Η επέτειος των 200 χρόνων από την έναρξη της Επανάστασης αποτελεί αφορμή να θυμόμαστε πρόσωπα, γεγονότα, οράματα και θυσίες των πρωτεργατών της Ελληνικής Παλιγγενεσίας, αλλά και για να φέρνουμε στο νου εκδηλώσεις θαυμασμού ανά τον κόσμο, που ενέπνευσαν οι ήρωές μας.
Μια τέτοια κίνηση αποτελεί ένα εξαιρετικό, διασωθέν σε γερμανική συλλογή, κειμήλιο από την εποχή της Επανάστασης, μια …τράπουλα που κυκλοφόρησε στην Αυστροουγγαρία το 1822 και είναι εμπνευσμένη από τον Αγώνα των Ελλήνων.
Ίσως, κάποιοι να υποτιμήσουν το εγχείρημα, επιμένοντας πως είναι προσβολή προς τις μεγαλειώδεις μορφές των αγωνιστών μας να αποτυπώνονται πάνω σε παιγνιόχαρτα.
Όμως, αν παρατηρήσει κανείς τις λεπτομέρειες της δουλειάς, τόσο ως προς την επιλογή των ηρώων και την απεικόνισή τους όσο ως προς την ίδια την τεχνική (αποτύπωση πάνω σε χαρτί διαστάσεων μόλις 8,4×5,5 εκ. με τη μέθοδο της χαρακτικής και επιχρωμάτιση στο χέρι), δεν μπορεί παρά να αναγνωρίσει πως πρόκειται για έναν τεχνίτη με βαθειά φιλελληνικά αισθήματα και γνώστη, στο μέτρο του δυνατού, της ελληνικής Ιστορίας.
Αξιοσημείωτος ο καθόλου τυχαίος συνδυασμός των συμβόλων των παιγνιόχαρτων με τα πρόσωπα των παραστάσεων.
Όπως διαβάζουμε από την έρευνα της αρχαιολόγου Βάνας Μπουσέ, το σπαθί και η κούπα –που στα γερμανικά αποδίδονται ως σταυρός και καρδιά και έχουν έτσι μεγαλύτερη βαρύτητα από άλλα σύμβολα–, στα κύρια πρόσωπα (αυτά των ρηγάδων και νταμών), φιλοξενούν τις επικρατέστερες μορφές της Ελληνικής Επανάστασης, όπως ο Αλέξανδρος Υψηλάντης και η Μπουμπουλίνα!
Οι ρηγάδες και οι ντάμες της Επανάστασης
Ας δούμε, λοιπόν, το συλλογισμό του φιλέλληνα δημιουργού C.H. Zoeicke από τη Λειψία (όπως υπογράφει ο ίδιος σε ένα παιγνιόχαρτο), ο οποίος εκπροσωπούσε μεγάλη μάζα Ευρωπαίων υποστηρικτών του απελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων, και ας θυμηθούμε, με αυτόν τον ξεχωριστό τρόπο, τους ανθρώπους που με αυτοθυσία ρίχθηκαν στη μάχη υπέρ πατρίδος.
Ο ρήγας σπαθί φέρει την επιγραφή «Πρίγκιπας Υψηλάντης» και παρουσιάζει τον ήρωά μας με πλούσια μαλλιά ως άντρα νέο, ακμαίο, ενώ την απλότητα και αφιλοκέρδειά του συμβολίζει η απέριττη στολή του, με μοναδικό στολίδι τις χρυσές επωμίδες, που υποδηλώνουν τον υψηλό βαθμό που είχε ο Υψηλάντης στον ρώσικο στρατό.
Παρουσιάζοντάς τον μονόχειρα και με το παράσημό του, ο τεχνίτης θέλησε να θυμίσει στους Γερμανούς πως ο Αλέξανδρος Υψηλάντης είχε πολεμήσει και είχε πληγωθεί στη Μάχη της Λειψίας, ή σύμφωνα με άλλους, στη Δρέσδη, πάντως στον πόλεμο κατά του Ναπολέοντα, του μεγάλου τους εχθρού!
