Βρισκόμαστε λίγες μέρες μετά την αποκλιμάκωση, που ακολούθησε μια ιδιότυπη κρίση που πήγε να ξεσπάσει μετά τη δέσμευση από πλευράς της Τουρκίας θαλάσσιας περιοχής με NAVTEX για έρευνες του σκάφους «Oruç Reis» – περιοχή που καταλαμβάνει ελλαδική, κυπριακή και ολίγον αιγυπτιακή υφαλοκρηπιδα-ΑΟΖ.
Θεωρήσαμε σωστό να κάνουμε μια αποτίμηση της κατάστασης, αφενός για να εξαχθούν ορισμένα συμπεράσματα για τη διαχείριση της κρίσης και αφετέρου για να δούμε τι θα πρέπει να περιμένουμε μετά τη λήξη της «εκεχειρίας».
Η Τουρκία θεωρεί ότι οι συμφωνίες που έκανε η Κυπριακή Δημοκρατία με Αίγυπτο, Ισραήλ και Λίβανο για οριοθέτηση της ΑΟΖ και η παραχώρηση θαλασσοτεμαχίων σε ενεργειακούς κολοσσούς, και η ανάλογη διαδικασία που ξεκίνησε η Ελλάδα, αποτελούν επιχείρηση αποκλεισμού της Τουρκίας από το «μεγάλο παιχνίδι» της ενέργειας της Ανατολικής Μεσογείου.
Επίσης, η Τουρκία θεωρεί ότι το Διεθνές Δίκαιο έχει κάποια κενά και δεν καλύπτει την περίπτωση των δικαιωμάτων που έχουν τα νησιά στις θαλάσσιες ζώνες, και πάντως αν εφαρμοστεί το Διεθνές Δίκαιο όπως το θέλει η Ελλάδα, η Τουρκία θα «φυλακιστεί» στα εδάφη της Ανατολίας και θα αποκλειστεί από τις θάλασσες.
Μάλιστα αυτά τα δύο –τον αποκλεισμό από τις θάλασσες και από το «μεγάλο παιχνίδι» της ενέργειας της Αν. Μεσογείου–, τα θεωρεί κάτι χειρότερο από τη Συνθήκη των Σεβρών, η οποία την διαμέλιζε.
Δημιουργώντας ένα καταδικό της σκεπτικό σε σχέση με την ερμηνεία του Διεθνούς Δικαίου, όπως για παράδειγμα ότι τα νησιά –όταν είναι ελληνικής ιδιοκτησίας– δεν έχουν υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ ή ότι τα νησιά του Αν. Αιγαίου βρίσκονται στη «λάθος πλευρά»(!), η Τουρκία συγκρότησε μια στρατηγική, με την οποία έχει τους εξής στόχους:
- Πρώτον, την ιδιοποίηση του μισού Αιγαίου.
- Δεύτερον, την ιδιοποίηση μεγάλου τμήματος των θαλάσσιων ζωνών της Αν. Μεσογείου, κλέβοντας θαλάσσιες ζώνες από την Κυπριακή Δημοκρατία.
- Τρίτον, την απόκτηση δικών της κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου, άσχετα αν αυτά βρίσκονται σε θαλάσσιες ζώνες ξένων χωρών
- Τέταρτον, τη μεταφορά του φυσικού αερίου της Αν. Μεσογείου, δηλαδή του Ισραήλ, της Κύπρου, του Λιβάνου, της Αιγύπτου και εκείνου που θα της «ανήκει», με αγωγό που θα κατευθύνεται στην Τουρκία.
- Πέμπτον, την ενεργειακή αυτάρκεια της Τουρκίας και τη μετατροπή της σε χώρα-διανομέα (και όχι τράνζιτ) φυσικού αερίου στις χώρες και τις αγορές της Ευρώπης, για να μπορέσει έτσι να καταστεί μια μεγάλη οικονομική και γεωπολιτική δύναμη.
