Η Γενοκτονία των Ποντίων αδελφών μας είναι ένα αυταπόδεικτο γεγονός διότι υπάρχουν ακόμα ζωντανές πιστοποιήσεις και δεν χρειάζεται άλλων μαρτυρία, διότι δυστυχώς ή ευτυχώς υπάρχουν τα φιλμαρισμένα ντοκουμέντα και οι φωτογραφίες. Παρακάτω παραθέτουμε τις καταγεγραμμένες απόψεις ατόμων που έπαιξαν σοβαρό ρόλο και δια της γραφίδας τους πιστοποίησαν ότι το κεμαλικό κίνημα χαρακτηριζόταν από φανατικό, επιθετικό και επεκτατικό εθνικισμό.
Όπως γράφει ο Νίκος Ψυρρούκης: «Η προσεκτικότερη μελέτη του κεμαλισμού μάς πείθει ότι πρόκειται για βαθιά αντιλαϊκή και αντιδημοκρατική θεωρία. Ο φιλοναζισμός και άλλες αντιδραστικές δοξασίες είναι νομοτελειακή εξέλιξη του κεμαλισμού… Ακόμα και οι κεμαλικές μεταρρυθμίσεις γίνονται με διοικητικές αποφάσεις από πάνω. Περιφρονούν τις πολιτιστικές παραδόσεις του τουρκικού λαού, εκφράζουν το σύμπλεγμα κατωτερότητας των Τούρκων αστών».
Το τέλος του 1921 σφραγίστηκε από τις φοβερές ωμότητες στον μικρασιατικό Πόντο, και ο Βρετανός αρμοστής στην Κωνσταντινούπολη σερ Horace Rumbold πληροφορεί τον υπουργό Εξωτερικών Curzon: «Οι Τούρκοι φαίνεται ότι δρουν βάσει προμελετημένου σχεδίου για την εξόντωση των μειονοτήτων… Όλοι οι άνδρες ηλικίας άνω των 15 ετών της περιφερείας Τραπεζούντος και της ενδοχώρας εκτοπίστηκαν στα εργατικά τάγματα του Ερζερούμ, Καρς και Σαρήκαμις».
Βασισμένος σε μια σειρά επισήμων αναφορών ο Βρετανός πρωθυπουργός Λόιντ Τζορτζ προβαίνει σε δημόσιες δηλώσεις στη Βουλή των Κοινοτήτων (House of Commons. The Parliamentary Debates), Fifth Series, τόμ. 157): «…(στον Πόντο) δεκάδες χιλιάδες (Έλληνες) άνδρες, γυναίκες και παιδιά απελαύνονταν και πέθαιναν. Ήταν καθαρή ηθελημένη εξολόθρευση. “Εξολόθρευση” δεν είναι δικιά μου λέξη. Είναι η λέξη που χρησιμοποιεί η Αμερικανική Αποστολή».
Ο Πρωθυπουργός της Αγγλίας σερ Γουίνστον Τσόρτσιλ στο βιβλίο του The World Crisis, τόμ. V, γράφει: «… οι φοβεροί εκτοπισμοί των Ελλήνων από την Τραπεζούντα και τη Σαμψούντα, που είχαν γίνει το φθινόπωρο του 1921, έφταναν τώρα για πρώτη φορά στην Ευρώπη».
Ο Αμερικανός ταγματάρχης Γιόουελ δίνει μια εικόνα του μικρασιατικού Πόντου το 1921: «Πτώματα, πτώματα σε όλο το μήκος της πορείας των εκτοπιζομένων… Φρίκη και πτώματα».
Ο Αμερικανός δημοσιογράφος Γκίμπονς γράφει: «Η πεδιάδα της Μαλάτειας ήταν στρωμένη με πτώματα Ελλήνων ».
