Χωρίς αμφιβολία η Τουρκία είναι αυτήν την περίοδο στριμωγμένη. Για να είμαι πιο ακριβής, η Τουρκία του Ερντογάν. Και φυσικά ο Τούρκος πρόεδρος κάνει διάφορους ελιγμούς και ανοίγματα, αλλά προς το παρόν δεν βγαίνουν.
Επιχειρεί να βελτιώσει τις σχέσεις με το Ισραήλ και την Αίγυπτο. Δεν αποκλείεται οι σχέσεις να καλυτερεύσουν, αλλά δεν θα επανέλθουν στην προτεραία κατάσταση. Η Τουρκία προκάλεσε, ανησύχησε και διαμόρφωσε συνεργασίες από τις οποίες απέχει διότι δεν ικανοποιούν τους όρους της.
Ακόμη και με την Ελλάδα ακολουθεί την τακτική «μία στο καρφί και μία στο πέταλο». Καλεί τους ομογενείς της Πόλης –οι οποίοι εκδιώχθηκαν κακήν κακώς–, να επιστρέψουν, και στέλνει τον υφυπουργό Εξωτερικών στη Θράκη για να δώσει ένα μήνυμα ότι η Ελλάδα δεν σέβεται τα μειονοτικά δικαιώματα.
Δεν είναι πειστική πια η Τουρκία στη διεθνή κοινότητα στην οποία απευθύνεται εγκαλώντας την Ελλάδα. Κυρίως διότι οι ξένοι επίσημοι έχουν ιδίαν αντίληψη της κατάστασης στη Θράκη. Και η κατάσταση αυτή είναι πολύ ευνοϊκή για τη μειονότητα.
Δεν είναι πειστική, επίσης, η Τουρκία διότι η διεθνής αξιοπιστία της βρίσκεται στο ναδίρ. Εδώ και κάποιο διάστημα άρχισε η πτώση Ερντογάν. Οι χώρες της περιοχής –και η Ελλάδα– πρέπει να αρχίσουν να σχηματίζουν το πάζλ της μεταερντογανικής Τουρκίας. Για να είναι έτοιμες να αντιμετωπίσουν τις εξελίξεις.
Με απλά λόγια, με τον Ερντογάν λίγο πολύ τελειώσαμε. Με την Τουρκία είμαστε στη φάση μιας νέας αρχής. Και το ζήτημα είναι πως την αντιμετωπίζουμε.
Στην Αθήνα για λόγους ακατανόητους δεν έχουν συνηθίσει να διαμορφώνουν σενάρια αντιμετώπισης επερχόμενων εξελίξεων. Ακολουθούσαν (και ακολουθούν) την τακτική «βλέποντας και κάνοντας». Αφήνουν την πρωτοβουλία των κινήσεων σε άλλους. Και εν προκειμένω στην Τουρκία. Είναι αυτός ο τρόπος διαμόρφωσης εξωτερικής πολιτικής;
Για να επανέλθουμε στην επικαιρότητα, ατυχώς για άλλη μία φορά και ως μέσα ενημέρωσης και ως κοινωνία –και λιγότερο ως πολιτεία– εστιάσαμε στην ιδιωτική επίσκεψη ενός Τούρκου επισήμου στη Θράκη. Δείχνοντας μειωμένη αυτοπεποίθηση και ανησυχώντας υπερβολικά από κάτι που έπρεπε να περάσει αδιάφορα.
Τι έγινε o υφυπουργός Γιαβούζ Σελίμ Κιράν επισκέφθηκε την Θράκη; Πριν από μερικές εβδομάδες ο Έλληνας υπουργός Νίκος Δένδιας δεν επισκέφθηκε τον Οικουμενικό Πατριάρχη; Έχει κάτι να φοβηθεί η Ελλάδα από την επίσκεψη ενός Τούρκου επισήμου στη Θράκη και τη συνάντησή του με κάποιους μειονοτικούς, ελάχιστοι από τους οποίους εργάζονται για το τουρκικό προξενείο;
Ό,τι θα μπορούσε να κάνει ο υφυπουργός της Τουρκίας, και περισσότερα μάλιστα, τα κάνει το τουρκικό προξενείο. Η εστίαση στην ανεπίσημη επίσκεψη ενός επισήμου είναι βούτυρο στο ψωμί της Τουρκίας. Αυτό ήθελε να πετύχει. Μια δημοσιότητα με εμβέλεια μεγαλύτερη από τις δηλώσεις της Άγκυρας, στις οποίες κανείς δεν δίνει πια σημασία, διότι δεν έχουν σημασία επί της ουσίας.
