Συνήθεια ευρύτατα διαδομένη στους Ποντίους, που έχει κι έναν χριστιανικό τόνο, είναι το μόνασμαν: Πρόκειται για τη φιλοξενία κυρίως κάποιου οδοιπόρου, και όχι φίλου ή συγγενή. Σχετικά, ο Ξενοφών Άκογλου (Ξένος Ξενίτας) αναφέρει στα Λαογραφικά Κοτυώρων ότι ο Πόντιος, βλέποντας έναν οδοιπόρο, αναφωνούσε:
«Ήμαρτα! Γιάμ’ έν’ ο Χριστόν; Ας παίρομε μονάζομ’ ατον».
Η υποδοχή του ξένου ήταν πάντα εγκάρδια, και το λούσιμο –συνηθέστερα, το πλύσιμο των ποδιών του– απαραίτητο για να ξεκουραστεί το ταλαιπωρημένο σώμα του. Ακολουθούσε το πλύσιμο των χεριών, το στρώσιμο του τραπεζιού, το φαγοπότι. Έπειτα εγονούσευαν, και τον ρωτούσαν ποιος κι από πού είναι. Αν ήταν νύχτα, ο ξένος έφευγε το πρωί και αφού τον τραπέζωναν πρώτα (εννοείται), τον ξεπροβόδιζαν ιεροτελεστικά και του έδιναν τη δαπάναν.
Οι δυσκολίες που παρουσίαζαν τότε τα ταξίδια, έδιναν στο μόνασμαν βαρύνουσα σημασία. Τα λιγοστά χάνια (πανδοχεία) θεωρούνταν επικίνδυνοι τόποι και μόνο σε ακραίες περιπτώσεις, αν δεν είχαν άλλη επιλογή, κατέφευγαν σ’ αυτά.
Ο Άνθιμος Παπαδόπουλος ωστόσο, στο Ιστορικόν λεξικόν της ποντικής διαλέκτου, δίνει άλλη μία (εξίσου διαδεδομένη) ερμηνεία για το μόνασμαν: Είναι το ξενύχτισμα του νεκρού, η αγρυπνία.
- Πηγές: Εγκυκλοπαίδεια του ποντιακού ελληνισμού, εκδ. Μαλλιάρης-Παιδεία, Θεσσαλονίκη • Άνθιμος Παπαδόπουλος, Ιστορικόν λεξικόν της ποντικής διαλέκτου, εκδ. Επιτροπή Ποντιακών Μελετών.
- Βρείτε, μάθετε και διαδώστε την έννοια ακόμα περισσότερων ποντιακών λέξεων και φράσεων στο λεξικό του pontos-news.gr.