Μαρτυρίες Σοβιετικών : Οι σοβιετικοί που υπήρξαν οι βασικοί σύμμαχοι του κεμαλικού εθνικισμού τα πρώτα χρόνια της εμφάνισής του. Είναι οι πιθανότητες οι μπολσεβίκοι να αντάλλαξαν με τον τρόπο αυτό την υποστήριξη του παντουρκιστικού κινήματος που δρούσε στη Ρωσία στην Οκτωβριανή τους Επανάσταση. Για αυτό τον λόγο οι σοβιετικοί λοιπόν προμήθευσαν τους κεμαλικούς με όπλα, χρήματα, στρατιωτικούς συμβούλους. Η τουρκική αντεπίθεση στο μικρασιατικό μέτωπο κατά των ελληνικών στρατευμάτων το 1921, οργανώθηκε από τον Μ. Φρούνζε, στρατιωτικό απεσταλμένο των σοβιετικών. Κατά συνέπεια, η μαρτυρία των αποσταλμένων αυτών έχει ιδιαίτερη αποδεικτική σημασία.
O Φρούνζε, έδωσε μια από τις ελάχιστες μαρτυρίες για τους ηττημένους αντάρτες: «Συναντήσαμε μια μικρή ομάδα από 60-70 Έλληνες, οι οποίοι μόλις είχαν καταθέσει τα όπλα. Όλοι τους είχαν εξαντληθεί στο έπακρο… Άλλοι έμοιαζαν κυριολεκτικά με σκελετούς. Αντί για ρούχα κρέμονταν από τους ώμους τους κάτι απίθανα κουρέλια. Στο κέντρο της ομάδας βρίσκονταν ένας ψηλός κι’ αδύνατος παπάς, φορώντας το καλυμαύχι του… Φυσούσε κρύος αέρας και όλη η ομάδα κάτω από τα σπρωξίματα των συνοδών-στρατιωτών, κατευθυνόταν με πηδηματάκια προς τη Χάβζα. Μερικοί όταν μας αντίκρυσαν, άρχισαν να κλαίνε δυνατά ή μάλλον να ουρλιάζουν, μια και ο ήχος που ξέφευγε από τα στήθη τους, έμοιαζε περισσότερο με ουρλιαχτό κυνηγημένου ζώου» . Ο Φρούνζε περιέγραψε και άλλο ένα περιστατικό. Όταν περνούσαν δίπλα από μια ομάδα αιχμάλωτων Ελλήνων στη Μερζιφούντα, ένας από τους αιχμαλώτους φώναξε στη σοβιετική αντιπροσωπεία ότι ήταν και αυτοί ένοχοι γιατί ενίσχυαν τον Κεμάλ και τους Τούρκους. Το συναίσθημα αυτό των ανταρτών του δυτικού Πόντου ήταν εξαιρετικά έντονο. Ο οπλαρχηγός Κισά Μπατζάκ (Κοντοπόδης) διακύρησσε: «… oι Ρώσοι κομμουνιστές δώσανε όπλα στον Κεμάλ για να χτυπήσει εμάς, του έδωσαν υποστήριξη, απελευθέρωσαν όλους τους Τούρκους στρατιώτες που είχαν συλλάβει αιχμαλώτους όταν μπήκαν στην Τραπεζούντα». Υποστήριζε ότι οι κομμουνιστές κατέδιδαν τις προσπάθειες προμήθειας οπλισμού των ανταρτών από τη Ρωσία και παρέδιδαν Πόντιους στους Τούρκους.
Ο Φρούνζε έγραφε τα εξής για την πολιτική του Τοπάλ Οσμάν: «…όλη αυτή η πλούσια και πυκνοκατοικημένη περιοχή της Τουρκίας, ερημώθηκε σε απίστευτο βαθμό. Απ’ όλο τον ελληνικό πληθυσμό των περιοχών της Σαμψούντας, της Σινώπης και της Αμάσειας απόμειναν μόνο μερικές ανταρτοομάδες που περιπλανιόντουσαν στα βουνά. Εκείνος που έγινε περισσότερο γνωστός για τις θηριωδίες του ήταν ο αρχηγός των Λαζών Οσμάν Αγάς, ο οποίος πέρασε δια πυρός και σιδήρου με την άγρια ορδή του όλη την περιοχή.»
