Το Μεγάλο Σάββατο […] επικρατεί κίνηση, φασαρία, ανεμπαμπούλα παντού. Γίνονται οι τελευταίες ετοιμασίες, ψούνια, σφαγές αρνιών και… γοεροί παιδικοί θρήνοι για τα σφαμμένα αρνάκια και ριφάκια ντως.
Συχνά πυκνά ακούγονται κρουσουμιές και τσιφτεδιές (πυροβολισμοί), ανάκατες με χαρμόσυνες κωδωνοκρουσίες.
Στους ναούς, κατά την πρώτη Ανάσταση, οι παπάδες, αλλά και το εκκλησίασμα, έκαναν μεγάλο πατιρντί (θόρυβο) και χτυπούσαν δυνατά ό,τι μπορούσε να κάνει θόρυβο (στασίδια, πόρτες κ.ά.), κουνούσαν τους πολυελαίους και έραιναν με νεραντζόφυλλα τους πιστούς. Ενδεικτική του κλίματος η φράση «ηγένηκε το ανάστα ο Κύριος!». Σε μερικά ερυθραιώτικα χωριά, το βράδυ της Μ. Παρασκευής ή κυρίως το Μ. Σάββατο έκαιγαν τον Ιγιούδα, ένα ανδρείκελο παραγεμισμένο με άχερα, και τραγουδούσαν περιπαιχτικά ή υβριστικά στιχάκια για τους Εβραίους:
Οβριγιός πουλεί γυαλιά, λάμπες και φανάρια,
εμείς θα τόνε κάψομε απάν’ σε δυο κοντάρια.
Τσίκο, τσιτσίκο,
Οβραίο χαχαμίκο!
Έντονος αντισημιτισμός επικρατούσε καθ’ όλη τη διάρκεια του Μεγαλοβδόμαδου. Οι μάνες μάζευαν τα παιδιά από τους δρόμους και δεν επιτρεπόταν να κάνουν πολύ θόρυβο γενικά, γιατί τους έλεγαν πως γυρνούνε στα σοκάκια οι Οβραίοι, παίρνουν τα παιδιά, τα βάζουν σ’ ένα βαρέλι με καρφιά και μετά πίνουν το αίμα τους ή τα κάνουνε κασέρι, δηλαδή χρησιμοποιούν το αίμα τους στα άζυμα του δικού τους Πάσχα. Αυτή η παράδοση με το φοβέρισμα των παιδιών διατηρήθηκε και στη Ν. Ερυθραία ως τις αρχές του 1970.
Καθολική ήταν η συμμετοχή του κόσμου στην Ανάσταση. Από τις 10 η ώρα, ήβγαινε ο ζαγκότης (ντελάλης) κι ηχτύπαε με το σοπάκι (μπαστούνα) του τσι πόρτες, μηνώντας τσι Χριστιανοί να πάνε στην εκκλησιά ντως. Με το «Χριστός Ανέστη» κυριαρχούσε ξέφρενος εορταστικός τόνος: κρουσουμιές, στρακαστρούκες, φισέγκια και μπόμπες (βαρελότα) ηκρεπέρνανε (σκάγανε) στον ουρανό και παντού άκουες τσουκαρίσματα αυγών, φιλιά, ευχές, κωδωνοκρουσίες. Στους υπόδουλους Μικρασιάτες η μέρα συμβόλιζε και μιαν άλλη ανάσταση.
Έβρισκαν την ευκαιρία να εκφράσουν θορυβωδώς τον άσβηστο πόθο για λευτεριά, αδιαφορώντας πλήρως για την παρουσία των επίσημων τουρκικών Αρχών στη μεγάλη χριστιανική γιορτή.
Μετά την εκκλησία έφερναν με τα λαμπροκέρια το άγιο φως στο σπίτι, έκαμαν σταυρούς στο ανώφλι της πόρτας, έβαζαν ένα κόκκινο αυγό στο κονοστάσι, που το διατηρούσαν ως το επόμενο Πάσχα, κι έτρωγαν σούπα αυγολέμονο ή τηγανητά τζιεράκια και σγαρδουμάκια (συκωτάκια κι εντόσθια), φρέσκες μουτζήθρες και τα τσουκαρισμένα αυγά. Η γνωστή σήμερα μαγειρίτσα ήταν εντελώς άγνωστη στους Ερυθραιώτες πριν από το 1922.
Θοδωρής Κοντάρας
- Πηγή: facebook / Χορευτικός Όμιλος Νέας Ερυθραίας – ΧΟΝΕ.