Η πολιτική του κατευνασμού που υιοθέτησε η Ελλάδα, και αναγκαστικά και η Κύπρος, έχει οδηγήσει τα πράγματα σε αδιέξοδο, σε μια περίοδο που η Τουρκία έθεσε σε εφαρμογή ένα εξαιρετικά φιλόδοξο εξοπλιστικό πρόγραμμα, ενώ το ίδιο διάστημα η Ελλάδα ακολούθησε την πολιτική της στατικότητας στο θέμα των εξοπλιστικών προγραμμάτων.
Εξαίρεση αποτελεί η υπόθεση της αναβάθμισης 84 αεροσκαφών F-16C/D Block 52+ σε επίπεδο Viper, που αποφασίστηκε από την κυβέρνηση Τσίπρα το 2018.
Μάλιστα τότε το θέμα μάς το ανακοίνωσε ο ίδιος ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του Έλληνα πρωθυπουργού στην Ουάσιγκτον, ενώ δεν είχε προηγηθεί καν απόφαση του ΚΥΣΕΑ, όπως προβλέπεται θεσμικά. Όμως αυτό είναι ένα άλλο θέμα.
Με την αναβάθμιση των F-16 η Ελλάδα θα προσπαθούσε να εξασφαλίσει μια έστω και σχετική ισορροπία στο Αιγαίο, η οποία τείνει να ανατραπεί μετά την παραγγελία από πλευράς της Τουρκίας 115 αεροσκαφών 5ης γενιάς τύπου F-35, ορισμένα από τα οποία μάλιστα καθέτου απογειώσεως, για το υπό κατασκευή τουρκικό αεροπλανοφόρο που αναμένεται να παραδοθεί στο τουρκικό πολεμικό ναυτικό το επόμενο έτος, το οποίο κατασκευάζεται σε τουρκικά ναυπηγεία με την τεχνική υποστήριξη της Ισπανίας.
Η κατάσταση αυτή όμως μάλλον τείνει να αλλάξει, δημιουργώντας εντελώς νέα δεδομένα στην ισορροπία δυνάμεων στο Αιγαίο, μετά την παραγγελία από την Τουρκία των ρωσικής κατασκευής αντιαεροπορικών-αντιπυραυλικών συστημάτων S-400 και την αναμενόμενη οριστική αποβολή της από το πρόγραμμα κατασκευής των F-35.
Αν και ο Ερντογάν διατηρεί προσωπικά ισχυρότατα ερείσματα στο περιβάλλον και στον ίδιο τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, μια κατάσταση που έχει οδηγήσει στην αναβολή επιβολής κυρώσεων στην Τουρκία, όπως προβλέπεται από τον αμερικανικό νόμο CAATSA (The Countering America’s Adversaries Through Sanctions Act), η επιμονή της Τουρκίας να ενεργοποιήσει τους S-400, σε συνδυασμό με την αποδυνάμωση του Ντόναλντ Τραμπ μετά την πρόοδο των διαδικασιών παραπομπής του, φαίνεται ότι ανοίγει τον δρόμο για την επιβολή των κυρώσεων στην Άγκυρα.
Συγκεκριμένα, ο πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων του Κογκρέσου Jim Risch, που ήταν ένας από τους πέντε γερουσιαστές που ήταν παρόντες κατά την τελευταία συνάντηση Τραμπ-Ερντογάν στον Λευκό Οίκο (13 Νοεμβρίου), απαντώντας στις ερωτήσεις του δημοσιογράφου Begüm Dönmez Ersöz, της τουρκικής έκδοσης της Φωνής της Αμερικής είπε: «Φθάσαμε στο τέλος του δρόμου με την Τουρκία».
Ο Αμερικανός γερουσιαστής είπε ότι μετά τη συνάντηση εκείνη αποφασίστηκε να παγώσουν οι διαδικασίες επιβολής κυρώσεων στην Τουρκία, για να δοθεί η δυνατότητα στους διπλωμάτες να βρουν μια λύση στο πρόβλημα των S-400.
Από τη στιγμή όμως που η Άγκυρα δήλωσε ξεκάθαρα ότι δεν πρόκειται να κάνει πίσω στο θέμα αυτό, η Επιτροπή Εξωτερικών του Κογκρέσου αποφάσισε να φέρει προς ψήφιση έναν νόμο για επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία, παρόμοιο με εκείνον που ψήφισε η Βουλή των Αντιπροσώπων στις 29 Οκτωβρίου 2019.
Ο νέος νόμος ονομάζεται «Ενίσχυση της εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ και παρεμπόδιση της επαναδραστηριοποίησης του Ισλαμικού Κράτους» και σχετίζεται πιο πολύ με την επιχείρηση της Τουρκίας στη Β. Συρία, ένεκα της οποίας προβλέπεται επιβολή κυρώσεων εναντίον του υπουργού Άμυνας της Τουρκίας και άλλων υψηλόβαθμων Τούρκων αξιωματούχων, καθώς και η απαγόρευση πώλησης όπλων στην Τουρκία. Το άλλο σκέλος του νόμου αφορά την επιβολή κυρώσεων που προβλέπονται από τον νόμο CAATSA, λόγω της αγοράς των S-400.
