Η εβδομάδα του γάμου στον Πόντο ήταν παραδοσιακά μια περίοδος έντονης προετοιμασίας, τόσο στο πατρικό της νύφης όσο και σε αυτό του γαμπρού. Δύο από τα έθιμα που πλέον δεν τηρούνται στους παραδοσιακούς ποντιακούς γάμους έχουν στον «πυρήνα» την οικογένεια του γαμπρού και είναι τα καλέσματα για το άνοιγμα των ψαθυριών και η προετοιμασία της σινέας (του κινά).
Τα γαμήλια αυτά έθιμα καταγράφει ο Θωμάς Ηλ. Σταθόπουλος στην «Ποντιακή Εστία» (1958, τχ. 97).
Από τα χαράματα της Τετάρτης πριν από τη στέψη η οικογένεια του γαμπρού έδινε εντολή σε μια γυναίκα να καλέσει τις συγγενείς, τις φίλες ή και τις συγχωριανές στο άνοιγμα των ζυμαρικών· είτε υπήρχε η οικονομική άνεση είτε όχι, επικρατούσε η συνήθεια να προετοιμάζουν τα γαμήλια ψαθύρια. Η γυναίκα που προσκαλούσε εκ μέρους της οικογένειας πρόσφερε ένα κερί. Το «ραντεβού» για το άνοιγμα των ζυμαρικών ήταν την Πέμπτη στο σπίτι του γαμπρού: άλλες έστηναν τα ζύμωτρα, άλλες κοσκίνιζαν, άλλες ετοίμαζαν τα απαραίτητα εργαλεία για το άνοιγμα των φύλλων.
Ταυτόχρονα οι νοικοκυρές ζύμωναν και τη σινέα, το κόκκινο χρώμα που χρησίμευε για το βάψιμο των νυχιών της νύφης. Η βαφή μεταφερόταν την Παρασκευή στη νύφη με πομπή από συγγενείς και γνωστές του γαμπρού, συνοδεία ποντιακής λύρας. Στο πατρικό της νύφης συνεχιζόταν το ζύμωμα, και στη συνέχεια η βαφή μοιραζόταν στα συγγενικά σπίτια. Το βράδυ της ίδιας ημέρας τα κορίτσια απ’ όλο το χωριό μαζεύονταν «για να σινάζουν τη νύφεν», να τραγουδήσουν και να χορέψουν με χιναγμένα χέρια. Παρόμοιο γλέντι γινόταν και στο σπίτι του γαμπρού:
Τη Λίτσασσας τα ρασία είν’ τσαγιρλία τζιμενλία
(χ)α παίρω την αγάπη μ’ θα βγαίνω σα ρασία.
Έναν κορτσόπον έμορφον εδέκε μεν καρύδε
επαρεκάλνεν κ’ έλεγεν έπαρ’ μεν δαχτυλίδε.