Πώς μπορεί κάποιος ν’ αποκαλύψει το φανερό; Πώς ν’ ανακαλύψει το πασίδηλο; Είναι το μυστικό που αποκαλύπτεται, το κρυφό που ανακαλύπτεται και το άγνωστο που γίνεται γνωστό. Μυστικός ο δρόμος της Ορθοδοξίας∙ γι’ αυτό ωφελεί πολλούς. Κρυφή η δράση του Αγίου Πνεύματος εν τη καρδία∙ αλλά λειτουργεί προς πάνδημη ευεργεσία. Κρύβεται η αγιότητα, καθώς ο κόσμος την αποστρέφεται άνευ λόγου και αιτίας∙ όμως και πάλι εν καιρώ στα μήκη και στα πλάτη του κόσμου αποκαλύπτεται, πανηγυρίζεται και κοινωνείται.
«Χριστός επί γης, υψώθειτε» θ’ ακούσουμε αύριο στην ακολουθία της εορτής των Χριστουγέννων στις εκκλησιές μας.
«Υψώθειτε» μάς παραγγέλνει ο Άγιος Κοσμάς ο Μελωδός,1 που ο Κόντογλου τον ονομάζει «αρχαγγελική σάλπιγγα που ακούγεται σήμερα που γεννιέται ο Χριστός».2 Για να υψωθούμε, όμως, χρειάζεται να πάρουμε το μυστικό, ανηφορικό και ταπεινό μονοπάτι, κατά το ευαγγελικό «o ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται» (Λουκ. 14,11). «Μέγα μάθημα της ταπείνωσης είναι για μας, αδελφοί μου, η Γέννηση του Χριστού»2 μας γράφει ο κυρ-Φώτης. Και πάλι λέει: «Η φάτνη είναι η ταπεινή καρδιά, που μονάχα σ’ αυτήν πηγαίνει και γεννιέται ο Χριστός».2
«Μάθετε απ’ εμού, ότι πράος ειμι και ταπεινός τη καρδία» (Ματθ. 11,29), λέει ο Κύριος. Η γέννησή Του, λοιπόν, τέτοια ιστορία ταίριαζε να είναι: κρυφή και ταπεινή ιστορία γέννησης υπό διωγμόν σε μια σπηλιά που χρησιμοποιούνταν ως μαντρί. Η σάρκωση του προαιώνιου Θεού και Λόγου είναι καθαυτή μια κίνηση άκρας ταπείνωσης∙ το «απ’ τα ψηλά στα χαμηλά» που λέει και το τραγούδι3 στην πλέον ακραία του εκδοχή. Συγκλονιστική η ταπεινοφροσύνη του Σωτήρα, αλλά και της μητέρας Του της Δέσποινας και Κυρίας μας, της άχραντης, αειπαρθένου και Θεοτόκου Μαρίας. Όλα φτωχά, όλα ταπεινά, όλα ήσυχα, όλα κρυφά μακριά από τα μάτια των πολλών στο ιστορικό των Χριστουγέννων.
Γράφει ο λογοτέχνης Αλέξανδρος Κοσματόπουλος για τη γέννηση του Χριστού: «Η αλήθεια είναι κρυμμένη από τα τεκταινόμενα που διέπουν τη ζωή της Ρώμης, όπως είναι κρυμμένη ανά τους αιώνες και από τα μάτια των ανθρώπων∙ η αλήθεια που αποκαλύπτεται στη ζωή του καθενός και “ουδείς γινώσκει ει μη ο λαμβάνων” (Αποκ. Ιωαν. 2,17: Και δεν ξέρει κανείς, παρά εκείνος που το παίρνει). Διότι η πνευματική ζωή γεννιέται εκεί που κανείς δεν το περιμένει, με τρόπους παράξενους, υπακούοντας σε ρυθμούς διαφορετικούς απ’ εκείνους που κινείται ο κόσμος, με τις επιθυμίες και τις ασχολίες του […] Η γέννηση του Θεού δεν συνοδεύεται από καμιά επίδειξη δυνάμεως. Εκτός από την παρουσία των αγγέλων που υμνούν τη γέννησή του και εμφανίζονται μόνο στους βοσκούς, δεν υπάρχει κανένα τρομακτικό σημείο μεγαλείου και δέους. Συμβαίνει κρυφά, μακριά από τα μάτια των ανθρώπων».4
«Eν αρχή ην ο Λόγος, και ο Λόγος ην προς τον Θεόν, και Θεός ην ο Λόγος» (Iω. 1,1). Αυτός ακριβώς ο Λόγος, ο ην, δηλαδή ο προϋπάρχων, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας, ο δημιουργός του κόσμου και της ζωής, Αυτός γεννήθηκε, Αυτός «μορφήν δούλου λαβών, εν ομοιώματι ανθρώπων γενόμενος και σχήματι ευρεθείς ως άνθρωπος εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού» (Φιλιππ. 2,7-8).
