Ο Λεωνίδας Ιασονίδης, παρότι πτυχιούχος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινουπόλεως, αποφάσισε να μην ασκήσει το επάγγελμα και να αφοσιωθεί στην πολιτική, καθώς μέσω αυτής θα μπορούσε να φτάσει πιο κοντά στην εκπλήρωση του ονείρου του, το οποίο ήταν η αποκατάσταση του υπόδουλου ελληνισμού.
«Ξηρανθήτω ημίν ο λάρυγξ, εάν επιλαθώμεθά σου ω πάτριος Ποντία γη.»
Η δράση του ξεκίνησε το 1919, όταν εκλέχθηκε αντιπρόσωπος της απελευθερωτικής Εθνοσυνέλευσης των Ποντίων. Αγωνίστηκε με δραστήριες ενέργειες για την Ανεξαρτησία. Τροχοπέδη, όμως, στον αγώνα του στάθηκε η Μικρασιατική Καταστροφή, η οποία πλήγωσε το εθνοπατριωτικό του σθένος αλλά και τον οδήγησε στη συναισθηματική και οικονομική φθορά. Όσα εμπόδια κι αν συνάντησε, συνέχισε το έργο του τα επόμενα χρόνια ως Διευθυντής Περιθάλψεως Προσφύγων Θεσσαλονίκης, ως υπουργός Πρόνοιας και ως Γενικός Διοικητής Βορείου Ελλάδος.
Το 1931 ζήτησε άδεια για τη μεταφορά της ιστορικής εικόνας της Παναγίας Σουμελά από τον Πόντο στην Ελλάδα, πρόταση που ικανοποιήθηκε από τον πρωθυπουργό της Τουρκίας Ισμέτ Ινονού.
Ο Ιασονίδης ήταν ο πρώτος που πρότεινε και τον επανενθρονισμό της σε μια νέα Παναγία Σουμελά σε κάποια περιοχή της Ελλάδας, η φιλόδοξη επιθυμία του όμως άργησε να πραγματοποιηθεί.
Η εικόνα φιλοξενήθηκε για 20 χρόνια στο Βυζαντινό Μουσείο της Αθήνας, και μόλις το 1951 ο Φίλων Κτενίδης θεμελίωσε την εικόνα στη Νέα Παναγία Σουμελά στις πλαγιές του Βερμίου, στην Καστανιά της Βέροιας.
Ο Λεωνίδας Ιασονίδης στάθηκε προσηλωμένος στον Ελευθέριο Βενιζέλο και στην ιδεολογία του φιλελευθερισμού, και αντιμαχόταν με ρητορική δεινότητα τους πολιτικούς του αντιπάλους, όμως κατόρθωνε πάντα να είναι συμπαθής και σεβαστός στους ανθρώπους της αντίπαλης παράταξης.
Για την πολιτική του δράση κέρδισε την ευγνωμοσύνη των προσφύγων, αλλά και την εκτίμηση και το σεβασμό του πανελληνίου.
Παρά τις υψηλές πολιτικές θέσεις που κατέλαβε και παρά το γεγονός ότι διαχειρίστηκε δισεκατομμύρια δραχμές της αποκατάστασης των προσφύγων, έζησε όλη του τη ζωή σεμνά και ταπεινά. Ζούσε πάντα σε ξενοδοχεία τρίτης κατηγορίας, δεν απέκτησε ποτέ ούτε κινητή ούτε ακίνητη περιουσία, και πέθανε φτωχός.