Η πλέον ενδιαφέρουσα είδηση την εβδομάδα που πέρασε ήταν το ξύπνημα, από το λήθαργο, του ΝΑΤΟ και η πρόταση του Γενικού Γραμματέα του για διάλογο μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας με σκοπό να αποφευχθεί στρατιωτικό επεισόδιο στην Ανατολική Μεσόγειο. Μόνο που ο κ. Στόλτενμπεργκ υπονόμευσε ο ίδιος την πρωτοβουλία του. Δήλωσε πως κάνει την πρόταση μετά από συνεννόηση με τις ηγεσίες των δύο χωρών αλλά η Αθήνα διέψευσε ότι ο Γραμματέας του ΝΑΤΟ μίλησε με τον υπουργό Εξωτερικών ή τον πρωθυπουργό. Προκαλεί εντύπωση γιατί ο κορυφαίος αξιωματούχος του ΝΑΤΟ υπέπεσε σε τέτοιο ατόπημα. Η εξήγηση είναι ότι θέλησε να προκαταλάβει την ελληνική κυβέρνηση στις προϋποθέσεις του διαλόγου.
Η Τουρκία δέχεται να συζητήσει για όλα άνευ προϋποθέσεων.
Η Ελλάδα θέτει, ορθώς, ως προϋπόθεση την απόσυρση του τουρκικού ναυτικού από τις περιοχές της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, όπου το «Oruç Reis» διενεργεί έρευνες. Και συζήτηση μόνο για υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ. Η Αθήνα δεν μπορεί να αποκλίνει από αυτήν τη θέση. Δεν μπορεί να γίνει διάλογος την ώρα που καταπατώνται ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα. Δεν μπορεί να γίνει διάλογος για όλες τις φαντασιώσεις της Άγκυρας.
Το παράξενο είναι ότι το ΝΑΤΟ υλοποιεί τη βούληση των Ηνωμένων Πολιτειών και η Ουάσιγκτον έχει πάρει σαφή θέση στο ζήτημα της τουρκικής παραβατικότητας. Έχει καλέσει επανειλημμένως την Τουρκία να σταματήσει τις προκλήσεις. Τότε, προς τι η ταύτιση της ΝΑΤΟϊκής θέσης με την τουρκική; Η μόνη εξήγηση που μπορεί να δοθεί είναι η αλλοπρόσαλλη πολιτική του προεδρικού περιβάλλοντος στην Ουάσιγκτον. Ένα από τα μεγάλα προβλήματα για να βρει την ισορροπία του το παγκόσμιο σύστημα, είναι το γεγονός ότι οι ΗΠΑ δεν ξέρουν τι θέλουν. Έχουν επιμέρους θέσεις που πολλές φορές είναι αντιφατικές. Στο θέμα που αναλύουμε θέλουν να βοηθήσουν τον Ερντογάν. Στη μεσανατολική τους πολιτική, ιδιαίτερα στο Kουρδικό, δεν είναι σίγουρο ότι οι θέσεις τους ταυτίζονται με τις τουρκικές.
Το σίγουρο είναι ότι κανένα κυρίαρχο κράτος δεν θα δεχόταν να συνομιλήσει με κάποιο άλλο την ώρα που παραβιάζονται κυριαρχικά του δικαιώματα. Δεν μπορεί να το κάνει και η Ελλάδα.
Πάντως, καλώς, η Αθήνα δεν διακόπτει τη ΝΑΤΟϊκή πρωτοβουλία.
Πρωτοβουλία ειρήνευσης χρειάζεται αλλά με τις προϋποθέσεις που αναφέραμε. Να σταματήσουν τις προκλήσεις οι Τούρκοι. Και αυτό, παρά το γεγονός ότι το ΝΑΤΟϊκό περιβάλλον δεν υπήρξε ποτέ ευνοϊκό για την Ελλάδα. Το 1974 με την αδράνειά του βοήθησε στην κατάληψη της μισής Κύπρου από την Τουρκία. Λίγο αργότερα, όταν αναζητήθηκε ο τότε Γενικός Γραμματέας Ζόζεφ Λοuνς, η Ελλάδα πήρε την απάντηση ότι είναι σε διακοπές. Και όταν βρέθηκε, εξέφρασε το ομώνυμο «Δόγμα Λουνς».
Το ΝΑΤΟ δεν παρεμβαίνει στις διαφορές μεταξύ μελών του. Όταν λέμε δεν παρεμβαίνει δεν εννοούμε ότι δεν μπορεί να πάρει πρωτοβουλίες όπως αυτή των τελευταίων ημερών. Αλλά δεν κινητοποιείται στην ενεργοποίηση του Άρθρου 5 της Συμμαχίας. Ότι το ΝΑΤΟ υπερασπίζεται τα κράτη μέλη του αν δεχθούν επίθεση.
Προκύπτει ένα άλλο ερώτημα: τι ακριβώς, κάνει σήμερα το ΝΑΤΟ; Η μόνη περίπτωση που ενεργοποιήθηκε το άρθρο 5 ήταν στον πόλεμο του Ιράκ ως συμπαράσταση στις Ηνωμένες Πολιτείες οι οποίες δέχθηκαν τρομοκρατική επίθεση. Ενεργοποιήθηκε με τη μορφή προληπτικής παρέμβασης και στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας. Όχι, όμως, κατά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, όχι κατά των απειλών που δέχεται η Ελλάδα από την Τουρκία.
Στο προφανές ερώτημα τότε γιατί η Ελλάδα συμμετέχει στην Ατλαντική Συμμαχία, η απάντηση είναι: εάν δεν συμμετείχε τα πράγματα θα ήταν χειρότερα.
Η Ελλάδα παίρνει ό,τι μπορεί από το ΝΑΤΟ και για τα υπόλοιπα που έχουν σχέση με την άμυνά της φροντίζει τη διαμόρφωση και συμμετοχή σε αμυντικές συμμαχίες. Έχουμε γράψει, επανειλημμένως, γι’ αυτά τα μικρά ΝΑΤΟ. Μικρά ΝΑΤΟ, λοιπόν, ισχυρές ένοπλες δυνάμεις, ικανότατη διπλωματία και ισχυρή οικονομία.