Μερικοί πολιτικοί και πολιτικολογούντες, οι οποίοι υποστηρίζουν την προοπτική λύσης όπως αυτή έχει φτάσει να προδιαγραφεί μέχρι τώρα, μέχρι δηλαδή και το Κράν Μοντάνα, συχνά μας υποβάλλουν (ή μας απειλούν;) ότι: «αν δεν λυθεί το Κυπριακό τα παιδιά μας, ή αν όχι τα παιδιά μας σίγουρα τα εγγόνια μας, δεν θα μπορέσουν να ζήσουν σ’ αυτό το τόπο». Με αυτό υπονοούν ότι με την μη λύση στη βάση του πλαισίου του Κραν Μοντάνα, χειρότερη από αυτή του Σχεδίου Ανάν, η ελεύθερη Κύπρος σταδιακά όσο και γρήγορα θα ελέγχεται με κάποιο τρόπο από τους Τούρκους.
Εντούτοις όμως αποφεύγουν να μας εξηγήσουν με ποιο ακριβώς τρόπο θα προκύψει, και μάλιστα σύντομα, το αναπόδραστο τέλος μας.
Θα είναι με μια νέα εισβολή της Τουρκίας και κατάληψη και της ελεύθερης Κύπρου; Ή θα γίνει «ειρηνικά», με την είσοδο μεγάλων πληθυσμιακών ομάδων Τούρκων και Τουρκοκυπρίων στις ελεύθερες περιοχές, με αποτέλεσμα όλη η Κύπρος de facto να τουρκοποιηθεί. Για να ακολουθήσει στην συνέχεια και η τυπική κατοχύρωση της ως τουρκική;
Η άποψη όμως περί του αναπόδραστου τέλους είναι περισσότερο παράγωγο στράτευσης παρά ορθολογικής αποτίμησης των πραγμάτων, και ως εκ τούτου «μονοσήμαντη», όπως κάθε στρατευμένος τρόπος σκέψης. Αυτό φαίνεται και από το γεγονός ότι αυτοί που την εκφέρουν, δεν εκφράζουν καμία ανησυχία για τα εξαιρετικά πιθανά προβλήματα και αδιέξοδα που μπορεί να προκύψουν «τη» λύση. Προβλήματα και αδιέξοδα τα οποία ενδεχομένως θα αποβούν μοιραία για την επιβίωση του κυπριακού ελληνισμού, για να φτάσουμε έτσι από ένα άλλο δρόμο, όντως ασφαλέστερα και γρηγορότερα στην τουρκοποίηση.
Για αυτό και δεν τους πέρασε ποτέ από το μυαλό να προτείνουν ασφαλιστικές δικλίδες διαφυγής από το «νέο συνεταιρισμό» σε περίπτωση που αυτός εξελιχθεί σε θηλιά στο λαιμό μας. Για παράδειγμα σε εύλογο χρονικό διάστημα, σε 4 ή 5 έτη, η συμφωνία να περάσει ξανά από δημοψήφισμα για επανέγκριση της ή απόσχιση και τη δημιουργία δύο κρατών ως έσχατη επιλογή. Η πεποίθηση ότι ο κυπριακός ελληνισμός θα φτάσει στο τέλος του χωρίς «τη» λύση, αντανακλά μια ευρύτερη πολιτική αντίληψη: ότι δεν θα αλλάξουμε πολιτική και στρατηγική για παντοειδή υπεράσπιση της ύπαρξη μας. Προοπτική την οποία αντιστρατεύονταν και την υπονόμευαν όταν προτασσόταν ως αναγκαιότητα αυτοί ακριβώς που εσχάτως βλέπουν το τέλος.
Το «τέλος» προϋποθέτει ότι θα συνεχίσουμε την ίδια αποχαυνωτική μας πορεία στο όνομα ενός αόρατου και τυραννικού πολιτικά ορθού, που χρόνια τώρα κατατρώει το φρόνημα και τα υγιή κριτήρια του Έλληνα της Κύπρου, με πρωταίτιο και πρωτοπόρο το ΑΚΕΛ. Αποτέλεσμα μεταξύ άλλων η καλλιεργούμενη και ήδη εμπεδωμένη σε ένα μέρος του πολιτικού συστήματος και του λαού ηττοπάθειας. Η εύκολη παραπλάνηση που συναντούμε συχνά ότι κάθε προσπάθεια για ισχυροποίηση μας είναι μάταιη, η ανόρθωση ισχυρής αποτρεπτικής ισχύος χαμένος κόπος, και μόνο η υποταγή μας στους τουρκικούς όρους μπορεί να μας σώσει.
Η άποψη όμως περί αναπόδραστου τέλους χωρίς «τη» λύση εμπερικλείει και μια μεγάλη αντίφαση, όπως συχνά συμβαίνει με το στρατευμένο τρόπο σκέψης. Αν η τουρκική βούληση είναι να μας εξαλείψει με τον άλφα ή βήτα τρόπο και να πάρει όλη την Κύπρο, γιατί η βούληση αυτή θα εκλείψει με «τη» λύση; Και δεν είναι άκρως προβληματικό, προκειμένου να αποφύγεις την απειλή του εχθρού για εκμηδένιση, να υποταχθείς σε αυτόν, όταν μάλιστα έχεις όπλα και δυνατότητες για να αντισταθείς; Κοντολογίς να γίνεις δούλος για να γλυτώσεις. Διότι περί αυτού πρόκειται.
Χρήστος Αλεξάνδρου