U7Qk
Την επόμενη χρονιά συνέβη το ακριβώς αντίθετο. Η συμμετοχή μας με το «Όλου του κόσμου η ελπίδα» και την Κλεοπάτρα αντιμετωπίστηκε αρχικά με αδιαφορία στη χώρα, αλλά μετά την ανέλπιστη 5η θέση που έλαβε στο διαγωνισμό έγινε επιτυχία.
1993. Η Καίτη Γαρμπή είναι στα πάνω της και καλείται να εκπροσωπήσει τη χώρα μας. Όμως μια pulp φυλλάδα της εποχής ξεκινά πόλεμο. Σχεδόν σε καθημερινή βάση την αποκαλεί «ευρωγλάστρα» και όχι μόνο, και η ΕΡΤ απλά κοιτάζει.
Η εμφάνιση της Καίτης Γαρμπή εκείνο το βράδυ ήταν συγκλονιστική. Με το περιβόητο φόρεμα της Σίλιας Κριθαριώτη, ανέβηκε με άνεση στη σκηνή και κέρδισε με την αξία της το μεγαλύτερο κοντινό πλάνο στην ιστορία του διαγωνισμού – γενικώς μόνο απαρατήρητη πέρασε.
Η 9η θέση σαφώς την αδίκησε, αλλά σίγουρα το τραγούδι και η εμφάνισή της ήταν πολύ μπροστά για την εποχή. Πλέον το «Ελλάδα χώρα του φωτός» θεωρείται euro classic. Ειδικά στη χώρα που έγινε τότε ο διαγωνισμός, στην Ιρλανδία. (Εμ, άμα έχεις μεγαλώσει με κέλτικη μουσική, U2 και Johnny Logan και σου εμφανίζεται το «Διογένης palace» on stage παθαίνεις ένα κάτι. Και πολύ καλά κάνεις.)
Συνθέτης του τραγουδιού ήταν ο Δημοσθένης Στριγκλής που το 1997 ήταν να συμμετάσχει τραγούδι του ξανά στο διαγωνισμό. Η ΕΡΤ ζήτησε να το ερμηνεύσει κάποιος άλλος (είχε ακουστεί μέχρι και το όνομα της Δέσποινας Βανδή), ο συνθέτης ήθελε να το πει ο ίδιος και τελικά το «Αν δεν αγαπήσεις δεν θ’αγαπηθείς» αποσύρθηκε.
Τη χώρα μας εκπροσώπησε η Μαριάννα Ζορμπά με το έντεχνο «Χόρεψε» που κατέκτησε τη 12η θέση
Και φτάνουμε στο ηρωικό 1998. Τη χρόνια της Dana International. Όμως και το ελληνικό τραγούδι ακούστηκε, αλλά παρασκηνιακά, και όχι για καλό.
Η Διονυσία Καρόκη ερμήνευσε το «Μια κρυφή ευαισθησία» μαζί με το γκρουπ Θάλασσα. Ο συνθέτης του τραγουδιού Γιάννης Βάλβης διαμαρτυρήθηκε γραπτώς στον executive producer Κέβιν Μπίσοπ, ότι η τηλεοπτική κάλυψη που έκαναν ήταν απαράδεκτη και πως ήθελε να δει ακόμα και τον πρωθυπουργό της Βρετανίας Τόνι Μπλερ! Για την ιστορία, ο διαγωνισμός γινόταν στο Μπέρμιγχαμ. Φώναζε τόσο ώστε τον έβγαλαν σηκωτό.
Στην τελική πρόβα δεν ήταν εκεί: Οι διοργανωτές τού αφαίρεσαν τη διαπίστευση και τον απέκλεισαν διά βίου από το διαγωνισμό. Έξω δε από το χώρο της τελικής βραδιάς υπήρχε η φωτογραφία του, σαν να ήταν επικηρυγμένος.
Το τραγούδι πήρε μόλις 12 ψήφους, μαντεύετε από ποια χώρα. Μάλιστα ένα φευγαλέο πλάνο της τραγουδίστριας την ώρα της βαθμολογίας από την Κύπρο, να προσπαθεί να χαμογελάσει και από πίσω να ακούγονται τα γιουχαΐσματα, ήταν κάτι πολύ αμήχανο.
