Όσο η Ελλάδα παραμένει εγκλωβισμένη σε έναν φαύλο κύκλο εσωστρέφειας, η Τουρκία συνεχίζει απρόσκοπτα στην υλοποίηση των σχεδιασμών της όσον αφορά τη Μεσόγειο (πλέον και Κεντρική, όχι μόνο Ανατολική). Πρόκειται για εσωστρέφεια καθιστάμενη αντιληπτή ακόμη και από τον Τούρκο πρόεδρο, ο οποίος έσπευσε να χαρακτηρίσει ένα κυβερνητικό ελληνικό κόμμα ως «καταφύγιο τρομοκρατών».
Ανεξαρτήτως τι πιστεύει και τι αναφέρει στο εσωτερικό ακροατήριο, ο ίδιος ο Ερντογάν δεν θα δεχόταν τέτοιο σχόλιο από Έλληνα αξιωματούχο, ακόμη και αν με τέτοιες φράσεις χαρακτήριζε το κουρδικό κόμμα.
Εντούτοις, η βασική ένδειξη εσωστρέφειας διαφαίνεται μέσω της «νομικίζουσας» προσέγγισης που κυριαρχεί στην Ελλάδα όσον αφορά τη συμφωνία Τουρκίας με τη Λιβύη, και συγκεκριμένα την εμπόλεμη πλευρά βιαστικά αναγνωρισμένη και από τη χώρα μας. Αυτός ο νομικισμός, μάλιστα, έχει περάσει και στην καρδιά του (όποιου) μηχανισμού λήψης αποφάσεων, επηρεάζοντας κατ’ επέκταση και τη ρητορική μας, στοιχείο εξαιρετικά σημαντικό στις διεθνείς σχέσεις, μιας και συνδέεται άρρηκτα με τις έννοιες της αξιοπιστίας, του κύρους, και εντέλει της αποτροπής.
Ποσώς ενδιαφέρει τον Ερντογάν, λοιπόν, αν η συμφωνία είναι συμβατή με τις αρχές και το πνεύμα του διεθνούς δικαίου ή όχι. Ουδόλως τον ενδιαφέρει αν είναι συναρτημένη ακόμη και με την κοινή λογική, τα γεωγραφικά και τα ιστορικά δεδομένα. Για να ειπωθεί απλά, η Τουρκία ενδιαφέρεται να έχει ένα χαρτί στα χέρια της –έστω αμφιβόλου αξίας– προκειμένου να κατευθύνει ένα γεωτρύπανο με έναν στολίσκο νότια της Γαύδου ή ακόμη και εντός της ΑΟΖ της Λιβύης, αφού η Άγκυρα προβάλλεται πλέον και ως ιμπεριαλιστική (εκτός από αναθεωρητική) δύναμη, απομυζώντας τους πόρους αδύναμων κρατών συναλλασσόμενη με καθεστώτα-μαριονέτες.
Το αν είναι σύννομη η συμφωνία ή όχι ενδιαφέρει μόνο μερικούς ακαδημαϊκούς και ουδόλως αγγίζει την ουσία. Εκτός αν κάποιος αποδείξει ότι η διεθνής νομιμότητα καθόρισε στο ελάχιστο τη στάση της Τουρκίας στο Κυπριακό. Το 1974 χρειαζόταν πάλι ένα χαρτί και αυτό ήταν το καθεστώς των εγγυήσεων, το οποίο ερμήνευσε φυσικά κατά το δοκούν. Ζήτημα ερμηνείας και παροχής ρητορικά νομιμοποιητικών εργαλείων… Εξάλλου, ο Αχμέτ Νταβούτογλου μας είχε προειδοποιήσει αναφέροντας ότι η Τουρκία οφείλει να καλλιεργεί προϋποθέσεις δικαιολόγησης της παρουσίας της στα Βαλκάνια, στη Μέση Ανατολή, στον Καύκασο, στη βόρεια Αφρική, ενώ υπ’ αυτή την έννοια η εξέλιξη του Κυπριακού συνιστά ένα παράδειγμα προς μίμηση. Μοντέλο επιτυχούς νεοοθωμανικής επέκτασης η Κύπρος…
Άρα, το διεθνές δίκαιο δεν έχει την παραμικρή σημασία και κακώς το επικαλούμαστε;
Το διεθνές δίκαιο αποτελεί απόσταγμα των συσχετισμών ισχύος και συνιστά την αποκρυστάλλωση του κανονιστικού πλαισίου της διακρατικής συμπεριφοράς ενόσω υπάρχει ισορροπία ισχύος. Όταν αυτή διαταράσσεται, τότε ο καθείς οφείλει να αποδεικνύει αν αξίζει να επιβιώνει.
Στην παρούσα φάση για τη χώρα μας είναι εξαιρετικά χρήσιμη η επίκληση του διεθνούς δικαίου ως εργαλείου κινητοποίησης διεθνών πόλων ισχύος. Εντέλει, ωστόσο, θα καταστεί εφικτή και επιτυχής μόνο αν συνοδευθεί από την παράλληλη υπογράμμιση της γεωστρατηγικής αξίας της χώρας μας. Για να το θέσουμε διαφορετικά, τα ανθρώπινα δικαιώματα αποτελούν μέρος του διεθνούς δικαίου, αλλά οι μεγάλες δυνάμεις τα επικαλούνται ως νομιμοποιητική βάση επέμβασης ή διπλωματικής πίεσης μόνο όταν «αυτός που διαπράττει παραβίαση (;)» έχει μικρότερη σημασία γι’ αυτές σε σχέση με εκείνον που θα επωφεληθεί από μία ενδεχόμενη τιμωρία του «παραβάτη».