Οι μνήμες μου από την ποντιακή διατροφή δεν συνδέονται ουδόλως με τη χρήση της ποντιακής διαλέκτου, αφού μου στέρησαν την εκμάθησή της προκειμένου να ενσωματωθώ (έμαθα πολύ αργότερα) στην ελληνική πραγματικότητα και να μην έχω προβλήματα αποδοχής στο σχολείο και στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον. Τόσο καταλάβαινα τότε, τόσο αντέδρασα. Μόνο τώρα έρχεται το κύμα να με σκεπάσει και να θέλω να γευτώ ό,τι μυρίζει Πόντο.
Ευτυχώς, όμως, οι γεύσεις όπως τις μετέφεραν οι παππούδες μας απευθείας από την Ποντιακή Γη, και που δεν έλειψαν ποτέ από το σπίτι, συνδέονται με τις ποντιακές εκφράσεις, και αυτό με παρηγορεί κάπως.
Μη θεωρήσετε τώρα ότι ήμουν πανευτυχής με ό,τι μαγειρευόταν σπίτι. Όταν η μαμά έφτιαχνε «μαύρα λάχανα με τα φασούλια» (θυμάμαι την ηδονή στο βλέμμα της στην ιδέα και μόνο ότι θα τα γευόταν), δεν ήξερα πού να κρυφτώ και τι αρρώστια να επικαλεστώ για να μην πλησιάσω την κουζίνα. Το ίδιο και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας. Η μαμά μου το μαγείρευε μόνο για την ίδια! Το ακριβώς αντίθετο συνέβαινε όταν έφτιαχνε πιροσκί, που μπορεί να ξέρουμε ότι έχουν ρωσική καταγωγή, αλλά είναι βασικό πιάτο των Ποντίων. Τα πιροσκί έφερναν ευτυχία στην οικογένεια, με τη γεύση της πατάτας να τα απογειώνει. Οι Πόντιοι έφτιαχναν και λίγα με τυρί, αλλά η πατάτα ήταν ο βασιλιάς. Με ελαφρώς καμένο μοσχομύριστο κρεμμυδάκι.
Το τυρί ήταν για να ομορφύνει τον ουρανίσκο μας στο μοσχομυριστό περέκ, μια άλλη διάσταση της τυρόπιτας. Θυμάμαι τη γιαγιά μου τη Μάρθα, καθισμένη σε δύο σειρές από τούβλα, που προσπαθούσε να φτιάξει με ακρίβεια το ζυμάρι στρογγυλό για να το βάλει στη σόμπα που έκαιγε και να φτιάξει τα φυλλωτά. Τα φύλλα δηλαδή εκείνα που διπλωμένα ανάλογα θα έφτιαχναν με το κατάλληλο τυράκι το περίφημο περέκ. Το έκανε και με τσουκνίδα, αλλά και με ό,τι άλλα φρέσκα χόρτα έβρισκε. Ελπίζω να μη διαβαστεί ως μακάβριο, μα όταν έχασα τη μητέρα μου, αυτό που ζήτησε η αγαπημένη της Σοφία, που την είχε σαν αδελφή της, από τα προσωπικά της «αντικείμενα», τι ήταν λέτε; «Το μόνο που θέλω είναι τα φυλλωτά της», είπε και άνοιξε το ντουλάπι της κουζίνας. Τα φυλλωτά της μανούλας, αξία αδιαπραγμάτευτη.
Είναι πράγματα που δεν μπορούσαμε να αξιολογήσουμε με θετικό πρόσημο τότε, αλλά τώρα που ξεκίνησαν κάτι ενοχλήσεις στις αρθρώσεις, πώς να μην αναθεωρήσουμε;
Τέτοιο είναι το μεγάλο κόκαλο με το μεδούλι που σιγόβραζε επί ώρες και μύριζε όλο το σπίτι, για να παντρευτεί στη συνέχεια με λάχανο, καρότα, πατάτες, ό,τι λαχανικό υπήρχε, μπούκοβο και ό,τι άλλο καυτερό μπαχαρικό διέθετε η κουζίνα, για να τελειοποιηθεί το μπορτς, κλασικό πιάτο της ποντιακής κουζίνας μας. Τι κολλαγόνο και MSM και βασιλικό λιβάνι ψάχνουμε σήμερα για να δυναμώσουμε τις αρθρώσεις μας; Μπορτς με κόκαλο και το μεδούλι βρασμένο για ώρες. Ήξεραν καλά αυτοί, εμείς χάσαμε τον δρόμο της διατροφής.
Δεν ξεχνιέται κι εκείνο το καλαμποκίσιο αλεύρι που το καβούρδιζε η μανούλα μου στο αγνό, καλό «βούτορο» για να φτιάξει το «χαβίτς». Πώς να μας πείσουν τότε ότι αυτό ήταν ένα πιάτο γκουρμέ; Το γκουρμέ στο μυαλό μας ήταν η μπριζόλα με πατάτες στον φούρνο. Μόνο τότε έλεγες ότι τρως βασιλικά. Γιατί να μετρούσε το ζυμωτό ψωμί στο ποντιακό μου σπίτι, που επί επτά μέρες παρέμενε φρέσκο και νόστιμο, όταν κυκλοφορούσαν πια τα μοντέρνα ψωμιά που την επόμενη μέρα ήταν λάστιχα, αλλά ήταν της μόδας και «προσέθεταν αξία» στο κοινωνικό μας γίγνεσθαι;
Η κυρία Ελπίδα, καλή μας γειτόνισσα Πόντια από τη Ρωσία, μεγάλωσε παραδοσιακά την οικογένειά της και δεν παρέλειψε ούτε μία μέρα να φροντίσει για τις ποντιακές γεύσεις και μυρωδιές στο σπίτι της. Έλα όμως που το παράθυρο του δωματίου μου έβλεπε απευθείας στην πόρτα της αποθήκης τροφίμων της κ. Ελπίδας. Τι γεύση τουρσί επιθυμήσατε; Δεν υπήρχε λαχανικό, ζαρζαβάτι ή ό,τι άλλο που η κυρία Ελπίδα να μην το έκανε τουρσί κι εγώ να μη μεγαλώνω μ’ αυτή τη μυρωδιά στη μύτη. Μάλλον έτσι εξηγείται ότι δεν τρώω τα τουρσιά, παρότι θα έπρεπε να αναγνωρίζω την αξία τους.
Άφησα τελευταίο τον «τανωμένο σορβά», τη σούπα με το πλιγούρι και το εύγευστο σπιτικό γιαούρτι, που νομίζω θεράπευε όλες τις αρρώστιες των παιδιών και ενηλίκων σε κάθε ποντιακή οικογένεια… Η μυρωδιά του κρεμμυδιού και του δυόσμου με το λαδάκι στην επιφάνεια είναι μια εικόνα αναλλοίωτη στη μνήμη μου. Αυτές οι μνήμες συμβάλλουν στη διαμόρφωση του χαρακτήρα μας. Μας χαρίζουν ασφάλεια, αυτοπεποίθηση, σύνδεση με την οικογένεια και, προσωπικά, νιώθω προνομιούχα που μεγάλωσα παρακολουθώντας τη μαμά και τη γιαγιά μου να μαγειρεύουν. Μεγάλη προίκα. Τις ευχαριστώ από καρδιάς για τη γενναιοδωρία τους.
Σοφία Ιορδανίδου, δημοσιογράφος
- Αναδημοσίευση από το gastronomos.gr.