Παίζουμε, λοιπόν, το παιχνίδι της Τουρκίας με την έμφαση που δίνουμε. Έχουν δικαίωμα να επισκέπτονται και τη Θράκη, όπως κάνουν και οι δικοί μας με την Κωνσταντινούπολη. Άλλο αν η Τουρκία εντάσσει τις επισκέψεις αυτές σε μια μακροχρόνια πολιτική, ενώ οι δικοί μας πολιτικοί πηγαίνουν στην Πόλη για βόλτα και αγορές (συνήθως), και βλέπουν και τον Πατριάρχη για να περάσει με κάποιο ενδιαφέρον το απόγευμά τους. Βλέπουν συνήθως μόνο τον κ. Βαρθολομαίο. Ενώ ο Τούρκος υφυπουργός είδε (με σημασιολογική σημασία ευρύτερα) μέλη της μειονότητας.
Στην αναπαραγωγή αυτής της σημασίας που θέλουν να προσδώσουν οι Τούρκοι στις επισκέψεις επισήμων τούς βοηθάμε όταν δίνουμε έμφαση και πολιτικά και από άποψη δημοσιογραφικής κάλυψης της επίσκεψης. Βεβαίως, κάθε μέσο και κάθε δημοσιογράφος έχει το δικαίωμα να προσεγγίσει όπως θέλει το θέμα. Εδώ γίνεται σχολιασμός του αποτελέσματος της προσέγγισης.
Επί της ουσίας των δηλώσεών του, τώρα, άκουσα σε μια ανταπόκριση ότι ο Τούρκος υφυπουργός είπε πως η χώρα του δεν θα πάψει να ενδιαφέρεται για τη τουρκική –όπως την χαρακτήρισε–, μειονότητα που διαβιεί στη Θράκη, στα Δωδεκάνησα και στη Θεσσαλονίκη. Κατ’ αρχάς, μειονότητα έχει αναγνωριστεί μόνο στη Θράκη. Και, μάλιστα, με απαίτηση της Τουρκίας αναγνωρίστηκε θρησκευτική μειονότητα (μουσουλμανική) και όχι εθνική.
Μερικές χιλιάδες μουσουλμάνων ζουν και στα Δωδεκάνησα, χωρίς επίσημα αναγνωρισμένο καθεστώς μειονότητας. Στη Θεσσαλονίκη, πού ανακάλυψε τους μειονοτικούς ο Τούρκος επίσημος; Ας ληφθεί υπόψη η επισήμανσή του. Προφανώς θα αρχίσουν να φαντασιώνονται και στη Θεσσαλονίκη καταστάσεις.
Στη Θράκη η υπόγεια και έξω από τα διπλωματικά ειωθότα πολιτική του τουρκικού προξενείου και των πληρωμένων υπαλλήλων του πρέπει να αντιμετωπιστεί από την ελληνική πολιτεία. Με ευφυείς, διπλωματικούς και –αν χρειαστεί– με δυναμικούς τρόπους.
Όχι με απαγορεύσεις επισκέψεων. Η Ελλάδα είναι μια ανοικτή, δημοκρατική χώρα. Την οποία μπορεί να επισκεφθεί όποιος επιθυμεί.
Η δημοκρατικότητα της πολιτείας, ο σεβασμός των ατομικών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων, το κράτος δικαίου, η κοινωνική πολιτική και η λειτουργία της χώρας στο πλαίσιο της ΕΕ είναι πλεονεκτήματα που κανένας μειονοτικός, ούτε καν οι προσηλωμένοι στο προξενείο, δεν θα αντάλλασσαν με την Τουρκία.
Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις βρίσκονται σε ένα σημείο καμπής με σημαντικά πλεονεκτήματα για την Ελλάδα. Πρέπει να αξιοποιηθεί η στιγμή. Και για το Κυπριακό και στα Βαλκάνια και για την αναβάθμιση της χώρας γενικότερα.
Η Ελλάδα είναι ενταγμένη στην Δύση, δεν πρέπει όμως να παραβλέπει και τα συμφέροντά της στις σχέσεις με τη Ρωσία και την Κίνα. Υπάρχουν περιθώρια ευέλικτης δράσης. Χρειάζεται ενεργούς και ικανούς ανθρώπους.