Ο γερουσιαστής Jim Risch, αναφερόμενος στην δοκιμή των S-400 για εγκλωβισμό αεροσκαφών F-16, είπε: «Είπα στον Ερντογάν ότι αν σε έναν χρόνο δεν απαλλαγούν από τους S-400, θα επιβάλουμε κυρώσεις. Όταν άκουσα τις δηλώσεις του, ένιωσα μεγάλη απογοήτευση… Μετά από αυτό αποφάσισα να φέρω προς ψήφιση το νόμο για τις κυρώσεις. Η Τουρκία έγινε ένας καλός σύμμαχος στο ΝΑΤΟ. Όμως πράγματι δεν μπορούμε να κατανοήσουμε γιατί προσέγγισε τη Ρωσία ενώ είναι μέλος του ΝΑΤΟ, το οποίο ιδρύθηκε για να αντιμετωπίσει τη Ρωσία. Κάθε χώρα είναι κυρίαρχη και μπορεί να λάβει τις αποφάσεις της, όμως πρέπει να είναι έτοιμη να υποστεί και τις συνέπειές τους».
Συνεχίζοντας, ο γερουσιαστής Risch είπε: «Προτείναμε στον Ερντογάν ένα σχέδιο για να βγει από το γκρεμό που έχει πέσει. Το περιεχόμενο του σχεδίου είναι μυστικό, όμως προέβλεπε την προμήθεια των Patriot αντί των S-400. Η αντίδραση του Ερντογάν μας απογοήτευσε. Όμως εδώ φθάσαμε στο τέλος του δρόμου.
»Ο πρόεδρος Τραμπ έχει ιδιαίτερες σχέσεις με τον Ερντογάν. Εγώ δεν μπορώ να μιλήσω εκ μέρους του, όμως νομίζω ότι η υπομονή του εξαντλείται. Υπάρχει ο νόμος CAATSA και το γνωρίζει».
Η συνέντευξη του Αμερικανού γερουσιαστή είναι πολύ ενδιαφέρουσα, όμως θα περιορίσουμε την αναφορά μας σ’ αυτήν υπογραμμίζοντας ότι εκτός τις κυρώσεις για την εισβολή στη Συρία και τις κυρώσεις με κυριότερη την απαγόρευση πώλησης των F-35 στην Τουρκία, λόγων των S-400, υπάρχει και το θέμα της επιβολής κυρώσεων λόγω του αγωγού Turkish Stream.
Αν και είδαμε πολλές φορές τις κυρώσεις εναντίον της Τουρκίας να πηγαινοέρχονται στον Λευκό Οίκο χωρίς αποφασίζει ο Τραμπ την επιβολή τους, αν πιστέψουμε τα όσα λέει ο πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων του κογκρέσου, τώρα «φθάσαμε στο τέλος του δρόμου».
Εάν λοιπόν συμβεί αυτό, αν τελικώς επιβληθούν κυρώσεις στην Τουρκία, αυτές θα έχουν δυο σοβαρές επιπτώσεις.
Η μία στην αμυντική βιομηχανία της Τουρκίας, που αποτελεί και την «κινητήριο» δύναμη της τουρκικής επεκτατικής πολιτικής. Και αν πληγεί η αμυντική βιομηχανία, αυτό θα έχει επιπτώσεις και στην τουρκική οικονομία.
Η άλλη επίπτωση αφορά την ισορροπία δυνάμεων στο Αιγαίο. Από τη στιγμή που η Τουρκία αποκλειστεί από τα F-35 ακόμα και στην περίπτωση που αποφασίσει να προμηθευτεί ρωσικά μαχητικά 5ης γενιάς, αυτό θα διαρκέσει πάνω από πέντε χρόνια, τουλάχιστον μέχρι την ολοκλήρωση της παραγγελίας. Πέραν του ότι αυτό θα έχει επιπτώσεις στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις, για πάνω από μια πενταετία τα τουρκικά F-16 θα έχουν να αντιμετωπίσουν τα ελληνικά F-16 Viper, που είναι ένα σαφώς ανώτερο αεροπλάνο.
Άρα, ακόμα και με την παρουσία των S-400 στις μικρασιατικές ακτές, τα ελληνικά F-16 Viper θα κυριαρχούν στο Αιγαίο.
Μια τέτοια κίνηση για προμήθεια ή κατασκευή φρεγατών από το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό, το οποίο ήδη έχει τα καλύτερα υποβρύχια στον κόσμο, τα οποία ακόμα δεν έχει παραλάβει η Τουρκία, θα δώσει τη δυνατότητα στην ελληνική κυβέρνηση να υιοθετήσει επιτέλους ένα εθνικό σχέδιο με φιλοσοφία όχι κατευνασμού αλλά ισχυρής αποτροπής της τουρκικής επεκτατικότητας, που απειλεί πλέον σοβαρά την Κύπρο και την Ελλάδα.
Ιδού πεδίον δόξης λαμπρόν για διπλωμάτες, πολιτικούς και στρατιωτικούς.