Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι η άποψη που λέει ότι «τα κράτη έχουν μνήμη και την αναπαράγουν», αποτελεί αξίωμα.
Αμέσως μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους και συγκεκριμένα κατά την κατανομή των αξιωμάτων, τη διανομή της γης και την ψήφιση του Συντάγματος του 1844, εμφανίστηκε μια διχαστική αντιπαλότητα μεταξύ των Ελλήνων της τότε Ελλάδας και των Ελλήνων των κοινοτήτων που είτε δεν είχαν απελευθερωθεί από τον οθωμανικό ζυγό είτε ζούσαν σε άλλες χώρες.
Μάλιστα η αντιπαλότητα αυτή είχε λάβει τέτοια χαρακτηριστικά, που προκαλεί ανείπωτη ντροπή ακόμα και η ανάγνωση των όσων διημείφθησαν μεταξύ «αυτοχθόνων και ετεροχθόνων»!
Αυτόχθονες ήταν εκείνοι που κατοικούσαν στην απελευθερωμένη Ελλάδα και κατά τεκμήριο είχαν πολεμήσει για να την απελευθερώσουν και ετερόχθονες ήταν οι Φαναριώτες και οι σπουδαγμένοι που έσπευσαν στην Ελλάδα για να στελεχώσουν το νεόκοπο κράτος, το οποίο είχε ανάγκη από έμπειρα περί την διοίκηση στελέχη.
Τότε πολλοί από τους αυτόχθονες αντέδρασαν, αμφισβητώντας το δικαίωμα των εκτός των τότε συνόρων Ελλήνων να πολιτογραφηθούν πολίτες της Ελλάδας και να ψηφίζουν, ακόμα και να αποκαλούνται Έλληνες.
Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα της εφημερίδας Χρόνος, η οποία το 1833, απηχώντας τις απόψεις των αυτοχθόνων, έγραφε για το ζήτημα:
«Αφ’ ης ώρας οι κίνδυνοι παρήλθον και η Ελλάς είδεν ακτίνα τινά σωτηρίας επί του νεφελώδους ορίζοντός της, εν πλήθος ανθρώπων λεγομένων Ελλήνων, επλημμύρισε την Ελλάδα. Βλέπομεν καθ’ εκάστην ημέραν φθάνοντας εκείνους όσοι προτιμήσαντες να εντρυφώσι μακράν των αγώνων και αδιαφορούντες εφρόντιζον ενίοτε να μας εφοδιάζωσι με τας πατριωτικάς των συμβουλάς και να μας ενθαρρύνωσιν εις την άνισον πάλην, γράφοντες, ως είπαμεν και άλλοτε «ή να αποθάνητε ή να ελευθερωθώμεν όλοι» οι τοιούτοι ω ς κ α λ ο ί π α τ ρ ι ώ τ α ι ιδόντες ήδη πεπληρωμένη την επιθυμία των, συνέρχονται πανταχόθεν ζητούντες μετοχήν της θήρας των πολυστενάκτων αγώνων μας. Δεν είναι αμφίβολον, ότι ευρίσκουσιν ούτοι τους Υπουργούς μας ευδιαθέτους εις το να εγκρίνωσι τας τοιαύτας απαιτήσεις των (…) Αλλ’ εν τοσούτω τι συμβαίνει; Εκείνοι, όσοι έλαβον πρώτοι τα όπλα εις τας χείρας, έβαψαν με τα αίματά των το έδαφος της ελευθερίας, απώλεσαν τους συγγενείς, έχασαν περιουσίαν ολόκληρον και παντελώς εξηντλημένοι ουδεμία άλλην τιμήν ή ιδιοκτησίαν φυλάττουσιν, ειμί το να ονομάζονται Έ λ λ η ν ε ς τ ο υ Α γ ώ ν ο ς (…)
Η εφημερίδα, αφού ξεκαθαρίζει πως «είναι μακράν από ημάς και από τη καρδίαν εκάστου Έλληνος του Αγώνος το πνεύμα της ξενηλασίας», συνεχίζει ως εξής: «Οι Έλληνες λοιπόν του Αγώνος, ιδού οι άνθρωποι, προς τους οποίους ανήκει να διανεμηθή κατ’ ίση μερίδα η εθνική γη. Οι Έλληνες επολέμησαν δια μόνο σκοπόν του να λείψη η απορρόφησις της γης εκ μέρους ολίγων και η υποχρεωτική δουλεία των πολλών εις τους ολίγους».