Παρεμπίπτων στόχος είναι το πάγωμα των προγραμμάτων έρευνας και γεωτρήσεων της Κύπρου και της Ελλάδας στις θαλάσσιες ζώνες τους, γιατί η πρόοδος των προγραμμάτων δημιουργεί τετελεσμένα που δυσχεραίνουν την επίτευξη των πέντε προαναφερθέντων.
Πρέπει δε να τονίσουμε ότι έχει ένα πολύ καλά (άρτια, θα λέγαμε) συγκροτημένο στρατηγικό σχέδιο για να πετύχει τα παραπάνω, το οποίο το στηρίζει με όλους τους ενδεδειγμένους τρόπους – πολιτικούς, οικονομικούς, επικοινωνιακούς, στρατιωτικούς, τεχνικούς, συμμαχιών κτλ.
Το βασικό πρόβλημα αυτού του σχεδίου είναι το γεγονός ότι δεν στηρίζεται στο Διεθνές Δίκαιο και άρα δεν τυγχάνει της αποδοχής σχεδόν από καμία χώρα του κόσμου.
Η Τουρκία είχε ανάγκη ένα έρεισμα Διεθνούς Δικαίου στο σχέδιό της, το οποίο το βρήκε (ή μάλλον το δημιούργησε) με την υπογραφή των συμφωνιών με τη δοτή κυβέρνηση του Σαράτζ, στη Λιβύη.
Γι’ αυτόν το λόγο, αλλά και επειδή με συμφωνίες που υπέγραψε έγινε στην ουσία κάτοχος τεραστίων διαστάσεων κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην ΑΟΖ της Λιβύης, θεωρούμε ότι κεντρικός πυλώνας της όλης πολιτικής της για την Αν. Μεσόγειο-Κύπρο-Αιγαίο, είναι η πολιτική της στη Λιβύη.
Αν καταρρεύσει η πολιτική της Τουρκίας στη Λιβύη, πολύ δύσκολα θα μπορέσει να υλοποιήσει τις πολιτικές της στους άλλους επιμέρους τομείς της ευρύτερης περιοχής, όπως αυτές αναλύθηκαν παραπάνω.
Άρα, η «Κύρια προσπάθεια» της Τουρκίας (όπως λέγαμε στα επιτελικά) είναι η Λιβύη, και στρατηγικός στόχος η κατάληψη της Σύρτης, όπου καταλήγουν οι αγωγοί από τους οποίους εξάγεται το 50% του πετρελαίου της Λιβύης, τα έσοδα του οποίου τα έχει απόλυτη ανάγκη ο Ερντογάν.
Και με δεδομένο ότι ετοιμάζεται από μέρα σε μέρα να επιτεθεί στη Σύρτη, θεωρήσαμε ότι η έκδοση NAVTEX για έρευνες του «Oruç Reis» ήταν εσπευσμένη ενέργεια της Άγκυρας με περιορισμένο στόχο, τον οποίον εντοπίζουμε στην αποστολή μηνυμάτων σε Ελλάδα, Κύπρο, Ισραήλ, Αίγυπτο και Ευρώπη, ότι η Τουρκία δεν θα επιτρέψει την κατασκευή του αγωγού EastMed και την –έστω και μερική– οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών με την Αίγυπτο.
Να θυμίσουμε ότι λίγα εικοσιτετράωρα πριν από την ανακοίνωση της NAVTEX τα κοινοβούλια της Κύπρου και του Ισραήλ είχαν κυρώσει τη συμφωνία κατασκευής του αγωγού EastMed, και ο Έλληνας πρέσβης στο Κάιρο είχε προαναγγείλει την οσονούπω υπογραφή της συμφωνίας οριοθέτησης Ελλάδος-Αιγύπτου.
Κατά την άποψή μας δεν έχει και μεγάλη σημασία το ποιος παρενέβη για να ακολουθήσει η αποκλιμάκωση. Η Τουρκία δεν ήταν έτοιμη και ούτε ήταν αποφασισμένη να προκαλέσει μια κρίση.
Και η αποφυγή της κρίσης έγινε μονόδρομος, ειδικά όταν είδε την εξαιρετικά επιτυχημένη κινητοποίηση των Ενόπλων Δυνάμεων και κυρίως την ταχύτατη ανάπτυξη του στόλου, που υποδηλώνει αποφασιστικότητα και υιοθέτηση του δόγματος της αποτροπής από πλευράς της Ελλάδας.
