Ευδοκιμεί σε τόπους ορεινούς και θέλει πολύ και υγρό υπόστρωμα. Στα πλούσια εδάφη αποδίδει άφθονο καρπό. Η φουντουκιά, το δέντρο που δίνει τον «καφέ χρυσό» στον Πόντο, μπορεί σήμερα να οφείλει στα ελληνικά το όνομά της σε μια λέξη αντιδάνειο από την τουρκική γλώσσα, ωστόσο οι Λατίνοι τη γνώρισαν ως λεπτοκάρυον ή κάρυον το ποντικόν.
Τα λε(φ)πτοκάρυα ήταν πάντα από τα πιο φημισμένα προϊόντα που παρήγε η γη του Πόντου.
Σύμφωνα με την Εγκυκλοπαίδεια του Ποντιακού Ελληνισμού, η συγκομιδή ξεκινούσε στις 20 Ιουλίου, ανήμερα του Προφήτη Ηλία, και διαρκούσε μέχρι και τις αρχές Αυγούστου. «Θα κρεμάνωμεν το καλάθ’» ήταν η χαρακτηριστική φράση που υπονοούσε την έναρξη της συγκεκριμένης αγροτικής εργασίας, κατά τη διάρκεια της οποίας όλοι ήταν επί ποδός.
(Φωτ.: αρχείο Επιτροπής Ποντιακών Μελετών)
Αρχικά ετοιμάζονταν οι αποθήκες για να δεχτούν τη νέα σοδειά, τα καλάθια για τη συλλογή και οι τέντες για το άπλωμα του καρπού. Για τη συγκομιδή από το δέντρο χρησιμοποιούνταν εργάτριες, ενώ οι εργάτες ήταν αυτοί που συγκέντρωναν τον καρπό σε μεγάλα κοφίνια και τον άδειαζαν σε ένα σωρό. Ο σωρός ανακατευόταν (κλώσιμον) δύο και τρεις φορές την ημέρα με ειδικό φτυάρι, το λεγμετέρ’.
(Φωτ.: Flickr)
Ακολουθούσε χτύπημα των καρπών για να απαλλαγούν από το σαρκώδες πράσινο περίβλημα, την κάψα – σε αυτή τη φάση ο καρπός λέγονταν τσατσία (από το τσατσαλίζω=απογυμνώνω). Βέβαια κατά τη διαδικασία αυτή μέρος των λεπτοκαρύων σπάζουν, οπότε την ψίχα την κρατούσαν οι εργάτριες. Αυτό λέγεται και καντζολόγεμαν (από το καντζίν=ψίχα).
Στη συνέχεια τα νωπά ακόμα λεπτοκάρυα, τα σερκίγια όπως τα αποκαλούσαν, απλώνονταν στις αυλές, πάνω σε τέντες, για να αποξηραθούν.
(Φωτ.: Flickr)
Όλα τα σπίτια στον Πόντο εφοδιάζονταν με λεπτοκάρυα. Αρκετές οικογένειες είχαν δικά τους δέντρα. Οι υπόλοιπες τα προμηθεύονταν είτε από την αγορά, είτε από κείνα που τους δίνανε χάρισμα όταν εργάζονταν στη συγκομιδή. Επίσης, οι εργάτες κρατούσαν και από τα πασάκια, που ήταν το πέρασμα δεύτερο και τρίτο χέρι μετά τη συγκομιδή, είτε των δέντρων, είτε των υπολοίπων του ξεφλουδίσματος (καμπσούκια), κάτι αντίστοιχο με το σταχυολόγημα.
(Φωτ.: Flickr)
Άλλος, όχι και τόσο ασυνήθιστος τρόπος, ήταν η απόκρυψη κάθε φορά κάποιας ποσότητας λεπτοκαρύων σε εσωτερικές τσέπες της ενδυμασίας των γυναικών που βοηθούσαν στο μάζεμα ή στο ξεφλούδισμα (κλεψισμάτια). Το ίδιο αποδοτική ήταν η… μέθοδος που χρησιμοποιούσαν όσοι βοηθούσαν στα εργαστήρια διαχωρισμού ψίχας και καρπού.
Tα κέντρα παραγωγής και εμπορίας λεπτοκαρύων ήταν τρία: Η Κερασούντα, τα Κοτύωρα (Ορντού) και η Τραπεζούντα.
Ιδιαίτερα η περιφέρεια της Κερασούντας είχε ως κύριο εμπόριο την εξαγωγή της ψίχας στα μεγάλα λιμάνια της Ευρώπης, όπως Αμβούργο, Τεργέστη, Μασσαλία, αλλά και στην υπόλοιπη Τουρκία, Ρωσία, Ελλάδα και Αίγυπτο. Η παραγωγή και η εμπορία των λεπτοκαρύων συνέβαλε στην κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη της Κερασούντας. Η παραγωγή της Κερασούντας έφτανε τους 50.000-60.000 τόνους.
Μεγάλες φυτείες λεπτοκαρύων υπάρχουν σήμερα στα παράλια των Κοτυώρων. Για το λόγο αυτό η περιοχή ονομάζεται «Ριβιέρα λεπτοκαρύων».
- Με πληροφορίες από την Εγκυκλοπαίδεια Ποντιακού Ελληνισμού.