Μάλιστα οι αυτόχθονες αναγνώριζαν ίσα δικαιώματα σε εκείνους που «ήρθανε και πολέμησαν μαζί μας, αυτοί μάλιστα, πρέπει να έχουνε τα ίδια δικαιώματα με ‘μας, οι άλλοι όμως όχι.»
Στη συζήτηση για το 3ο άρθρο του Συντάγματος του 1844, που όριζε τις προϋποθέσεις για ν’ αναγνωριστεί κανείς Έλληνας πολίτης, διαβάστηκε μια καλογραμμένη και γεμάτη αγανάκτηση αναφορά με 2600 περίπου υπογραφές από όλα τα μέρη της Ελλάδας, η οποία έλεγε μεταξύ άλλων τα εξής:
«… ως πολίται Έλληνες και ως αδικούμενοι, καθυποβάλλομεν ευσεβάστως υπ’ όψιν της την παρούσαν μας, και παρακαλούμεν να θεωρήση ως έχοντας τα αυτά με τους Έλληνας δικαιώματα όλους τους μέχρι του 1827 ελθόντας εις την Ελλάδα ξένους, να αποκλείη δι’ ωρισμένον διάστημα χρόνου τους μετά ταύτα, και τοιουτοτρόπως ας είναι βεβαία ότι θέλει δικαιώση τας προσδοκίας όλου του Έθνους, και εκπληρώσει επαξίως εν εκ των υψηλοτέρων καθηκόντων της, δια τα οποία επροκαλέσθη η συγκρότησίς της.»
Τελικά οι αυτόχθονες κέρδισαν το παιχνίδι. Στις 20 Ιανουαρίου 1844 η Συνέλευση έβγαλε ψήφισμα που όριζε:
- Για να μπορεί κάποιος να πάρει κρατικό αξίωμα έπρεπε είτε να κατάγεται από τις επαρχίες που συγκροτήθηκε το κράτος, είτε ναρθε ως το 1827 και να αγωνίστηκε, είτε αν έφτασε έπειτα από το 1827 έως το 1829, να πήρε μέρος σε μάχες στην ξηρά ή την θάλασσα.
- Το ίδιο δικαίωμα είχανε και οι κάτοικοι απ΄ τους τόπους που σήκωσαν τα άρματα κατά των Τούρκων και δε λευτερώθηκαν, φτάνει να μετανάστευσαν οικογενειακά στην Ελλάδα ως το 1837.
- Όσοι «νεήλυδες» δεν πέφτανε σε αυτές της κατηγορίες, ακόμα και αν ήταν διορισμένοι, η κυβέρνηση όφειλε να τους απολύσει.
Ανάμεσα σε αυτούς που απολύθηκαν ήταν και ο ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος.
Ο ιστορικός Κυριακίδης γράφει για το θέμα: «Μεγάλη μερίς των πληρεξουσίων, επιλανθανομένη του τε παρελθόντος και του μέλλοντος του Έθνους, τυφλώττουσα δε προς τα μεγάλα συμφέροντα αυτού, και αγόμενη εκ μικρών του παραχρήμα σκέψεων και ιδιοτελείας επιβλαβεστάτης, ίνα επιτύχη την από των κοινών απομάκρυνσιν ανδρών τινών θεωρουμένων ως αυλικών, προελθόντων δε εκ των εν Ευρώπη ελληνικών παροικιών ή εκ των χωρών του υποδούλου ελληνισμού, προς παύσιν αυτών από των αξιωμάτων και πάσης δημοσίας θέσεως εσκέφθη να περιορίση την πολιτογράφισιν, να διαιρέσει το Έθνος εις ιθαγενείς και μη τοιούτους, εις αυτόχθονας και ετερόχθονας».