Ο Αράλοβ, σοβιετικός πρέσβης στην Άγκυρα, ενημερώθηκε στη Σαμψούντα από τον αρχιστράτηγο Φρούνζε. Ο Φρούνζε του είπε ότι είχε δει πλήθος Έλληνες που είχαν σφαγιαστεί, «βάρβαρα σκοτωμένους Έλληνες -γέρους, παιδιά, γυναίκες». Προειδοποίησε επίσης τον Αράλοβ για το τι επρόκειτο να συναντήσει πτώματα σφαγιασμένων Ελλήνων τους οποίους είχαν απαγάγει από τα σπίτια τους και είχαν σκοτώσει πάνω στους δρόμους.
Για το θέμα αυτό ο Αράλοβ είχε ιδιαίτερη συνομιλία με τον Κεμάλ. Αναφέρει ο ίδιος: «Του είπα (του Κεμάλ) για τις φρικτές σφαγές των Ελλήνων που είχε δει ο Φρούντζε και αργότερα εγώ ο ίδιος. Έχοντας υπ’ όψη μου τη συμβουλή του Λένιν να μην θίξω την τουρκική εθνική φιλοτιμία, πρόσεχα πολύ τις λέξεις μου…» Ο Κεμάλ απάντησε ως εξής στις «επισημάνσεις» του Φρούνζε: «Ξέρω αυτές τις βαρβαρότητες. Είμαι κατά της βαρβαρότητας. Έχω δώσει διαταγές να μεταχειρίζονται τους Έλληνες αιχμαλώτους με καλό τρόπο… Πρέπει να καταλάβετε τον λαό μας. Είναι εξαγριωμένοι. Ποιοι πρέπει να κατηγορηθούν για αυτό; Εκείνοι που θέλουν να ιδρύσουν ένα “Ποντιακό κράτος” στην Τουρκία…»
Ο Φρούνζε στο βιβλίο του «Αναμνήσεις από την Τουρκία» γράφει: «Από τους 200.000 Έλληνες που ζούσανε στη Σαμψούντα, τη Σινώπη και την Αμάσεια έμειναν λίγοι μόνο αντάρτες που τριγυρίζουν στα βουνά. Το σύνολο σχεδόν των ηλικιωμένων, των γυναικών και των παιδιών εξορίστηκαν σε άλλες περιοχές με πολύ άσχημες συνθήκες. Πληροφορήθηκα ότι οι Τσέτες του Οσμάν Αγά (σ.τ.σ. Τοπάλ Οσμάν) έσπειραν τον πανικό στην πόλη Χάβζα. Έκαψαν, βασάνισαν και σκότωσαν όλους τους Έλληνες και Αρμένιους που βρήκαν μπροστά τους. γκρέμισαν όλες τις γέφυρες. Παντού υπήρχαν σημάδια γκρεμίσματος. Η διαδρομή από την πόλη Καβάκ προς το πέρασμα Χατζηλάρ θα μείνει για πάντα στη μνήμη μου όσο θα ζω. Σε απόσταση 30 χιλιομέτρων συναντούσαμε μόνο πτώματα. Μόνο εγώ μέτρησα 58. Σ’ ένα σημείο συναντήσαμε το πτώμα μιας ωραίας κοπέλας. Της είχανε κόψει το κεφάλι και το τοποθέτησαν κοντά στο χέρι της. Σε κάποιο άλλο σημείο υπήρχε το πτώμα ενός άλλου ωραίου κοριτσιού, 7-8 χρονών, με ξανθά μαλλιά και γυμνά πόδια. Φορούσε μόνο ένα παλιό πουκάμισο. Απ’ ότι καταλάβαμε, το κοριτσάκι καθώς έκλαιγε, έχωσε το πρόσωπό του στο χώμα, δολοφονημένο από το κάρφωμα της λόγχης του φαντάρου.»