Η αποστολή του «Barbaros» στην Κύπρο αποτελεί πράξη εκδίκησης στην αποτυχία της με τη NAVTEX, ενώ θεωρώ ότι οι θολές δηλώσεις πολιτικών και αξιωματούχων για «διάλογο» ακυρώνουν σε έναν βαθμό τα μηνύματα που εξέπεμψε η σωστή κινητοποίηση των Ενόπλων Δυνάμεων, ενώ οι δηλώσεις του τύπου «άλλο “Oruç Reis” και άλλο “Barbaros”» αποτελούν προσβολή στην προδομένη από την Αθήνα Κύπρο και δεν μπορούν παρά να ενταχθούν στη χορεία του πολιτικού παραλογισμού, για να μην κάνουμε άλλους πολύ βαρύτερους χαρακτηρισμούς!
Απλώς να σκεφτεί κανείς πώς θα αντιδρούσαν και τι δηλώσεις θα έκαναν πολιτικοί και κρατικοί αξιωματούχοι της Τουρκίας, εάν την επομένη της «αποκλιμάκωσης» η Ελλάδα έστελνε να κόβουν βόλτες επιδεικτικά ανοιχτά της Κερύνειας δύο φρεγάτες και ένα υποβρύχιο του ελληνικού πολεμικού ναυτικού. Προς Θεού, δεν εξισώνουμε τις δύο πράξεις, αυτή του «Barbaros» είναι πολύ χειρότερη και απολύτως παράνομη.
Γι’ αυτό, θα λέγαμε, εκείνοι που έκαναν αυτές τις ντροπιαστικές δηλώσεις να κάνουν δημόσια τουλάχιστον την αυτοκριτική τους, με δεδομένο ότι δεν είμαστε Ιάπωνες, οι οποίοι σε τέτοια περίπτωση θα έκαναν κάτι άλλο…
Εδώ είμαστε λοιπόν, και το ερώτημα είναι τι πρέπει να περιμένουμε.
Για όσους περιμένουν διάλογο, Χάγες και τα τοιαύτα, απλώς τους λέμε ότι έχουν μαύρα μεσάνυχτα – με την πολιτική έννοια. Η Τουρκία έχει συγκεκριμένους στόχους και μας λέει ξεκάθαρα: «βγείτε στο μεϊντάνι να πολεμήσετε ή ελάτε να παραδοθείτε». Το περιέγραψαν αυτό ο ίδιος ο Ερντογάν αλλά και ο αντιπρόεδρός του, που έβαλε και το πλαίσιο της παράδοσης του ελληνισμού, μέσα από τις κόκκινες γραμμές που μας περιέγραψε.
Η Τουρκία αναλύει την αντίδραση της Ελλάδας, παρακολουθεί τις κινήσεις ενίσχυσης των Ενόπλων Δυνάμεών μας και θα επανέλθει, αναλόγως της πορείας των εξελίξεων και της κατάληξης των στοχεύσεών της στη Λιβύη αλλά και των κινήσεων της Κύπρου και της Ελλάδας στο πεδίο της υλοποίησης των προγραμμάτων ερευνών και γεωτρήσεων στις θαλάσσιες ζώνες των δύο κρατών, τα οποία η Τουρκία απαιτεί να παγώσουν, όπως προαναφέρθηκε!
Ιδού πεδίο δόξης λαμπρόν για Κύπρο και Ελλάδα: Αποκλεισμός από το προσκήνιο των δημοσιολογούντων περί «ελληνικού μαξιμαλισμού» και των διαφόρων «προθύμων», ενίσχυση της αποτρεπτικής ισχύος και των δύο χωρών και σύναψη συμμαχιών με τις χώρες που απειλούνται και θίγονται τα συμφέροντά τους από τους νεοοθωμανικούς και παντουρκικούς-πανισλαμιστικούς σχεδιασμούς της Τουρκίας.
Και θα βγούμε νικητές.