Ο πρώην βουλευτής και στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ Παναγιώτης Κουρουμπλής σε τηλεοπτική του συνομιλία αναφερόμενος στην αντιμετώπιση του μεταναστευτικού προβλήματος είπε πως και οι Έλληνες της Μικράς Ασίας ήρθαν το 1922 ως λαθρομετανάστες στην Ελλάδα. Η αναφορά δεν στερείται κάποιας ιστορικής αλήθειας, μέχρι που, στον όποιο βαθμό, άρχισαν οργανωμένα και μαζικά οι ελεύσεις. Υπάρχουν εξηγήσεις της κυβερνητικής τότε βούλησης αλλά μικρή σημασία έχουν σήμερα.
Αλλά υπάρχουν δύο μέγιστα ζητήματα που καθιστούν κατακριτέα τη δήλωση του πρώην υπουργού.
Το πρώτο είναι πολιτικό. Βρισκόμαστε αρκετά μακριά από τα γεγονότα, ενώ η χώρα αντιμετωπίζει σήμερα μια απειλή και προέχει να δούμε τι θα κάνουμε. Τόσο η κυβέρνηση όσο και η αξιωματική αντιπολίτευση δείχνουν να μην έχουν πολιτική και να μην μπορούν να αντιμετωπίσουν το ζήτημα. Αλλά οι πολιτικοί φορείς υπάρχουν για να διαμορφώνουν και να υλοποιούν πολιτικές αποτελεσματικές για τα συμφέροντα της κοινωνίας στην οποία λειτουργούν.
Σε μια τέτοια συγκυρία, ο κ. Κουρουμπλής και –προφανώς– και το κόμμα του αποκαλύπτουν κενό πολιτικής. Γιατί η θέση «αφήστε τους να έρθουν για να λιαστούν στην Ομόνοια» δεν είναι πολιτική θέση, είναι ιδεολογική αγκύλωση. Και οι ιδεολογικές αγκυλώσεις είναι καλές για κομματική προπαγάνδα. Όχι, όμως, για πολιτική εφαρμογή.
Η αυτοαποκαλούμενη, λοιπόν, Αριστερά όχι μόνο δεν έχει πολιτική, αλλά προκειμένου να δικαιολογήσει το κενό της καταφεύγει σε αγκυλώσεις της δεκαετίας του 1920. Αναπαράγουμε, δηλαδή, το κλίμα και τους όρους του μεγαλύτερου διχασμού που γνώρισε η Ελλάδα από δημιουργίας σύγχρονου κράτους.
Θέλει η Αριστερά να αποδώσει στη Δεξιά μια πολιτική θέση, αλλά σε ποια Δεξιά. Της εποχής του Γούναρη, του διχασμού και της αποτυχημένης διαχείρισης της Μικρασιατικής Εκστρατείας.
Βεβαίως και η σημερινή Δεξιά θα μπορούσε να πει για την τότε Αριστερά (υποστάσεις της οποίας υπάρχουν ως φράξιες στον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ), πως υπονόμευε τη στρατιωτική επιχείρηση έμπρακτα με όσα έκανε στο μέτωπο ο Παντελής Πουλιόπουλος, ύψιστο αριστερό στέλεχος, τότε.
Παρακολουθούμε, λοιπόν, ένα θέατρο όπου οι πολιτικοί πρωταγωνιστές, κυρίως εξ ευωνύμων, λόγω της απουσίας πολιτικής δεν διστάζουν να καταφύγουν στον διχασμό για μερικά αργύρια εξουσίας.
Η λογική αυτή του ΣΥΡΙΖΑπρέπει να απομονωθεί.
