Επιστήμη κοντόφθαλμη κι επηρμένη δεν είν’ επιστήμη. Κουνάν κάποιοι το δάχτυλο στην ομότιμη καθηγήτρια της Παθολογίας των Λοιμώξεων Ελένη Γιαμαρέλλου, για τις δηλώσεις της σχετικά με την πίστη της ότι οι παθογόνοι παράγοντες δεν μεταδίδονται με τη μετάληψη των Αχράντων Μυστηρίων.
Η συνδικαλιστική οργάνωση των νοσοκομειακών γιατρών, για παράδειγμα, με πρόσφατη ανακοίνωσή της κατηγορεί όσους γιατρούς κάνουν τέτοιες δημόσιες δηλώσεις.
Λέει ότι αυτοί «με απαράδεκτο τρόπο υποτάσσουν την επιστημονική αλήθεια στις προσωπικές θρησκευτικές τους πεποιθήσεις, χρησιμοποιώντας έτσι αδόκιμα τους επιστημονικούς τους τίτλους, για να παραπληροφορούν την κοινή γνώμη για σοβαρά θέματα δημόσιας υγείας». Καλεί μάλιστα τον Εθνικό Οργανισμό Δημόσιας Υγείας και τον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο να πάρουν θέση γι’ αυτές τις «αντιεπιστημονικές δηλώσεις». Τέλος, δηλώνει ότι θα είναι «στην πρώτη γραμμή υπεράσπισης της επιστημονικής αλήθειας ενάντια στη μεταφυσική και στον κάθε προέλευσης σκοταδισμό».
Άκουσα προσεκτικά τις δηλώσεις της έγκριτης παθολόγου στην εκπομπή των δημοσιογράφων Νιφλή και Παυλόπουλου στον Real fm. Πρόκειται για εξαιρετική κι αψεγάδιαστη τοποθέτηση. Ως επιστήμονας συστήνει στους πιστούς που ανήκουν στις ομάδες υψηλού κινδύνου να μην πηγαίνουν στην εκκλησία μέχρι να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα, αλλά να παρακολουθούν τις ακολουθίες από την τηλεόραση. Στο θέμα της Θείας Κοινωνίας, όμως, μιλάει ως ορθόδοξη χριστιανή. Ξεκαθαρίζει, χρησιμοποιώντας κατ’ επανάληψιν την λέξη «πιστεύω» (και όχι «γνωρίζω»), ότι: «είναι ένα μυστήριο, όταν πηγαίνεις να λάβεις τη Θεία Κοινωνία δεν την παίρνεις από συνήθεια, την λαμβάνεις γιατί είναι σώμα και αίμα Χριστού. Ή το πιστεύεις και κοινωνείς κανονικά ή δεν το πιστεύεις… Τα άτομα που θέλουν να κοινωνήσουν δεν πρέπει να φοβούνται ότι από τη Θεία Κοινωνία μπορεί να μεταδοθεί ποτέ μικρόβιο».
Η καθηγήτρια κάνει μια αυτονόητη και υποστατική για κάθε ορθόδοξο χριστιανό ομολογία πίστεως. Μιλάει προσωπικά, λέει τη γνώμη της –όπως φαντάζομαι ότι δικαιούται–, τονίζοντας: «θα κοινωνήσω με πίστη στον Θεό ότι δεν κολλάω όταν συμμετέχω σε ένα τέτοιο μεγάλο μυστήριο. Σας λέω αυτό που θα κάνω για τον εαυτό μου».