Η τελευταία πράξη του δράματος γράφτηκε στη Σμύρνη, την πρωτεύουσα της Ιωνίας, τον Σεπτέμβριο του 1922, κάτω από τα απαθή βλέμματα των συμμάχων μας και ενώ ο ελληνικός στρατός είχε αποχωρήσει, εγκαταλείποντας τους Έλληνες της Ιωνίας στο έλεος των κεμαλικών στρατευμάτων. Όπως γράφει ο Γουίνστον Τσόρτσιλ: «Ο Κεμάλ γιόρτασε τον θρίαμβό του με τη μεταβολή της Σμύρνης σε τέφρα και την τεράστια σφαγή τού εκεί χριστιανικού πληθυσμού».
Η γενοκτονία των Ελλήνων στον Πόντο υπήρξε το αποτέλεσμα της απόφασης των Τούρκων εθνικιστών για επίλυση του εθνικού προβλήματος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τη φυσική εξαφάνιση των γηγενών εθνοτήτων. Το φυσιολογικό μέλλον της Αυτοκρατορίας αυτής το είχε περιγράψει γλαφυρά η Ρόζα Λούξεμπουργκ: «Η Τουρκία δεν μπορεί να αναγεννηθεί σαν σύνολο γιατί αποτελείται από διαφορετικές χώρες. Κανένα υλικό συμφέρον, καμιά κοινή εξέλιξη που θα μπορούσε να τις συνδέσει δεν είχε δημιουργηθεί! Αντίθετα, η καταπίεση και η αθλιότητα της κοινής υπαγωγής στο τουρκικό κράτος γίνονται όλο και μεγαλύτερες! Έτσι δημιουργήθηκε μια φυσική τάση των διαφόρων εθνοτήτων να αποσπασθούν από το σύνολο και να αναζητήσουν μέσα από μια αυτόνομη ύπαρξη το δρόμο για μια καλύτερη κοινωνική εξέλιξη. Η κρίση της Ιστορίας για την Τουρκία είχε πια βγει: βάδιζε προς την διάλυση.»
Με το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η ήττα της οθωμανικής αυτοκρατορίας προοιωνίζεται την αντικατάστασή της από έθνη-κράτη (Τουρκία στο μεγαλύτερο μέρος της Μικράς Ασίας, Ιωνία και Ανατολική Θράκη ενωμένα με την Ελλάδα, Αρμενία, Κουρδιστάν και πιθανόν ανεξάρτητος Πόντος) με βάση τους πληθυσμούς. Οι Έλληνες, οι οποίοι ήταν περισσότεροι από το ένα τέταρτο του συνολικού οθωμανικού πληθυσμού, με τη Συνθήκη των Σεβρών βρέθηκαν να ελέγχουν το ένα έκτο του οθωμανικού εδάφους, ενώ εξαιρέθηκε το έδαφος του Πόντου. Η προοπτική αυτή, που διασφάλιζε εν μέρει τους πληθυσμούς από την πλήρη εξόντωση, δεν υλοποιήθηκε τελικά. Η ελλαδική παρουσία στην Ιωνία την περίοδο 1919-1922 ουδόλως ανέτρεψε τα όσα είχαν δρομολογηθεί από το 1908. Ο τουρκικός εθνικισμός, με την ηγεσία του Κεμάλ Ατατούρκ, έδωσε την ύστατη μάχη του, βοηθούμενος από τους μπολσεβίκους, τους Ιταλούς, τους Γάλλους, τον μουσουλμανικό κόσμο και τον ελληνικό διχασμό. Οι Αμερικανοί υποστήριζαν την ακεραιότητα της Τουρκίας προσβλέποντας σε ένα μελλοντικό προτεκτοράτο…
Απόσπασμα από το βιβλίο “‘Ελληνες του Πόντου” του Βλάση Αγτζίδη.