Οι τελευταίες εξελίξεις, όσον αφορά την κλιμάκωση της τουρκικής προκλητικότητας και τη στάση των μεγάλων δυνάμεων, επιβεβαιώνουν ότι βρισκόμαστε σε διαρκή αναζήτηση ενός νέου σημείου ισορροπίας ισχύος και ρόλων. Πρόκειται για μια ενδοσυστημική ανακατάταξη, απόλυτα «εύλογη» και «συναφή» με τη μακροϊστορική εικόνα των διακρατικών ανταγωνισμών ισχύος, αν θέλουμε να την αναγνώσουμε με ψυχρούς όρους realpolitik. Αυτή που δεν είναι «εύλογη», είναι η ανορθολογική στάση της Ελλάδας και ενός πολιτικού προσωπικού το οποίο αδυνατεί –εν μέσω γενικευμένης φοβικότητας και αδιαφορίας– να βάλει σε μια σειρά προτεραιότητας έννοιες όπως: εθνικό συμφέρον, προσωπικές φιλοδοξίες, ιδεολογικές προσηλώσεις.
Μάλιστα, η εν λόγω αδυναμία επιχειρείται να συγκαλυφθεί μέσω εικοτολογιών, όπως βλέπουμε στην περίπτωση των ελληνογαλλικών συζητήσεων για την προμήθεια των φρεγατών Belhara και την εμβάθυνση της αμυντικής συνεργασίας Αθήνας-Παρισιού.
Το φως της δημοσιότητας βλέπουν πληροφορίες περί «αύξησης της τιμής των φρεγατών την τελευταία στιγμή από τους Γάλλους», περί «μη παροχής διευκολύνσεων στην αποπληρωμή (αριθμός δόσεων)», περί «αποζήτησης ενεχύρων», περί του «χρονικού ορίζοντα ισχύος της ρήτρας αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής» κ.ο.κ. Αλήθεια, γιατί δεν διατυπώθηκαν παρόμοιες «ανησυχίες» πριν από τη συμφωνία με τις ΗΠΑ για τον εκσυγχρονισμό των F16 σε Viper;
Είναι ξεκάθαρο ότι οι Αμερικανοί αναζητούσαν διιστορικά ένα σημείο ισορροπίας, προκειμένου να μην υπήρχε απόλυτη επικράτηση ενός μόνου δρώντα στην περιοχή. Σε αυτό το πλαίσιο κινήθηκαν και όσον αφορά τον εκσυγχρονισμό των ελληνικών πολεμικών αεροσκαφών, κατόπιν του οποίου η τουρκική πολεμική αεροπορία θα ωθείτο στην άμεση προμήθεια αεροσκαφών πέμπτης γενιάς, καθώς τα F16 Block50+, που τώρα διαθέτει, δεν θα μπορούν να αντεπεξέλθουν απέναντι στα ελληνικά Viper.
Στόχος, λοιπόν, υπήρξε η πίεση της Τουρκίας να προμηθευτεί F35, και να αποσυρθεί έτσι από το πρόγραμμα των ρωσικών S-400, αλλά και να βρεθεί ένα νέο σημείο ισορροπίας με την αναβάθμιση των αντίστοιχων δυνατοτήτων της Ελλάδας.
Πλέον, στη νέα πραγματικότητα, η διέξοδος προς την ισορροπία δίνεται μέσω… ανισορροπίας. Οι ΗΠΑ αποφεύγουν να καταδικάσουν τον ταραξία της περιοχής και επιχειρούν να ανακόψουν την πορεία της Ελλάδας προς την προμήθεια υποστρατηγικών όπλων και τη σύμπραξη με τη Γαλλία. Ο λόγος είναι ότι μια τέτοια εξέλιξη θα δημιουργούσε ένα ισχυρό πλέγμα αποτροπής των τουρκικών επιδιώξεων, γεγονός που ανατρέπει τους σχεδιασμούς για την εδραίωση μιας «Pax Neoottomanica» στον ευρύτερο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου, της Μέσης Ανατολής, των Βαλκανίων και του Καυκάσου. Από τη στιγμή που η ηγεμονική πολιτική της Άγκυρας είναι διακηρυγμένη και αμετάβλητη στο πέρας του χρόνου, οι ΗΠΑ κλίνουν προς τις τουρκικές θέσεις όσο παρατηρούν, την ίδια στιγμή, την Ελλάδα έτοιμη να μην φανεί «απρόβλεπτη».
Εμείς επιμένουμε να είμαστε δεδομένοι και προβλέψιμοι, αδυνατώντας να προβούμε σε αμυντική συνεργασία όχι με την Κίνα, αλλά ούτε καν με τη –ΝΑΤΟϊκή– Γαλλία! Έτσι, για τους Αμερικανούς, το νέο σημείο ισορροπίας κλίνει προς την πλευρά των επιδιώξεων της Τουρκίας, καθώς η Άγκυρα έχει καταφέρει να τους καταστήσει σαφές ότι το κόστος απεμπλοκής της από το αμερικανικό άρμα θα είναι δυσθεώρητο, μη επιδεικνύοντας την παραμικρή πρόθεση έστω μείωσης των αξιώσεών της.
Εξάλλου οι ΗΠΑ θέλουν «ησυχία», και αν αυτή τους παρασχεθεί μέσω της ελληνικής σιωπής, τόσο το καλύτερο για τις ίδιες καθώς με εύκολο τρόπο θα έχουν αντιπαρέλθει –προσωρινά– την ελέω Τουρκίας ενδεχόμενη γενικευμένη αποσταθεροποίηση.
Σε αυτή την ιστορική φάση, η μη διατάραξη της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ είναι και πάλι επίκαιρη, καθώς η μερική απόσυρση της επιχειρησιακής δέσμευσης των ΗΠΑ από τη Δυτική Ευρώπη και την Ευρύτερη Μέση Ανατολή συνδέεται με την εύρεση περιφερειακών δυνάμεων που θα επιτελέσουν το ρόλο του τοποτηρητή των αμερικανικών συμφερόντων.
Έναν τέτοιο ρόλο διεκδικεί η Τουρκία μέσω μιας «Pax Neoottomanica» η οποία θα ενσωματώνει ό,τι νεωτερικό στοιχείο στο επίπεδο της πολιτειακής επίφασης με στόχο τη διεθνή νομιμοποίηση και ό,τι ισλαμοστραφές με στόχο την απόκτηση της ηγετικής θέσης στον μουσουλμανικό κόσμο και της στρατηγικής νομιμοποίησης της παρουσίας της σε γεωγραφικές ζώνες όπως στον Καύκασο, στην Κεντρική Ασία, τη Μέση Ανατολή, τα Βαλκάνια, το Μεγάλο Μαγκρέμπ ή το Κέρας της Αφρικής.