Πιστεύω κι εγώ, όπως –θέλω να ελπίζω– και κάθε χριστιανός ορθόδοξος, «ότι ο Θεός δεν εγκατέλειπε τον κόσμον έρμαιον της τύχης, ότι προνοεί περί αυτού, ότι οδηγεί αυτόν εις εν άριστον και λελογισμένον τέλος».1 Κι όλα αυτά, χωρίς ν’ αποστερεί ούτε ψήγμα από την ελεύθερη βούληση του ανθρώπου. Αν δει κανείς την ιστορία του κόσμου με αυτήν την προοπτική, η δύσκολη κι επίπονη για όλη την ανθρωπότητα και την πατρίδα μας περίοδος που ήδη ξεκίνησε, δεν ήρθε απροσδόκητα.
Τα στραβά και τ’ ανάποδα, οι κακίες, οι αδικίες και τα εγκλήματα πάντα υπήρχαν και θα υπάρχουν.
Αλλά είναι περίοδοι που ο κόσμος κατά πλειοψηφία, καθ’ υπερβολήν κι ολωσδιόλου ξεδιάντροπα περιφρονεί το δρόμο της αρετής∙ όχι απλώς επιλέγει, αλλά τρέχει μανιωδώς τον κατήφορο του εκφυλισμού και της κακίας. Είναι καιρός τώρα που ο κόσμος ξανάρχισε (γι’ ακόμα μια φορά στην ιστορία του) να ξεφεύγει απ’ το μέτρο. Από κοντά σ’ αυτήν την παγκόσμια κατάσταση του συστηματικού προσκυνήματος του Μαμωνά, ακολουθεί κι ο ελληνισμός που έχει αποκλίνει πέρα από κάθε μέτρο από την ευλογημένη παράδοση και την ουσία του πολιτισμού του. Όμως, αυτός ο πολιτισμός δεν είναι τυχαίος∙ αποτελεί σύστημα παιδαγωγίας κι ελπίδα οικουμενική. Είναι εργαλείο της αγάπης και της πρόνοιας του Θεού για το πλάσμα του.
Τα γραπτά του μεγάλου κυρ-Φώτη Κόντογλου, επίκαιρα όσο ποτέ, συνεχίζουν να περιγράφουν αδρά το είδος και το μέγεθος της πλάνης μας: «Και στ’ αγκίστρι του, αυτός ο έμπειρος ψαράς [εν. ο διάβολος], βάζει για δόλωμα το ξύγγι της ματαιότητας, που το χάφτουν πολλοί χριστιανοί [και κληρικοί, αλλοίμονο!] και φαρμακώνονται, και δεν θέλουνε πια την άγια παράδοση της Ορθοδοξίας, που είναι η αληθινή πίστη του Χριστού, αλλά μπαίνει μέσα τους η μανία της κοσμικής απιστίας. Και δεν γίνουνται άθεοι φανερά, δηλαδή “ψυχροί”, όπως λέει η αποκάλυψις, αλλά “χλιαροί”, που θα τους “εμέσει ο Θεός εκ του στόματός του”. Κι αυτοί οι “χλιαροί” τολμούνε ν’ αλλάζουνε την αγιασμένη Παράδοσή μας, που μας την παραδώσανε οι άγιοι Πατέρες σαν θεμέλιο ασάλευτο της πίστεώς μας…».2
Τα απότοκα αυτής της αποστασίας δεν θα μπορούσαν να είναι καλά. Αφού δεν ερχόμασταν στα συγκαλά μας με τίποτα, ήρθε τώρα να μας βάλει μυαλό ο παιδοτρίβης εκείνος που πάντα καταφθάνει σ’ αυτές τις περιπτώσεις.
