Περισσότερο λόγω παρασιτικής αντίληψης ενός κατεστημένου που ταλαιπωρεί τη χώρα εδώ και πολλές δεκαετίες και λιγότερο λόγω αντικειμενικών δυσκολιών, στην ελληνική πρωτεύουσα έχει διαμορφωθεί μια σωρεία ψευδαισθήσεων για τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα.
Οι δύο ακραίες της μορφές είναι από τη μια να πάρουμε τα όπλα και να πολεμήσουμε και από την άλλη να τα βάλουμε όλα στο τραπέζι διαπραγματεύσεων με την Τουρκία.
Οι εκφραστές της τελευταίας θα προσέφεραν περισσότερα στη χώρα αν χρησιμοποιούσαν για την εξεύρεση εναλλακτικών λύσεων την φαιά ουσία που καταναλώνουν για να δικαιολογήσουν την τουρκική επιθετικότητα.
Δεν πιστεύω στο διαχωρισμό πατριωτών και μειοδοτών. Όλοι επιθυμούν την ακεραιότητα της χώρας αλλά υπάρχει η ψευδαίσθηση πως με την Τουρκία η Ελλάδα μπορεί να τα βρεί. Κάνουν λάθος όσοι πιστεύουν πως θα την κατευνάσουν αν ικανοποιήσουν τις τρέχουσες απαιτήσεις της. Η Τουρκία θέλει να κυριαρχήσει στη Μεσόγειο, τη Μέση Ανατολή, τα Βαλκάνια και την Κεντρική Ασία.
Η Τουρκία δεν αντιμετωπίζεται πολιτικά και διπλωματικά. Θα σταματήσει μόνο αν συναντήσει σκληρή ισχύ. Δυστυχώς, μόνο αυτήν τη γλώσσα καταλαβαίνει. Φάνηκε όταν μετά το επεισόδιο σύγκρουσης των δύο φρεγατών απέσυρε το ερευνητικό της πλοίο και ηρέμησε το στόλο της για να εκτιμήσει όχι μόνο το μέγεθος της ζημιάς που υπέστη η φρεγάτα της αλλά και την αποφασιστικότητα της ελληνικής πλευράς.
Ο κ. Μητσοτάκης ήταν πολύ καθησυχαστικός. Οπότε ο Ερντογάν αναθάρρησε και άρχισε, πάλι, τις προκλήσεις.
Αυτή η φοβία του ελληνικού πολιτικού κατεστημένου απέναντι στην Τουρκία έχει να κάνει με την απειρία των ηγετών του και με την έλλειψη εξοικείωσης σε πολύ δύσκολες καταστάσεις. Αλλά και οι αποτυχημένες σύγχρονες προσπάθειες αντιπαράθεσης με την Τουρκία δημιούργησαν ένα σύνδρομο. Αυτό το σύνδρομο πρέπει να ξεπεραστεί. Και ξεπερνιέται με αυτοπεποίθηση και ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων.
Δυστυχώς, δεν υπάρχει άλλος δρόμος με την Τουρκία. Η Τουρκία δεν καταλαβαίνει άλλη γλώσσα. Ή θα της παραδοθείς, όπως έκανε το σύνολο των βαλκανικών χωρών, ή θα της προβάλλεις σκληρή ισχύ. Δεν πιστεύω πως υπάρχει έστω και ένας Έλληνας που θα θελήσει να της παραδοθεί. Άρα η λύση βρίσκεται στις ισχυρές Ένοπλες Δυνάμεις.
Υπάρχει και μια άλλη σχολή σκέψης, που παλιά χαρακτηριζόταν «φαναριώτικη» και σήμερα εκφράζεται από τη θεωρία του Ενδιάμεσου Χώρου του Δημήτρη Κιτσίκη, η οποία προτείνει συνεργασία, ακόμη και ομοσπονδοποίηση Ελλάδας-Τουρκίας. Δεν νομίζω πως συζητά κανείς στα σοβαρά αυτήν την άποψη. Ούτε στην Ελλάδα ούτε στην Τουρκία.
Το ερώτημα, τώρα, είναι αν μπορεί να αντιπαρατεθεί η Ελλάδα με την Τουρκία.
Και η απάντηση είναι θετική σ’ αυτό που θέλει να επιδιώξει η Ελλάδα. Παρά την εγκατάλειψή τους στον τομέα των εξοπλισμών τα τελευταία δέκα χρόνια, οι ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις μπορούν να προβάλλουν, ακόμη, σοβαρή ισχύ απέναντι στην Τουρκία. Υπάρχουν τομείς που υπερτερούν (έχω αναφερθεί σο παρελθόν) αλλά, κυρίως, το συγκριτικό τους πλεονέκτημα είναι το ανθρώπινο δυναμικό τους. Η αντιπαράθεση στη θάλασσα μεταξύ των δύο φρεγατών, ο εντοπισμός και ο εγκλωβισμός των υποβρυχίων της Τουρκίας (ένα, μάλιστα, το έστειλε ανοικτά του Σουνίου), οι αερομαχίες στον ουρανό του Αιγαίου, και άλλα, το μαρτυρούν.
