Πάνω από 100 εκατ. ευρώ έχασαν τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις το 2019 από την (επιθετική) μείωση των επιτοκίων καταθέσεων, με αποτέλεσμα τη χρονιά που μας πέρασε οι αποδόσεις από τόκους να περιοριστούν δραματικά, αν συνυπολογιστεί η πρόσθετη απώλεια από τη φορολογία (15%) και τον πληθωρισμός.
Το διάστημα Ιανουάριος-Νοέμβριος 2019 οι τράπεζες μείωσαν το μέσο επιτόκιο των καταθέσεων από το 0,29% στο 0,19%.
Οι «παρενέργειες» από την πολιτική αυτή εντοπίζονται τόσο στην τσέπη των καταθετών, αλλά και στην μικρή αύξηση που παρουσίασε πέρσι το απόθεμα των καταθέσεων. Μάλιστα, στην περίπτωση των καταθέσεων προθεσμίας, τα διαθέσιμα στοιχεία μέχρι τον Νοέμβριο δείχνουν μια μείωση τους κατά περίπου 1 δισ. ευρώ.
Μάλιστα, την ώρα που τα πιστωτικά ιδρύματα μηδένιζαν τα επιτόκια καταθέσεων, χρέωναν ολοένα και περισσότερες προμήθειες για τις υπηρεσίες που προσφέρουν. Εκτιμάται ότι εντός του 2019 οι τέσσερεις συστημικές τράπεζες (Εθνική, Πειραιώς , Eurobank και Alpha Bank) συνολικά εισέπραξαν περισσότερα από 1,5 δισ. ευρώ σε προμήθειες. Η νομιμότητα κάποιων εξ αυτών έχει τεθεί υπό αμφισβήτηση από την Επιτροπή Ανταγωνισμού στη μεγάλη έρευνα που βρίσκεται σε εξέλιξη.
Τη νέα χρονιά η πορεία των επιτοκίων καταθέσεων δεν αναμένεται να αντιστραφεί. Άλλωστε στις περισσότερες χώρες του ευρώ οι τράπεζες δραστηριοποιούνται σε περιβάλλον «αρνητικών επιτοκίων» το οποίο αργά αλλά σταθερά μεταφέρεται και στην ελληνική αγορά.
Ήδη το Ελληνικό Δημόσιο προσφέρει αρνητικά επιτόκια στα τρίμηνα και εξάμηνα έντοκα γραμμάτια. Είναι αναμενόμενο ότι θα ακολουθήσουν και οι τράπεζες, εφόσον συνεχιστεί η ίδια πολιτική από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και διαμορφωθεί το κατάλληλο οικονομικό περιβάλλον (μείωση των κόκκινων δανείων, αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας και των ίδιων των τραπεζών).
- Με πληροφορίες από το ΑΠΕ-ΜΠΕ / Χρ. Ζιώτης.