Άρθρο στο besacenter.org / Μετάφραση: Νίκος Χριστοφορίδης
Η Τουρκία ανέκαθεν είχε μια προνομιούχα σχέση με τη Γερμανία· ωστόσο η Άνγκελα Μέρκελ βελτίωσε περαιτέρω τη σχέση αυτή, όταν όρισε ως προστατευόμενό της στο διεθνές πολιτικό στερέωμα τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Η ενδυνάμωση των σχέσεων των δύο χωρών έχει παράλληλη πορεία, με τη σημαντική ενίσχυση των γερμανοτουρκικών στρατιωτικών και εμπορικών σχέσεων. Η εποχή Μέρκελ φτάνει σύντομα στο τέλος της και αυτό έχει σημάνει μια αλλαγή ως προς την αντιμετώπιση της Άγκυρας από το γερμανικό πολιτικό κατεστημένο.
Ο Τούρκος πρόεδρος δεν μπορεί να ποντάρει επ’ αόριστον στη γερμανική ανοχή.
Παρόλο που οι σχέσεις μεταξύ της Τουρκίας και των περισσοτέρων ευρωπαϊκών χωρών δεν είναι ομαλές, η Άγκυρα είχε το προνόμιο να αναπτύξει μια σταθερή και «ζεστή» στρατηγική σχέση με την Γερμανία ·μια σχέση που έχει τα θεμέλια της έναν αιώνα πριν, στη συμμαχία των δύο χωρών κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο τότε πρόεδρος της Τουρκίας Ismet İnönü υπέγραψε σύμφωνο φιλίας με τη Ναζιστική Γερμανία. Η Τουρκία δεν ενεπλάκη στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο παρά μερικούς μόνο μήνες πριν από τη λήξη του, έπειτα από μεγάλες πιέσεις των Συμμάχων το 1945.
Το 1961, οι δύο χώρες υπέγραψαν συμφωνία για τη δημιουργία ενός προγράμματος εισαγωγής ανειδίκευτου εργατικού δυναμικού από την Τουρκία στην Γερμανία. Σήμερα, περίπου 4 εκατομμύρια Τούρκοι ζουν και εργάζονται στη Γερμανία, αριθμός που τους καθιστά τη μεγαλύτερη μεταναστευτική κοινότητα στη χώρα.
Η άνοδος της Άνγκελα Μέρκελ (2005) και του Ερντογάν (2003) στην εξουσία συνέπεσαν χρονολογικά, με τις διμερείς σχέσεις των δύο χωρών να παίρνουν μια πορεία πρωτόγνωρης ενδυνάμωσης. Ο Ερντογάν προχώρησε στην μετατροπή του τουρκικού κυβερνητικού συστήματος σε ένα προεδρικό μοντέλο, του οποίου και ηγείται από το 2014.
Διαβάστε τη συνέχεια εδώ.
- Πηγή: infognomonpolitics.gr.