Η Λαμπρή μπορεί να μην είχε τον ξέφρενο γιορταστικό ρυθμό άλλων εορτών, αλλά ήταν η πιο επίσημη, η πιο λαμπρή μέρα του χρόνου, γιομάτη αγάπη και συμφιλίωση. Το πρωί πήγαιναν όλοι στην εκκλησία, φορώντας πίσηνα (επίσημα) ρούχα κι οπωσδήποτε κάτι καινούργιο, πρωτοφόρετο, για το καλό. Οι κοπέλες κι οι νέες γυναίκες έβαζαν μισοφούστανα, πορκάκια και μαντίλια με έντονο χρώμα, όπως άσπρο, τσικουδί, κόκκινο, ρουδί, κίτρινο, σε ένδειξη χαράς κι αγνότητας.
Ακόμη και τον ίδιο το μήνα Απρίλη τον ονομάτιζαν Λαμπροφορεμένο ή Λαμπριάτη.
Όλοι αλληλοσυγχωρούνταν, αντάλλασσαν ευχές κι έστηναν ζέφκια (γλέντια) και χορούς μέσα σε πανηγυρική ατμόσφαιρα.
Χριστός ανέστη, μάτια μου, έλα να φιληθούμε
κι από τα φύλλα τση καρδιάς να ξαναγαπηθούμε.
Όμορφη που ’ναι η Λαμπρή κι όμορφα που γλεντούνε,
σαν έρκεται το Νιότριτο ίδι’ αετοί πετούνε.
Όμορφη που ’ναι η Λαμπρή απ’ ούλες τσι σκολάδες,
που βγάνουν την Ανάσταση μ’ ουλόχρουσες λαμπάδες.
Το μοραΐτικο και ρουμελιώτικο έθιμο του σουβλιστού αρνιού ήταν εντελώς άγνωστο σε ολόκληρη τη Μικρασία, στο Αιγαίο και στα περισσότερα ελληνικά μέρη. Το λαμπριάτικο τραπέζι των Ερυθραιωτών ήταν σχετικά λιτό: αρνί στο φούρνο, απάνου στσι βέργες του κλημάτου, ή σπανίως μαγειρευτό (καπαμάς), σαλάτα, μουτζήθρες, αυγά, κρασί και λαμπροκούλουρα.
Βασικά και χαρακτηριστικά έθιμα όχι μόνο της Ερυθραίας, αλλά και των ιωνικών παραλίων και των μικρασιατικών νησιών από την Ίμβρο μέχρι το Καστελόριζο είναι τα τσερκένια (οι χαρταετοί), οι κούνιες και το λέμπι.
Οι κούνιες που πάνε από τη γη στον ουρανό συμβολίζουν από τα πανάρχαια κιόλας χρόνια την ανάσταση και την ανάταση των ψυχών. Τσι κούνιες τσι στέναμε σ’ ούλες τσι πασκαλινές σκόλες, το Νιότριτο, τ’ Αϊ-Γιωργιού, τση Πηγής, την Πρωτομαγιά, τση Μαλλιαρής (Αναλήψεως), και τση Γονατιστής (Πεντηκοστής) ίσαμε τσ’ Αγια-Τριάδας, όπου ηβολευούμαστουν, στα δέντρα, σε κληματαριές, στσι αυλές, στην εξοχή. Ητραγουδούσαμε και τση κούνιας τα τραγούδια, την ώρα που ηλέμπαμε (κουνιόμασταν). Ήντανε πολύ ωραία!’
Σίδερο να ’ναι το σκοινί κι ατσάλι το δοκάρι,
και το σανίδι μάλαμα κι ούλο μαργαριτάρι.
Να ’μουνε στη γης καρφίτσα,
ν’ αγκυλώνω τα κορίτσα.
Πάνω στην κούνια κάτσανε τέσσερα μαύρα μάτια,
τέσσερα φρύδια σα σπαθιά και δυο κορμιά ρηγάτα.
Να ’μουνε στη γη τριφύλλι
και στο μπέτι σου μαντίλι.
Τραγουδούσαν επίσης το Χριστός Ανέστη, τροπάρια, πατριωτικά, ερωτικά ή σχολικά τραγούδια και τα χαρακτηριστικά τραγούδια «Τση Βραιοπούλας που ηγένηκε Χριστιανή» και το «Στον Άδη θα κατέβω και στον παράδεισο».
Θοδωρής Κοντάρας
- Πηγή: facebook / Χορευτικός Όμιλος Νέας Ερυθραίας – ΧΟΝΕ.