Αυτόν τον δάσκαλο τον λένε πόνο, και όταν έρχεται μας καθίζει όλους, δίκαιους και άδικους στα θρανία, για να μας κάνει μάθημα. Και το κουδούνι της πρώτης ώρας χτύπησε…
Τι θα πουν όλ’ αυτά; Πως ο Θεός είναι κανένας φοβερός τιμωρός και μας εκδικείται; Ποσώς! Είναι ξεκάθαρο ότι μόνοι μας θέλουμε και τα παθαίνουμε. Γιατί εδώ και χρόνια το σύστημα που αλλοιώνει την ιερή παράδοση της πίστης μας έχει γίνει ένα κυρίαρχο και πανίσχυρο θεολογικό ρεύμα που δρα τόσο ανενόχλητο και ανεξέλεγκτο μέσα στα σχολεία, τις εκκλησίες και την κοινωνία μας γενικότερα, που είναι ν’ απορεί κανείς: από πού αντλεί την εξουσία του; Είναι μικρό πράγμα αυτό; Δείτε τι γράφει ο Θεόπνευστος Άγιος πατέρας μας ο Μέγας Βασίλειος σχετικά: «Ίση εστίν η ζημία ή άμοιρόν τινα εντεύθεν του θείου βαπτίσματος απελθείν, ή εν τι ελλείπον εκ της παραδόσεως δέξασθαι».3 Όπως ερμηνεύει ο Κόντογλου: «δηλαδή, το να παραδεχθείς κάτι που είναι έξω από την παράδοση, είναι το ίδιο σαν να μην έλαβες το άγιον βάπτισμα, ήγουν σαν να μην έγινες χριστιανός».2
Καταλαβαίνετε το μέγεθος της ζημίας που έχει γίνει; Σε αυτές τις συνθήκες, είναι δυνατόν να ελπίζει κανείς σε ανοιχτούς ναούς εν μέσω της πανδημίας; Τόσα χρόνια οι πάσης φύσεως εξουσιαστές χαλάνε ανενόχλητοι την πίστη του λαού και της νεολαίας μας και μας κατάντησαν πλήρως αθεολόγητους – για να μην πω σαν αβάπτιστους που λέει ο Μέγας Βασίλειος. Έχει την προπαρασκευή ο λαός; Έχουν οι ηγήτορες που εξέλεξε τέτοιο φρόνημα; Πού θα πατήσουν οι υπεύθυνοι για ν’ αναλάβουν τώρα τέτοια ευθύνη; Σε άλλον πλανήτη ζούσατε όλ’ αυτά τα χρόνια και ζητάτε από τους ακατήχητους να επιδείξουν ακλόνητη πίστη και μαρτυρικό φρόνημα;
Τώρα είναι αργά για δάκρυα.
Όσους πολεμούσαν ενάντια σ’ αυτό το φαύλο σύστημα τους λέγατε γραφικούς και κοιτούσατε, όχι πώς θα προβάλετε, αλλά πώς θα θάψετε τη φωνή και τον λόγο τους. Κι όταν ξανανοίξουν οι εκκλησιές, πάλι το ίδιο σκοπεύετε να κάνετε. Αλλά αυτό πια δεν έχει σημασία. Είπαμε∙ τώρα ανάλαβε δράση άλλος παιδαγωγός που θέλουμε δεν θέλουμε θα μάς το μάθει: «σκληρόν σοι προς κέντρα λακτίζειν» (Πραξ. 26,14).
Μην κλαίτε, λοιπόν, τώρα για τις κλειστές εκκλησιές σαν τις μωρές παρθένες, που –μέρα που είναι– καλό είναι να τις θυμόμαστε. Γιατί, όπως λέει και στην ακολουθία του όρθρου σήμερα: «Τη αγία και μεγάλη Τρίτη, της των δέκα Παρθένων παραβολής, της εκ του ιερού Ευαγγελίου, μνείαν ποιούμεθα».
_____
1. Αγίου Νεκταρίου, Περί της εν τω κόσμω αποκαλύψεως του Θεού, εκδ. Κολλαράκη και Τριανταφύλλου, Αθήνα 1892.
2. Φώτης Κόντογλου, «Μύρον το ακένωτον», στο Παναγία και Υπεραγία, εκδ. Αρμός, Αθήνα 2000.
3. Βασιλείου Καισαρείας του Μεγάλου άπαντα τα έργα, τ. 10, σ. 344. Πατερικαί εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς», Θεσσαλονίκη 1974.