Αύριο γιορτάζουμε, λοιπόν, το γενέθλιον της σωτηρίας μας, θαυμάζοντας την αγάπη και την ταπείνωση του δημιουργού μας.
Θαυμάζουμε την ταπείνωση, αλλά αντιλαμβανόμαστε το πραγματικό νόημά της στ’ αλήθεια; Γιατί, καθώς γράφει ο Μέγας Βασίλειος, «το δύσκολο δεν είναι να θαυμάζεις τα καλά∙ το ζόρικο και δυσκολοκατόρθωτο είναι να κατανοείς επακριβώς πώς επιτεύχθηκαν».5 Παρεξηγούμε την ταπείνωση και την υποβιβάζουμε εκλαμβάνοντάς την μονοδιάστατα: ως εκείνη την αρετή που καταγίνεται μόνο με το να κρύβει τις υπόλοιπες.
Εκλαμβάνουμε τα εξωτερικά σχήματα της δήθεν μετριοπάθειας, τα σεμνοπρεπή ηθοποιηλίκια και τις ταπεινολογίες ως ταπείνωση. Κι από την άλλη, αν τυχόν ζούσαμε στην εποχή του Χριστού κι ακούγαμε το κήρυγμά του, ίσως να λέγαμε: «πω… πω… αλαζονεία! Πώς τολμάει και λέει αυτά τα πράγματα ο ψωροφαντασμένος;». Ξεχνούμε πως ο δρόμος του Χριστού είναι μυστικός, κρυφός, εσωτερικός, νηπτικός κι ησυχαστικός. Η πραγματική ταπείνωση αρέσκεται περισσότερο στο να κρύβεται η ίδια παρά στο να κρύβει τις άλλες αρετές.
Για να βρεις θησαυρό πρέπει να ψάξεις, να σκάψεις. Κάντε πέρα τα πολύχρωμα λαμπιόνια του «ηδονόδοξου»6 λόγου και τρόπου και ψάξτε «τους κρυμμένους μαργαρίτες της ζωντανής ορθόδοξης πνευματικής παράδοσης […] που καταξιώνει τον ανθρώπινο λόγο ως συναναβατικό προς τον όντως Λόγο. Ο ανθρώπινος λόγος, όταν γίνεται συναναβατικός προς τον Θεό Λόγο, αληθειολογεί διαφανώς ενεργούμενος από τον αδιαφθόρως συγκαταβάντα Θεό».6
Ας πιάσουμε, λοιπόν, την αξίνα αυτά τα Χριστούγεννα μουρμουρίζοντας: «Στάβλος είν’ η καρδιά μου Χριστέ μου. Έλα σε παρακαλώ να γεννηθείς σ’ αυτήν».
___
1. Αγίου Κοσμά του Μελωδού, «Πεζός κανών των Χριστουγέννων».
2. Φώτης Κόντογλου, «Αγιασμένες μέρες», στο Αϊβαλί, η πατρίδα μου, εκδ. Δέσποινα Κόντογλου-Μαρτίνου και Άγκυρα – Δ.Α. Παπαδημητρίου ΑΒΕΕ, Αθήνα 2009.
3. «Απ’ τα ψηλά στα χαμηλά», στο Τα τραγούδια της Αμερικής, Στέλιος Καζαντζίδης 1958 (Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου / Απόστολος Καλδάρας).
4. Αλέξανδρος Κοσματόπουλος, Το αναγνωστικό των Ευαγγελίων, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2017.
5. Άγιος Βασίλειος Καισαρείας, ο Μέγας: Ομιλία Ις΄, Εις το «Εν αρχή ην ο Λόγος». PG 31, 472.
6. Ιωάννης Κ. Κουρεμπελές, Ηδονοδοξία, εκδ. Αθ. Αλτιντζή, Θεσσαλονίκη 2019.