Το ταξίδι του ΣΥΡΙΖΑ σβήνει άδοξα, όπως τα πυροτεχνήματα στις Απόκριες. Πολύ χειρότερο από τους απαισιόδοξους αριθμούς των δημοσκοπήσεων είναι η αδιαφορία του κόσμου για τα λεγόμενα του κόμματος, των στελεχών και του ίδιου του αρχηγού. Ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ νόμιζαν ότι μπορούσαν όχι απλώς να αγνοήσουν αλλά και να περιφρονήσουν τους ψηφοφόρους τους, μία με την τούμπα στο δημοψήφισμα, δύο με τις Πρέσπες. Πίστευαν αλαζονικά ότι δεν θα πληρώσουν τίμημα. Ήταν το πρώτο λάθος.
Το δεύτερο λάθος ήταν ότι υποτίμησαν τον αντίπαλό τους. Νόμιζαν ότι μια νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση Μητσοτάκη ήταν ιδανική ευκαιρία για μια «δεξιά παρένθεση» και τη θριαμβευτική επάνοδό τους στην εξουσία.
Αλλά η κυβέρνηση δεν έκανε τίποτα απ’ όσα περίμεναν ο Τσίπρας, ο ΣΥΡΙΖΑ, και πολλοί από αυτούς που ψήφισαν Μητσοτάκη με μισή καρδιά λέγοντας «και τι να περιμένεις απ’ τον Κούλη»; Από τις πρώτες κιόλας μέρες αυτό το χλευαστικό «Κούλης» εξαφανίστηκε από το λεξιλόγιο των ψηφοφόρων αλλά όχι οπαδών της ΝΔ. Ήταν σαν μην υπήρξε ποτέ. Το ξέχασαν ακόμα και οι οπαδοί της ΝΔ, όπως και οι άσπονδοι φίλοι του πρωθυπουργού. Αυτοί που τους έκοψε το βήχα περί ανασχηματισμού. Η ματαίωση του ανασχηματισμού δεν ήταν καμιά πράξη μεγαλειώδης, αλλά ήταν κίνηση αρχηγού που τουλάχιστον στα κομματικά χτύπησε το χέρι στο τραπέζι και οι άλλοι σώπασαν.
Με απλά λόγια, ό,τι είναι να γίνει στην οικονομία και στα ελληνοτουρκικά θα το κάνουν αυτοί που ξέρουμε. Θεωρητικά η ματαίωση του ανασχηματισμού ούτε παροτρύνει ούτε εμποδίζει περισσότερες θωπείες στο τουρκικό θηρίο. Ωστόσο, όπως έγραφα την περασμένη βδομάδα, όσο η ΝΔ είναι μόνη στην κυβέρνηση είναι κάπως δύσκολο να γίνουν απτές υποχωρήσεις προς την Τουρκία. Εκτός αν οι κυβερνώντες έχουν αποφασίσει να αυτοκτονήσουν ομαδικά. Ισχύει και για την προσφυγή στη Χάγη όπου οι υποχωρήσεις πρέπει να υπογραφούν από κοινού με την Τουρκία προτού εκδικαστεί η υπόθεση. Θα έχουμε παραδοθεί και το δικαστήριο της Χάγης θα βάλει απλώς τη σφραγίδα του στην κατάντια μας. Δεν υπάρχει εύσχημος τρόπος να παραδώσουμε στην Τουρκία κεκτημένα της χώρας μας.
Ξένοι και ντόπιοι παράγοντες διαπιστώνουν ότι στις εκλογές δεν ηττήθηκε απλώς ο ΣΥΡΙΖΑ, ως αυθεντικός εκπρόσωπος του εθνομηδενισμού, αλλά ότι μετά τις Πρέσπες αφυπνίστηκαν κοιμισμένα πατριωτικά αντανακλαστικά με αποτέλεσμα τον ξεσηκωμό στα νησιά και τελικά στον Έβρο. Αυτό που δεν μπορεί να κάνει ένας μόνος του μπορεί να γίνει από πολλούς μαζί. Επιμερισμός ευθυνών, κυβερνήσεις συνεργασίας, απλή αναλογική. Προϋπόθεση είναι να κατασκευαστεί ένα αναμάρτητο «κεντροαριστερό» μόρφωμα, αντικαταστάτης του ΣΥΡΙΖΑ που πνέει τα λοίσθια. Δηλαδή όχι και τόσο αναμάρτητο, αφού ο «καταλληλότερος» και μόνος προσφερόμενος αρχηγός είναι ο Τσίπρας, με περγαμηνές ενδοτισμού από τις Πρέσπες.
