Να νομιμοποιήσει τις διεκδικήσεις της στην Ανατολική Μεσόγειο επιχειρεί η Τουρκία με επιστολή που κατατέθηκε στις 13 Νοεμβρίου στον ΟΗΕ, θέτοντας τα θεμέλια της «Γαλάζιας Πατρίδας». Αυτή τη φορά, σε αντίθεση με παλαιότερες επιστολές, η Άγκυρα ισχυρίζεται ότι έχει δικαιώματα σε θαλάσσιες ζώνες ακόμη και δυτικά του ορίου του 28ου μεσημβρινού, αμφισβητώντας ευθέως όχι μόνο την επήρεια του συμπλέγματος του Καστελόριζου, αλλά και αυτή των Δωδεκανήσων.
Απευθυνόμενη στον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, η Άγκυρα επιχειρεί να συμπεριληφθούν ολοκληρωμένα όλες οι θέσεις που έχει προβάλει στο παρελθόν, κυρίως μετά το 2003 και τη Συμφωνία οριοθέτησης ΑΟΖ μεταξύ Κύπρου-Αιγύπτου.
Ουσιαστικά, επιμένει στην πλήρη αμφισβήτηση της ελληνικής και της κυπριακής υφαλοκρηπίδας σε όλη την Ανατολική Μεσόγειο, καθώς δηλώνει ότι έχει «απαράγραπτα» δικαιώματα δυτικά των ακτών της Κύπρου, έξω από τα στενά όρια των χωρικών υδάτων της. Επιχειρεί δε να «χαρτογραφήσει» μια περιοχή που όχι μόνο επικαλύπτει ένα σημαντικό τμήμα της κυπριακής ΑΟΖ , αλλά εξαφανίζει και την ελληνική υφαλοκρηπίδα, βάσει της λεγόμενης επήρειας που έχουν όχι μόνο το Καστελόριζο και η Στρογγύλη, αλλά και η Ρόδος, η Κάρπαθος και η ανατολική Κρήτη.
Παράλληλα, η Τουρκία κάνει λόγο για ipso facto και ab initio, νομικά και κυριαρχικά δικαιώματα στις θαλάσσιες περιοχές της Ανατολικής Μεσογείου που βρίσκονται δυτικά του 32ου μεσημβρινού. Μάλιστα, απορρίπτει το χάρτη με συντεταγμένες που κατέθεσε η κυπριακή κυβέρνηση στις 25 Απριλίου, και τονίζει ότι η οριοθέτηση με το «δυτικό τμήμα της ελληνοκυπριακής διοίκησης» –όπως αποκαλεί την Κυπριακή Δημοκρατία– θα ήταν δυνατή μόνο μετά από μια συνολική πολιτική διευθέτηση του Κυπριακού.
«Αυθαίρετοι οι ισχυρισμοί» λέει το ελληνικό ΥΠΕΞ
Αβάσιμους και αυθαίρετους χαρακτηρίζει η Αθήνα τους τουρκικούς ισχυρισμούς για την ΑΟΖ και τις θαλάσσιες ζώνες. Στην ανακοίνωση του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών επισημαίνεται, μεταξύ άλλων, ότι η Τουρκία υπονομεύει την σταθερότητα και τη συνεργασία στην περιοχή.
Ταυτόχρονα, το ΥΠΕΞ καλεί την Άγκυρα να μεταβάλει τη στάση της και να σεβαστεί του κανόνες του Διεθνούς Δικαίου.
«Η εν λόγω επιστολή, ως αντιβαίνουσα στο Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας, απορρίπτεται στο σύνολό της και δεν παράγει καμία έννομη συνέπεια ως προς τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα», τονίζεται.