Για το ίδιο θέμα, ο σεβασμιότατος μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής Νικόλαος, ο οποίος ως γνωστόν δεν είναι άπειρος στα της επιστήμης, είχε δηλώσει:
«Είναι δυνατόν η κοινωνία του Θεού να γίνει αιτία ασθένειας η παραμικρής βλάβης; Είναι δυνατόν το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου και Θεού μας να μολύνει το σώμα και το αίμα μας; Είναι δυνατόν καθημερινή εμπειρία δύο χιλιάδων χρόνων να συντριβεί από τον ορθολογισμό και την ψυχρή ρηχότητα της εποχής μας; Από αιώνες μεταλαμβάνουν οι πιστοί, υγιείς και ασθενείς, από το ίδιο άγιο ποτήριο και από την ίδια αγία λαβίδα, που ποτέ δεν πλένουμε, που ποτέ δεν απολυμαίνουμε, και ποτέ δεν παρατηρήθηκε κάτι. Οι ιερείς των νοσηλευτικών ιδρυμάτων, ακόμη και των λοιμωδών, μεταλαμβάνουν τους πιστούς και με ευλάβεια καταλύουν τη Θεία Κοινωνία και μακροζωούν… Όσοι δυσπιστούν στο θαύμα της Αναστάσεως του Κυρίου, όσοι ειρωνεύονται την εκ παρθένου γέννησή Του, όσοι αρνούνται την ευωδία των αγίων λειψάνων, όσοι περιφρονούν τα ιερά και όσια, όσοι βυσσοδομούν κατά της Εκκλησίας μας, όσοι ζητούν να εξαφανίσουν και το ελάχιστο ίχνος πίστης από τις ψυχές μας, φυσικό είναι να προσπαθούν να εκμεταλλευτούν την ευκαιρία να προσβάλουν και το ιερότατο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας».
Πρόκειται για θαύμα. Και ως γνωστόν το θαύμα δεν αποδεικνύεται με τα μέσα που η επιστήμη μας διαθέτει.
Όπως όμως γράφει ο Άγιος Νεκτάριος: «…τα θαύματα δεν είναι λογικώς αδύνατα, ουδέ αρνείται αυτά ο ορθός λόγος, ότι οι φυσικοί νόμοι δεν έχουσι την αξίωσιν να ώσι μόνοι, ούτε απειλείται αυτοίς ανατροπή διά της εμφανίσεως και ετέρων νόμων υπερφυσικών, επίσης συντελούντων εις την συντήρησιν, ανάπτυξιν και προαγωγήν της δημιουργίας, και τελευταίον ότι τα θαύματα είναι συνέπεια της αγάπης του δημιουργού προς το ίδιον δημιούργημα, όπερ δεν εγκατέλιπεν, αλλ’ οδηγεί εις έν σκόπιμον και λελογισμένον τέλος» (Περί της εν τω κόσμω αποκαλύψεως του Θεού, εκδ. Κολλαράκη και Τριανταφύλλου, Αθήνα, 1892).
Ρωτώ λοιπόν κι εγώ τώρα ως επιστήμονας, όχι λιγότερο καταρτισμένος από άλλους που ξέρω, τους συνδικαλιστές γιατρούς, τους πρόμαχους της επιστήμης που συνέταξαν το βαρύγδουπο «κατηγορώ»:
Με βάση ποια δημοσιευμένα πειραματικά ή επιδημιολογικά δεδομένα υποστηρίζετε ως επιστήμονες ότι ο κορονοϊός (ή οποιοσδήποτε άλλος ιός) μεταδίδεται με τη Θεία Κοινωνία; Γιατί η στέρεη εμπειρία των ιερέων και των πιστών που κοινωνούν συνέχεια, είναι ότι δεν πάσχουν από ιώσεις συχνότερα από αυτούς που δεν κοινωνούν. Χρειάζονται στοιχεία κι ερευνητικά δεδομένα για να κλονιστούν βιωματικές αλήθειες κι εμπειρίες ζωής. Πάντως, και τα της επιστήμης και τα της Ορθοδοξίας τεκμαίρονται εντέλει στην πράξη και στη ζωή. Μ’ αυτήν τη διπλή εμπειρία ομολογώ: «τα πάντα και εν πάσι Χριστός» (Κολ. 3,11).
Όταν δεν υπάρχουν επιστημονικές αποδείξεις, ο επιστήμονας λέει «πιστεύω» κι όχι «γνωρίζω». Η Γιαμαρέλλου, μια διακεκριμένη καθηγήτρια, αυτό ακριβώς κάνει. Αντίθετα, εσείς δείχνετε να γνωρίζετε με βεβαιότητα τ’ αναπόδεικτα. Επιπλέον, με αμετροεπείς χαρακτηρισμούς εγκαλείτε συναδέλφους σας κι εμφανίζεστε ως αποκλειστικοί κάτοχοι και τιμητές της επιστημονικής αλήθειας. Υπάρχουν άραγε μέλη της Ομοσπονδίας σας που είναι στοιχειωδώς καταρτισμένοι στα της πίστης τους ορθόδοξοι χριστιανοί; Εάν ναι, εγκρίνουν το περιεχόμενο της εν λόγω ανακοίνωσης;