Νέα εποχή με Antique
Η άτυχη «Κρυφή ευαισθησία» άφησε για μία χρονιά έξω την χώρα μας, ενώ την επομένη, το 2000, απλά η ΕΡΤ δεν ήθελε να λάβει μέρος.
Το 2001 ήρθαν οι Antique, δηλαδή η Έλενα Παπαρίζου και ο Νίκος Παναγιωτίδης. Παιδιά μεταναστών από τη Σουηδία, είχαν ήδη κυκλοφορήσει το πρώτο τους album και ήταν δημοφιλέστατοι στις σκανδιναβικές χώρες.
Και όμως, το γκρουπ που έφερε την 3η θέση για πρώτη φορά στο διαγωνισμό, κινδύνευσε να μην πάει. Η επιτροπή είχε επιλέξει την Kay Konnors, αλλά υπερίσχυσαν οι ψήφοι του κοινού.
Λίγο πριν από τον τελικό στην Κοπεγχάγη η βοηθός που μετέφερε τα ρούχα της Έλενας της έκαψε κατά λάθος το παντελόνι, έτσι έφεραν άρον-άρον από τη Σουηδία τη σχεδιάστρια που το έφτιαξε από την αρχή. Ιστορία έχει γράψει και η τελική πρόβα, με την Έλενα να ακούγεται πολύ μπάσα και τους φαν να ανησυχούν.
Μετά την επιτυχία του τραγουδιού η χώρα μας αγάπησε ξανά το διαγωνισμό, ενώ έγινε μεγάλη συζήτηση για το θέμα της γλώσσας (μίξη ελληνικών και αγγλικών για πρώτη φορά) στα τηλεπαράθυρα, με αντιρρήσεις από τον Μίκη Θεοδωράκη και τον δημοσιογράφο Βασίλη Καββαθά.
2002: Η ιστορική χρονιά και συμμετοχή
Αν πείτε ότι δεν θυμάστε τι συνέβη στη Eurovision το 2002, ή ήσασταν αγέννητοι ή ζούσατε στη Γροιλανδία.
Μετά την επιτυχία των Antique, η ΕΡΤ διοργάνωσε εθνικό τελικό με ονόματα πρώτης γραμμής της εποχής. Ο Κώστας Μπίγαλης, ο Χρήστος Δάντης με την Κατερίνα Τοπάζη, ο Μιχάλης Ρακιντζής αλλά και η Πέγκυ Ζήνα με τραγούδι του Θάνου Καλλίρη –που ήταν και το φαβορί–, διαγωνίστηκαν για το εισιτήριο, που τελικά το πήρε ο Μιχάλης Ρακιντζής με το «SAGAPO».
Τελείωσε η βραδιά, ξημέρωσε η επομένη μέρα και ξεκίνησαν οι πρωινές εκπομπές με ευχές στον Ρακιντζή. Όμως, από το μεσημέρι και μετά οι διαθέσεις των υπόλοιπων συμμετεχόντων άλλαξαν. Ισχυρίζονταν ότι ο ήχος στα υπόλοιπα τραγούδια δεν ήταν καλός, πλην αυτού που κέρδισε, ενώ πολλοί μίλησαν ακόμα και για playback.
Από εκεί και πέρα ξεκίνησε ένα τηλεοπτικό πανηγύρι με μπροστάρισα την… μπουρλοτιέρισσα Πέγκυ Ζήνα, και ένα χορό από υποψήφιους εκείνης της χρονιάς, συμμετοχές προηγούμενων ετών, απλών ανθρώπων της μουσικής και του μόχθου, αλλά και μιας τραγουδίστριας που αρχικά ήταν να πει το τραγούδι που είπε η Πέγκυ Ζήνα.
https://www.youtube.com/watch?time_continue=2&v=knNBCXdsRME&feature=emb_logo
Ακόμα και οι πρωινές ενημερωτικές εκπομπές υπέκυψαν στη γοητεία της Eurovision –και στην τηλεθέαση–, βάζοντάς τη δίπλα στο νέο (τότε) ευρώ, στα ελληνοτουρκικά και στα εργασιακά.