Ντάμα σπαθί, σε δεύτερη δηλαδή θέση μετά τον Υψηλάντη, και άρα ιδιαίτερα τιμητική, είναι η «Πριγκίπισσα Μουρούζη», εικονιζόμενη πλούσια ντυμένη, με διάδημα και πέπλο. Ήταν χήρα του Δημητρίου Μουρούζη που αποκεφαλίστηκε το 1812 με την αιτιολογία ότι είχε υπογράψει τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου.
Όμως, η εξαιρετικά συμβολική χρήση του ονόματος Μουρούζη στην τράπουλα παραπέμπει στη θανάτωση από τους Οθωμανούς κι άλλων δύο Μουρούζηδων, του Κωνσταντίνου, γραμματέα και διερμηνέα του Πατριαρχείου, και του αδελφού του Νικόλαου, διερμηνέα του στόλου.
Έτσι, ο τεχνίτης υπενθυμίζει τις σφαγές της Κωνσταντινούπολης, όταν η επίβλεψη της πριγκίπισσας Μουρούζη ανατέθηκε σκόπιμα στον Πατριάρχη Γρηγόριο Ε’, αφού η Πύλη έψαχνε «επιχείρημα» για το, διαπραχθέντα τελικά, απαγχονισμό του, προβλέποντας τη φυγάδευση της Μουρούζη από την Πόλη.
Γίνεται σαφής μνεία στον ηρωισμό του Πατριάρχη, για να αποφευχθεί η απεικόνισή του σε μια τράπουλα. Επιπλέον, συμβολίζει τις τόσες χήρες μητέρες.
Ο ρήγας καρό, που φέρει την επιγραφή «Πρίγκιπας Οδυσσέας» και παρουσιάζει έναν νέο άνδρα με κομψή πριγκιπική εμφάνιση και με το δεξί του χέρι να τείνει σε μια ηγεμονική κίνηση, είναι βέβαια ο Οδυσσέας Ανδρούτσος.
Ο επιφανής αυτός αγωνιστής της Επανάστασης έγραψε στις 8 Μαΐου 1822 μία από τις λαμπρότερες σελίδες του Αγώνα, πείθοντας τους Γαλαξιδιώτες να διαθέσουν τη ναυτική δύναμή τους και κατανικώντας τους Τούρκους στη Μάχη στο Χάνι της Γραβιάς, παίρνοντας παράλληλα εκδίκηση και για το θάνατο του φίλου του Αθανάσιου Διάκου στη Μάχη της Αλαμάνας.
Η ντάμα καρό έχει την επιγραφή «Έλενα Τοπόλη» και απεικονίζει μια γυναίκα εξαιρετικά πλούσια ντυμένη, με λεπτό διάδημα, πέπλο, γούνα και περιδέραιο. Το όνομα, που δεν αναφέρεται από ιστοριογράφους της εποχής, ίσως να μην είναι υπαρκτό, όμως το συναντάμε σε ένα γερμανικό φιλελληνικό ποίημα, δημοσιευμένο στις 11 Οκτωβρίου 1821.
Συμπυκνώνοντας τα δεινά τόσων αθώων ομοεθνών της, η τραγική νεαρή γυναίκα παρουσιάζεται στο ποίημα να την έχουν απαγάγει οι εχθροί, αφού κατακρεούργησαν τον πατέρα της και κατέστρεψαν το σπίτι τους, και ο αδελφός της, μην μπορώντας να τη σώσει, τη σκοτώνει, για να την απαλλάξει από την ατίμωση και αιχμαλωσία.
Ο ρήγας μπαστούνι φέρει την επιγραφή «Γιορντάκι» και αναφέρεται προφανώς στον Γιωργάκη Ολύμπιο, που διορίστηκε το 1820 από τον Υψηλάντη αρχιστράτηγος των επαναστατικών δυνάμεων στη Μολδοβλαχία, γι’ αυτό και εμφανίζεται με το κάλυμμα της κεφαλής του μαύρο, σε σχήμα κυλίνδρου, και να φέρει το σύμβολο των Ιερολοχιτών (κρανίο και κάτω από αυτό δύο οστά χιαστί).