Αυτά συνέβησαν τα μέσα του 19ου αιώνα. Φυσικά το θέμα είναι τεράστιο και δεν είναι σωστό να βγάζει κανείς εύκολα και αβίαστα συμπεράσματα. Και οι αυτόχθονες είχαν τα δίκια τους και οι ετερόχθονες είχαν κι αυτοί τις πομπές τους και τις ευθύνες τους για τη στάση και τις αντιδράσεις των αυτόχθονων.
Στην καρδιά του προβλήματος, όμως, ήταν το κράτος και το πολιτικό σύστημα όπως αυτό οικοδομήθηκε, αυτό ήταν υπεύθυνο γι’ αυτόν τον ιδιότυπο διχασμό, που αποτέλεσε αιτία πολλών και σοβαρών προβλημάτων στη συνέχεια.
Πέρασαν παραπάνω από 150 χρόνια από τότε. Ο Ελληνισμός βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι και η Ελλάδα, που απελευθέρωσαν οι αγωνιστές του 1821 και των άλλων εθνικών αγώνων, κινδυνεύει.
Και πάλι το ελληνικό κράτος και το πολιτικό σύστημα φέρει ακέραια την ευθύνη αυτής της παρακμής, που οδηγεί μαθηματικά στην εξάλειψη του Ελληνισμού από την Κύπρο και την Ελλάδα.
Σ’ αυτό το κρίσιμο σταυροδρόμι αυτοί που μπορούν στην κυριολεξία να σώσουν την Ελλάδα, είναι οι Έλληνες του εξωτερικού.
Ένα μικρό παράδειγμα είναι το Συμβούλιο Ελληνοαμερικανικής Ηγεσίας (HALC), που ίδρυσε και χρηματοδότησε σε πολύ μεγάλο βαθμό ο αείμνηστος Νίκος Μούγιαρης, ένας Έλληνας της Κύπρου, που πήγε στις ΗΠΑ με 100 δολάρια αμέσως μετά την εισβολή και έγινε ένας αξιοσέβαστος επιχειρηματίας, που δεν ξέχασε ποτέ και αγωνίστηκε για την Κύπρο και την Ελλάδα.
Το HALC είναι η οργάνωση που κατόρθωσε με πρωτοβουλίες που πήρε να πετάξει έξω από το πρόγραμμα παραγωγής των F-35 την Τουρκία, η ίδια οργάνωση είναι που μάχεται στις ΗΠΑ να ματαιώσει την εκτόξευση του στρατιωτικού δορυφόρου Türksat 5B της Τουρκίας…
Εν έτει 2021, το ελληνικό πολιτικό σύστημα, πολύ χειρότερο από εκείνο του 1844, αποκλείει άτομα σαν τον Νίκο Μούγιαρη και άλλα στελέχη του HALC, αλλά και πόσων άλλων οργανώσεων και ομάδων, αποκλείει φλογερούς Έλληνες του εξωτερικού να ψηφίσουν από τον τόπο που βρίσκονται, αλλά δεν τους αποκλείει εάν πάρουν το αεροπλάνο και έλθουν στην Ελλάδα να ψηφίσουν. Και μιλάμε για εκείνους που είναι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους, αν και θα έπρεπε να ενθαρρύνουμε όλους τους Έλληνες να πάρουν ελληνικά διαβατήρια και να εγγραφούν στους εκλογικούς καταλόγους.
Γιατί μια Ελλάδα των είκοσι εκατομμυρίων Ελλήνων αλλιώς την υπολογίζεις, από μια Ελλάδα των 11 εκατομμυρίων.
Τα επιχειρήματα του τύπου «αυτοί δεν πληρώνουν φόρους» και «αυτοί δεν μπορούν να επηρεάζουν τη δική μας ζωή με την ψήφο τους, εφ’ όσον δεν ζουν εδώ», είναι η επιτομή του ναζισμού, γιατί αυτό οδηγεί στη λογική «αυτοί που δεν πληρώνουν καθόλου φόρους στην Ελλάδα, να μην έχουν δικαίωμα να ψηφίζουν», ή «η ψήφος αυτών που πληρώνουν πολλούς φόρους, να μετρά περισσότερο από εκείνων που πληρώνουν λιγότερο», κοκ.
Ας ελπίσουμε οι πολιτικοί μας να συνέλθουν, γιατί με τέτοιες επιλογές οδηγούν τη χώρα στην καταστροφή.