Ο κυβερνήτης και το πλήρωμα της φρεγάτας «Λήμνος» επέδειξαν εξαιρετική ναυτοσύνη στην αντιπαράθεσή τους με την τουρκική φρεγάτα «Κεμάλ Ρέις», στην οποία επέβαινε και ο Τούρκος διοικητής φρεγατών. Η «Κεμάλ Ρέις» επιχείρησε, εν είδει μαγκιάς, να περάσει μπροστά από την ελληνική φρεγάτα αφού την επακουμβίσει αλλά το αποτέλεσμα ήταν η πρύμνη του τουρκικού πολεμικού να ακουμπήσει στην πλώρη του ελληνικού και να υποστεί σοβαρές ζημιές το τουρκικό πλοίο.
Λάθος η επικοινωνιακή τακτική της ελληνικής κυβέρνησης να αποσιωπήσει το γεγονός.
Ο Ερντογάν αφού συμφώνησε στην αρχή στην αποσιώπηση του γεγονότος για να εκτιμήσει την κατάσταση, εξέθεσε την ίδια μέρα και την Αθήνα και τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης αφού διαπίστωσε ότι όλα βρίσκονται υπό έλεγχο. Το ελληνικό ναυτικό υπερισχύει του τουρκικού στη ναυτοσύνη. Έχει, όμως, και υψηλό ηθικό. Οι συνεχείς προκλήσεις της Τουρκίας έχουν φέρει στο «αμήν» τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, οι οποίες είναι έτοιμες για κάθε είδους επιχείρηση αν πάρουν εντολή από την πολιτική ηγεσία.
Αντιθέτως, οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις καλούνται να υπερασπίσουν μια φαντασίωση για την οποία δεν είναι όλοι πεπεισμένοι. Ο Ερντογάν αντιλαμβάνεται ότι η πτώση της επιρροής του στην τουρκική κοινωνία μπορεί να φέρει το πολιτικό του τέλος (φαντάζεστε τι θα συμβεί μετά) και ανοίγει, συνεχώς, μέτωπα όχι μόνο στο εξωτερικό αλλά και στο εσωτερικό. Την Τετάρτη τα έβαλε με τον Κεμάλ γιατί υπέγραψε τη Συμφωνία της Λοζάνης και παραχώρησε με τη συμφωνία αυτή νησιά στην Ελλάδα, τα οποία ο Ερντογάν αλλά και ένα μέρος του τουρκικού κατεστημένου θεωρούν τουρκικά. Μιλάμε για κατοικημένα νησιά.
Ας μην έχουμε αυταπάτες πως η Τουρκία δεν θα διεκδικήσει ενόπλως τα νησιά αυτά αν δει ήπια αντίδραση από πλευράς Ελλάδας.
Οι διεθνείς συμφωνίες είναι καλές αλλά χρειάζεται και ισχύς για να επιβληθούν αν έχεις να κάνεις με έναν γείτονα όπως η Τουρκία. Η Συνθήκη των Σεβρών υπογράφηκε αλλά δεν εφαρμόστηκε γιατί την αμφισβήτησε η Τουρκία. Χρειάστηκε η μικρασιατική εκστρατεία για να επιβάλλει την άποψή του ο νικητής. Η συνθήκη της Λοζάνης, που καθορίζει τα σημερινά σύνορα της Ελλάδος, ισχύει εδώ και εκατό, περίπου, χρόνια αλλά την αμφισβητεί η Τουρκία του Ερντογάν.
Η συνέχιση της ισχύος της προϋποθέτει ένοπλη ισχύ. Διαφορετικά όχι, μόνο, τα νησιά αλλά και η Θράκη θα μπουν στο στόχαστρο της Άγκυρας. Ήδη, κάνει σχετικές νύξεις. Την σκληρή αντιπαράθεση με την Τουρκία δεν θα την αποφύγει η Ελλάδα όσους διαλόγους και να κάνει με τη γειτονική χώρα. Γι’ αυτό ο εκσυγχρονισμός των Ενόπλων Δυνάμεων σε μέσα, ανθρώπινο δυναμικό, δομή διοίκησης και επιχειρησιακό δόγμα είναι εκ των ουκ άνευ.
Οι Ένοπλες Δυνάμεις, ακόμη, μπορούν. Αλλά για να συνεχίσουν να επιτελούν το ρόλο τους πρέπει να ενισχυθούν. Είμαι σίγουρος ότι αυτό πιστεύει και ο κυβερνήτης της φρεγάτας «Λήμνος» Ιωάννης Σαλιάρης. Αυτό πιστεύουν και Τούρκοι πρώην επιτελείς, που στις τηλεοπτικές μεταδόσεις στη χώρα τους αναγνωρίζουν την ικανότητα και τις δυνατότητες των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων και υπογραμμίζουν πως ένα πόλεμος με την Ελλάδα μπορεί να έχει αβέβαιο αποτέλεσμα.