Αγωνιζόμενος με ενθουσιασμό, γενναιότητα και θάρρος, στη μοιραία Μάχη του Δραγατσανίου (7 Ιουνίου 1821) με πολύ κόπο και άμεσο κίνδυνο της ζωής του κατόρθωσε να περισώσει τη Σημαία και τα λείψανα του Ιερού Λόχου.
Ντάμα μπαστούνι, μια φιγούρα με την πλέον λιτή διακόσμηση και σεμνή εμφάνιση, χωρίς κοσμήματα και χωρίς πανωφόρι, με ένα απλό φόρεμα και πέπλο χωρίς διάδημα, να κρατάει στο αριστερό της χέρι ένα σταυρό, παραπέμποντας στη νεότητα και αγνότητα της εικονιζόμενης, είναι η αδελφή των Υψηλάντηδων, η οποία συμβολίζει τις τόσες τραγικές μορφές των προσευχόμενων αδελφών.
Ρήγας κούπα, με την επιγραφή «Πρίγκιπας Καντακουζηνός», είναι ο Γιώργος Καντακουζηνός, από τους πρωτεργάτες της επανάστασης στη Μολδοβλαχία και ο πρώτος διοικητής του Ιερού Λόχου, τον οποίο εκπαίδευσε. Εμφανίζεται να φοράει πλούσια στολή αξιωματικού, ενώ οι λαβές δύο πιστολιών καταλαμβάνουν το κέντρο της εικόνας.
Ντάμα κούπα είναι η Λασκαρίνα Πινότση, ή Μπουμπουλίνα, η οποία σε αντίθεση με τις άλλες «ντάμες» εμφανίζεται με τα μαλλιά της λυτά να ανεμίζουν στον αέρα και με το χέρι υψωμένο σε προτροπή. Μητέρα επτά παιδιών και δύο φορές χήρα, ήταν η μόνη γυναίκα που μυήθηκε στα μυστικά της Φιλικής Εταιρείας, και με την ενθουσιώδη μορφή της, την οποία προσέδωσε ο προφανώς συγκινημένος με τη δύναμη της ελληνικής ψυχής τεχνίτης στην «ντάμα της καρδιάς» και που εκφράζει την αποφασιστικότητα και αγωνιστικότητα όλων των Ελλήνων, συμβολίζει την ελπίδα της επιτυχούς έκβασης της Επανάστασης.
Οι βαλέδες (σπαθί με την επιγραφή «Αρναούτης», δηλ. Αλβανός, παραπέμποντας στον Αλή Πασά, καρό ο «Μωραΐτης», μπαστούνι ο «Υδραίος» και κούπα ο «Ιερολοχίτης») πληροφορούν για τις στρατιωτικές δυνάμεις που διέθεταν οι Έλληνες: ναυτικές με τον Υδραίο, χερσαίες, που υποδηλώνει ο Πελοπόννησος, με τον Ιερό Λόχο, αλλά και τους Αλβανούς του Αλή Πασά.
Σήμερα, όταν οι πολιτικές και οικονομικές συγκυρίες και χειρισμοί δοκιμάζουν έντονα τα φιλελληνικά αισθήματα των λαών της ΕΕ, και ίσως αμφισβητούνται από την πλειονότητα των Ελλήνων, ας μην ξεχνάμε πως μόνο η αυτοθυσία, η γενναιότητα, η αγωνιστικότητα και η έμπρακτη αγάπη προς την πατρίδα μας μπορεί και πάλι να εμπνεύσει τους Ευρωπαίους και να επαναφέρει το μεγαλείο της ελληνικής ψυχής στις δύσκολες στιγμές της Ιστορίας, στη μνήμη των «συγκατοίκων» μας στο σπίτι που λέγεται Ευρωπαϊκή Ένωση.
Χριστίνα Χαφουσίδου