Φώτιση καρδιάς και πνεύματος των ιθυνόντων ζήτησε, σήμερα, από τον Θεό ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, με αφορμή τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας και της Μονής της Χώρας στην Κωνσταντινούπολη σε τζαμιά.
Από τα ερείπια της Πατριαρχικής και Σταυροπηγιακής Μονής της Παναγίας Φανερωμένης στην Κύζικο της Μικράς Ασίας, όπου τελέστηκε η Θεία Λειτουργία για την Απόδοση της μεγάλης εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, ο Πατριάρχης εξέφρασε επιπλέον τον πόνο των χριστιανών για το γεγονός.
«Είναι γεγονός ότι η μετατροπή της Αγίας Σοφίας και τώρα της Μονής της Χώρας σε μουσουλμανικά τεμένη μας πόνεσε. Τα δύο αυτά μοναδικά μνημεία της Πόλης χτίστηκαν ως χριστιανικοί ναοί. Αποκαλύπτουν εύγλωττα την αλήθεια της ενανθρωπίσεως του Λόγου του Θεού, την Ομορφιά που σώζει τον κόσμο. Εκφράζουν το οικουμενικό πνεύμα της πίστεώς μας, την αγάπη και την ελπίδα της αιωνιότητος. Τα απαράμιλλα ψηφιδωτά και οι άλλες εικόνες τους αποτελούν ουράνια τροφή για τη ψυχή και ‘’ανεξάντλητο χαρά” για τα μάτια, όπως θα έλεγε και ο Αϊβαλιώτης Φώτης Κόντογλου, και ανήκουν στην παγκόσμια πολιτισμική κληρονομιά», τόνισε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος που χοροστάτησε στη Θεία Λειτουργία.
Χαρακτηριστικά σημείωσε «παρακαλούμε τον Θεό της αγάπης, της δικαιοσύνης και της ειρήνης να φωτίσει την διάνοια και τις καρδιές των υπευθύνων».
Αρχικά ο Πατριάρχης αναφέρθηκε στο φετινό προσκύνημα, για το οποίο είπε ότι «ήρθαμε και φέτος στο ιερό τούτο τόπο. Την ιστορική Μονή της Παναγίας Φανερωμένης Κυζίκου για να τιμήσουμε εν λειτουργική συνάξει την πανέορτον ημέραν της Αποδόσεως της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Τα εννιάμερα, όπως τα αποκαλεί η ευσέβεια του λαού μας. Βρισκόμαστε σε ιερά σεβάσματα τα οποία δεν τα αγγίζει ο πανδαμάτωρ χρόνος», πρόσθεσε.
Στη συνέχεια μίλησε για την παλιά αίγλη που είχαν τα μέρη της Κυζίκου και της Αρτάκης, για τα οποία είπε πως «δεν υπάρχουν εδώ οι ακμάζουσες εδώ κοινότητες, οι ναοί και τα μοναστήρια, σχολεία και τα άλλα πολλά ευαγή ιδρύματα μας» και συμπλήρωσε ότι «υπάρχει, όμως, το ακατάληπτο πνεύμα της Ρωμιοσύνης. Η γλυκιά πνοή την οποία αισθανόμαστε όταν βρισκόμαστε στα μέρη αυτά τα ευλογημένα».
«Κανείς δεν είναι εδώ απλός επισκέπτης. Είμαστε όλοι ταπεινοί προσκυνητές και κλίνουμε το γόνυ ενώπιον της Παναγίας Παρθένου αν ερχόμαστε τα τελευταία έτη στον ιερόν τούτο ναό», είπε, μεταξύ άλλων, ενώ σκιαγραφώντας το πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου υπογράμμισε πως αυτή αποτελεί τον πυρήνα της πίστης και της ευσέβειας των Ορθοδόξων.
Αναφερόμενος στους νέους, επισήμανε πως «Πρέπει να βοηθήσουμε τους νέους και τις νέες να συνειδητοποιήσουν το μέγα προνόμιο και το υψηλό χρέος να είναι φορείς και συνεχιστές της πατρώας παρακαταθήκης της Ρωμιοσύνης».