«Ουδέποτε στη ζωή μου εκδήλωσα ερωτικό σεξουαλικό ενδιαφέρον για ανήλικα πρόσωπα, ουδέποτε ήρθα σε ερωτική-σεξουαλική επαφή με οποιοδήποτε ανήλικο πρόσωπο, με ή χωρίς την συναίνεσή του, ουδέποτε έχω κάνει χρήση ναρκωτικών και ουδέποτε κατείχα ούτε διέθεσα σε οποιοδήποτε τρίτο οποιαδήποτε ναρκωτική ουσία».
Με αυτή την πρόταση ξεκινά το γραπτό απολογητικό υπόμνημα που παρέδωσε, σήμερα, στην ανακρίτρια ο Δημήτρης Λιγνάδης. Ο κατηγορούμενος για δύο βιασμούς αναφέρει στο υπόμνημα του ότι οι μηνύσεις και οι μαρτυρικές καταθέσεις σε βάρος του «είναι απολύτως ψευδείς και κατασκευασμένες και τις αρνούμαι κατηγορηματικά».
Η κόντρα με το ΣΕΗ, η Μπεκατώρου και η Ακρίτα
Σύμφωνα με τον ίδιο, όλη η σε βάρος του υπόθεση είναι κατασκευασμένη «από δικηγόρους που είναι νομικοί σύμβουλοι του ΔΣ του ΣΕΗ και ως υποδομή έχει την ευθεία αντιπαράθεσή μου εδώ και χρόνια με τα πρόσωπα που συγκροτούν το ΔΣ».
Σαν αιτίες για αυτή την κόντρα αναφέρει τον τρόπο που διαχειρίζονται την ένωση Ελλήνων ηθοποιών και τα χρήματα που έρχονται στην κατοχή τους.
Μάλιστα τονίζει πως« εξαιτίας αυτής της αντιπαραθέσεως υπάρχει χρόνια εχθρότητα μεταξύ εμού και αυτών και ιδίως με τον πρόεδρο αυτής και μέτριο ηθοποιό Σπύρο Μπιμπίλα, ο οποίος συμπτωματικά και όχι αξιοκρατικά βρίσκεται σε αυτή τη θέση».
Σε άλλο σημείο του υπομνήματος που αριθμεί 27 σελίδες, ο Δημήτρης Λιγνάδης αναφέρει ότι η υπόθεση εναντίον του ξεκίνησε με διαρροές σε «υποκινούμενα sites» ότι μετά τις αποκαλύψεις της Σοφίας Μπεκατώρου θα έρθουν και άλλες για κορυφαίο ηθοποιό ενώ όπως αναφέρει, μετά από αυτά ακολούθησαν στις 2 Φεβρουαρίου δημοσιεύματα «της γνωστής και συνδεόμενης πολιτικά με την αντιπολίτευση, κόρης παλαιών υπουργών, Έλενας Ακρίτα ότι θα παραιτηθώ από τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή του εθνικού θεάτρου…».
Οι μάρτυρες και η Επίδαυρος
Όπως σημειώνει, ακολούθησε μία κλιμάκωση ενεργειών με σκοπό «αρχικά, την ηθική εξόντωση μου δια του χαρακτηρισμού μου ως παιδόφιλου και βιαστή και όχι ο εγκλεισμός μου στην φυλακή», κάτι που συνέβη μετά την καταγγελία Μπεκατώρου. Στο υπόμνημα «στην πορεία όμως, άλλαξε το σχέδιό τους και με την προσδοκία ότι από αυτή την υπόθεση θα μπορούσαν να έχουν και οικονομικό κέρδος λόγω του κλίματος που είχαν πετύχει να δημιουργηθεί για το πρόσωπο μου, βρήκαν δύο αδίστακτους και ανήθικους ανθρώπους και έφτιαξαν δύο ιστορίες, μια τον Αύγουστο του 2010 και μία τον Αύγουστο του 2015, πιθανολογώντας ότι τον Αύγουστο που είναι ο μήνας των παραστάσεων στην Επίδαυρο και στα άλλα θερινά θέατρα, θα ήμουν στην Αθήνα, χωρίς καν να φροντίσουν να ελέγξουν τα προγράμματα των παραστάσεων και να έχουν μια στοιχειώδη αξιοπιστία».
Στο ίδιο υπόμνημα, παραθέτει λεπτομερώς όλα τα στοιχεία που κατά την άποψη του, καταρρίπτουν τους ισχυρισμούς των δύο καταγγελλόντων για τις πράξεις που του αποδίδουν. Επίσης αναφέρεται διεξοδικά και στην πρώτη μήνυση που κατατέθηκε σε βάρος του για παραγραμμένο αδίκημα αλλά και τη γυναίκα που κατέθεσε λίγες ώρες πριν εκδοθεί το ένταλμα σε βάρος του. Για την μάρτυρα μάλιστα αναφέρει πως «πρόκειται για μια κοπέλα που είχε εμμονή με το πρόσωπό μου» της οποίας την κατάθεση χαρακτηρίζει μυθοπλασία. Τέλος, αναφέρθηκε σε όλη την καλλιτεχνική του διαδρομή.
Λίγο αργότερα από την κατάθεση του υπομνήματος Λιγνάδη, το δικαστικό συμβούλιο απέρριψε την ένσταση ακυρότητας που είχε καταθέσει ο συνήγορός του Αλέξης Κούγιας και ο Δημήτρης Λιγνάδης ξεκίνησε την απολογία του στην ανακρίτρια.