Ο Μιχάλης Ρακιντζής πυροδότησε τις εντάσεις λέγοντας: «Ή πρώτος, ή τίποτα», ο Κώστας Μπίγαλης έφυγε από ζωντανή μεσημεριανή εκπομπή, ενώ έσκεσε και μια ξώφαλτση κατηγορία ότι η σουηδική συμμετοχή είχε «κλέψει» στοιχεία από τα «Παιδιά του Πειραιά».
https://www.youtube.com/watch?time_continue=6&v=_FyNJ-vqaL8&feature=emb_logo
Πάντως, ο μοναδικός κερδισμένος ήταν ο Μάρκος Σεφερλής: Το νούμερο που σατίριζε την εμφάνιση Ρακιντζή στον εθνικό τελικό θεωρείται σήμερα κλασικό.
Μετά ήρθε το Πάσχα και ένα κλίμα αγάπης, κατά το οποίο όλοι εύχονταν στον Ρακιντζή «καλή επιτυχία». Και η Πέγκυ Ζήνα.
Και έφτασε η ελληνική αποστολή στο Ταλίν. Και με το που πάτησε το πόδι της, άρχισαν τα όργανα. Βλέπετε, το ίντερνετ είχε μπει στη ζωή όλων των λαών και τα πάντα μαθαίνονταν με ένα κλικ. «Πώς περιμένετε να πάει καλά ένα τραγούδι που η ίδια του η χώρα το έχει αμφισβητήσει», «γιατί είπατε για τη σουηδική συμμετοχή», «γιατί φοράτε δερμάτινα επί σκηνής», και άλλα τέτοια γουστόζικα.
Από την άλλη η διοργάνωση και η σκηνή του Ταλίν όπου γινόταν ο διαγωνισμός δεν ήταν και ό,τι το καλύτερο για τους διαγωνιζόμενους. Από την πρώτη ως την τελική βραδιά υπήρχαν προβλήματα με τον ήχο. Ειδικά η Ελλάδα και η Δανία –που κατετάγη τελευταία– είχαν τα περισσότερα θέματα.
Τελικά το «SAGAPO» ήρθε 17ο, και το όλο νόημα στο κλείσιμο του ματιού του Ρακιντζή ήταν προς τον υπεύθυνο του ήχου εκείνο το βράδυ και όχι μια τσαχπινιά για να σπάσει η αστυνομικού τύπου εμφάνισή του.
Στην επιστροφή το σίριαλ συνεχίστηκε, και κράτησε συντροφιά στο κοινό και το hot καλοκαίρι του 2002.
Ήττες, νίκες και μουτζούρες
Τελικά ο διακαής εθνικός μας πόθος δικαιώθηκε το 2005 με την Έλενα Παπαρίζου και τη νίκη της που έβγαλε όλη την Ελλάδα στους δρόμους να πανηγυρίζει.
Μέχρι και το 2011 οι ελληνικές συμμετοχές τροφοδοτούσαν εκπομπές μεν, αλλά αν μη τι άλλο μπαίναμε στην 10άδα. Όμως είχε έρθει και η κρίση και πολλά κανάλια δεν έστελναν ούτε συνεργεία, ούτε κάμερες.
Η τελευταία φορά που η Ελλάδα μπήκε στη 10άδα ήταν το 2013 με τους Κόζα Μόστρα και τον αξέχαστο Αγάθωνα.
Από εκεί και πέρα το τρίπτυχο 19η, 20η, 21η θέση στον τελικό κυριάρχησε, ενώ δύο χρονιές, το 2016 και το 2018 μείναμε και εκτός τελικού. Το 018 μάλιστα ζήσαμε το θρίλερ με τα εφέ που έμειναν στο… τελωνείο και το μπλε χέρι της Γιάννας Τερζή που κάτι ήθελε να πει αλλά δεν βγήκε.
Φέτος υπάρχει μια αισιοδοξία για τη Στεφανία και τη συμμετοχή μας και μακάρι να βγει αληθινή. Και να μην βγει όμως, η ελληνική τηλεόραση πλέον ασχολείται με τον «Ντάφυ» και όχι με τη Eurovision.
Καλή επιτυχία Ελλάδα.
Σπύρος Δευτεραίος