Ο ΣΥΡΙΖΑ προς το παρόν κυριαρχεί ως δεύτερο κόμμα στον πολιτικό βίο. Το ποσοστό που πήρε στις εκλογές είναι αναντίστοιχο με τη βούληση σε όλα αυτά τα ζητήματα και με τη διάθεση ενότητας της ελληνικής κοινωνίας. Οι θέσεις και ο λόγος του είναι ανάγκη να επικαιροποιηθούν. Η ελληνική κοινωνία έχει ανάγκη σύγχρονων προτάσεων για τα μείζονα ζητήματα που αντιμετωπίζει, όχι διχαστικό λόγο. Ο Παναγιώτης Κουρουμπλής ανήκει σε μια γενιά που αναπαραγόταν με το διχαστικό λόγο. Κάτι άλλο, πολύ διαφορετικό, πρέπει να αναδυθεί στο πολιτικό στερέωμα.
Στον διαδικτυακό διάλογο αμφισβητήθηκε ότι υπήρχε τότε Αριστερά και Δεξιά. Και, όμως, υπήρχε και Δεξιά και Αριστερά. Ο Δημήτρης Γούναρης είναι ο γενάρχης ίσως της Δεξιάς στην Ελλάδα με το Λαϊκό Κόμμα. Όσο για τον Πουλιόπουλο, διαβάστε ένα σύντομο απόσπασμα από τη Wikipedia: «Ήταν από τους κύριους οργανωτές της αντιπολεμικής δράσης στο μέτωπο. Συμμετείχε στη σύνταξη της εφημερίδας Ερυθρός Φρουρός και στην οργάνωση αντιπολεμικών κομμουνιστικών πυρήνων στις μονάδες της Στρατιάς Μικράς Ασίας. Οι προκηρύξεις του Κεντρικού Συμβουλίου των κομμουνιστών φαντάρων του μετώπου ήταν συνήθως γραμμένες από το χέρι του Πουλιόπουλου. Συνελήφθη τον Μάιο του 1922 για την αντιπολεμική του δράση και παραπέμφθηκε σε στρατοδικείο στη Σμύρνη με την προοπτική της εκτέλεσης. Με την κατάρρευση, όμως, του μετώπου τον Αύγουστο δραπέτευσε από τις φυλακές του Μπαρτζόβα στα περίχωρα της Σμύρνης με τη βοήθεια του δεσμοφύλακά του, και επέστρεψε στην Ελλάδα».
Το δεύτερο ζήτημα: Οι Έλληνες της Μικράς Ασίας (Πόντος, Ιωνία) και της Θράκης «ήρθαν στην Πατρίδα», όπως χαρακτηριστικά έλεγαν οι παππούδες και οι γιαγιάδες, διότι ο γενοκτόνος Κεμάλ και η εγκληματική παρέα του τους σκότωναν, τους εξόριζαν, τους βασάνιζαν, τους εξαφάνιζαν, δήμευαν τις περιουσίες τους, έκαιγαν τα σπίτια τους. Γιατί; Γι’ αυτό που ήταν. Δηλαδή, Έλληνες. Διέπρατταν, δηλαδή οι κεμαλιστές γενοκτονία σε βάρος τους. Κάτι που, δυστυχώς, στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζουν να αμφισβητούν. Ας μην τύχει να υποστούν οι ίδιοι και οι συγγενείς τους τα ίδια.
Ήρθαν σ’ αυτό που ένιωθαν πατρίδα τους. Και έθνος τους. Το κακό ήταν πως μόνο αυτοί το ένιωθαν. Αντιμετωπίσθηκαν ως βάρος. Αυτά είναι πραγματικότητες, ξεπεράσθηκαν ως ένα βαθμό με το χρόνο. Εκατό χρόνια μετά, και διακόσια από την Επανάσταση του 1821, αναζητούμε ακόμη και την εδαφική μας κυριαρχία και την εθνική μας ενότητα.
Υπάρχει κάτι κοινό που να μας συνδέει στην αναζήτηση αυτή; Αν ναι, να συμπορευθούμε. Αν, όμως, μερικοί από εμάς είμαστε λαθρομετανάστες, όπως μας θέλουν κάποιοι;
Παντελής Σαββίδης