Ο Τσίπρας έχει ήδη αποδεχθεί την ιδέα ενός νέου κόμματος γνωρίζοντας ότι την υποστηρίζουν ενεργοί οικονομικοί και άλλοι παίκτες του πολιτικού παιχνιδιού, εξωγενείς και ενδογενείς. Εκτός, φυσικά, αν διώξει και τον Σκουρλέτη, αλά Λαφαζάνη και Κωνσταντοπούλου. Δημοσίως έχει υποστηρίξει κυβέρνηση συνεργασίας, σύμφωνα με τις επιθυμίες και της «μαντάμ Μέρκελ», για να θυμηθούμε τα παλιά. Στον ΣΥΡΙΖΑ ο τωρινός αλληλοσπαραγμός εδράζεται και στο ποιος θα αποσπάσει την εύνοια των ημεδαπών και αλλοδαπών παραγόντων ποικίλης ισχύος, προέλευσης, επαφής και συνεννόησης. Κουλουβάχατα.
Το πρόβλημα και μέγα ερώτημα είναι πού θα βρουν ψηφοφόρους.
Υποτίθεται ότι ο μεν Τσίπρας θέλει ένα μεγάλο, διευρυμένο, κεντροαριστερό κόμμα ενώ οι «53» (Σκουρλέτης, Τσακαλώτος, Φίλης, και λοιποί) θέλουν κάτι πιο μικρό αλλά «αριστερό» και ελεγχόμενο. Ποιος ψηφοφόρος άραγε θα χάσει τον ύπνο του για να απαντήσει σ’ αυτό το σαιξπηρικό δίλημμα; Ο Τσίπρας πήρε ένα κόμμα και από 3% το έκανε κυβέρνηση δίνοντας ελπίδα. Τώρα προσφέρει απογοήτευση. Στέρεψε και κατηφορίζει, επιστρέφει στο σημείο που ξεκίνησε.
Η κεντροαριστερά συσπείρωνε ανέκαθεν πατριώτες, προδικτατορικά αντικομμουνιστές αλλά έντιμους αστούς, που βρίσκονταν διαρκώς στα όρια της επιβίωσης. Τώρα απειλούνται από την εισβολή χιλιάδων αλλοδαπών –αλλά όχι τουριστών–, ο Ερντογάν απειλεί την τελεσίδικη καταστροφή τους με τη συρρίκνωση της πατρίδας. Ποιοι απ’ όλους αυτούς βλέπουν ακόμα να τους εκπροσωπεί ο ΣΥΡΙΖΑ; Όσοι αναθέτουν στον Τσίπρα το εγχείρημα της αλλαγής, επανίδρυσης, διεύρυνσης και άλλα ηχηρά παρόμοια, ούτε καν αντιλαμβάνονται ότι ποντάρουν σε άλογο που κάλπασε στα κατσάβραχα και κουτσάθηκε. Ένα κόμμα γίνεται κυβέρνηση προσφέροντας ελπίδα και κερδίζοντας εμπιστοσύνη. Ο Τσίπρας ξεπούλησε και τα δυο φτηνά, βιαστικά και άτσαλα.
Ο «σημιτισμός» κυριαρχεί στον ΣΥΡΙΖΑ από την εποχή του ΣΥΝ και είναι δρώσα συνισταμένη στη ΝΔ. Είναι η ελιτίστικη εκδοχή της απεμπόλησης για ό,τι ιερό και όσιο έχει απομείνει στη χώρα. Υπόσχεται, υποτίθεται, εξευρωπαϊσμό και εκσυγχρονισμό, αλλά φέρνει «λατέρνα και φτώχεια», χωρίς φιλότιμο. Ο «σημιτισμός» πάντα ήταν και παραμένει μειοψηφία επειδή δεν μπορεί να κρύψει ότι υπηρετεί ξένα συμφέροντα. Και αυτό κλονίζει διαρκώς –άλλοτε ήπια και άλλοτε βίαια και ωμά– την εθνική, πολιτική και κοινωνική ισορροπία.
Πάλι και πάλι ο Ερντογάν απειλεί, τα φερέφωνα αναμεταδίδουν τις απειλές, οι Έλληνες φαίνονται περιδεείς, αλλά μετά πάμε για βόλτα, μπάνιο και καφέ. Ούτε τώρα θα κάνει κάτι ο Ερντογάν. Αλλά έστω ότι κάποια στιγμή ο ίδιος ή διάδοχός του μπορεί να μας επιτεθεί. Αυτή τη στιγμή πάντως και στη θάλασσα και στον Έβρο υπάρχει αποτρεπτική ικανότητα. Ο μόνος τρόπος αποτροπής είναι η διαρκής ετοιμότητα και απόφαση να αντιμετωπίσουμε την απειλή, υπερασπιζόμενοι τα σπίτια μας. Αν δεν το κάνουμε θα τα χάσουμε.
Απόστολος Αποστολόπουλος