Οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις είναι ένα τεράστιο ζήτημα όχι μόνο για την Ουάσινγκτον, την Άγκυρα και τις Βρυξέλλες, αλλά και για την Αθήνα. Κι αυτό γιατί από το 1952 που μπήκαμε σαν «δίδυμοι» στο ΝΑΤΟ Ελλάδα και Τουρκία, ο χώρος που καταλαμβάνουν τα δύο κράτη θεωρείται ενιαίος για την ασφάλεια και τα ζωτικά συμφέροντα της Δύσης, με την Ανατολία να έχει μεγαλύτερη αξία λόγω των Στενών και της γεωγραφικής της θέσης, που δεσπόζει σε κρίσιμο χώρο για την κατόπτευση και έλεγχο του Ευξείνου Πόντου, της Ρωσίας, του Καυκάσου, του Ιράν αλλά και της Μέσης Ανατολής. Κι επειδή η Ελλάδα ως χώρος είχε μικρότερη αξία, η Τουρκία το εκμεταλλεύτηκε και εξόντωσε τον ελληνισμό της Πόλης –υπό τα όμματα και με τη βοήθεια των ΗΠΑ και της Αγγλίας–, εισέβαλε στην Κύπρο –όπου παραμένει μέχρι σήμερα στο υπό κατοχή τμήμα της–, ενώ ξεδιπλώνει μέρα με τη μέρα τις διεκδικήσεις της στο Αιγαίο, με το ΝΑΤΟ να τηρεί δύο μέτρα και δύο σταθμά για το θέμα, ενισχύοντας στην ουσία την τουρκική επιθετικότητα.
Όμως αυτή η σχέση της Τουρκίας με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ διέρχεται περίοδο σοβαρής κρίσης, η οποία κορυφώθηκε με την παραλαβή των S-400 από πλευράς των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων.
Θα ήταν όμως λάθος να περιοριστούμε στο θέμα των S-400 και να μη δούμε το βάθος και το εύρος αυτής της κρίσης.
Οι ΗΠΑ από το 1990, με την εισβολή του Σαντάμ Χουσεΐν στο Κουβέιτ, έχουν αρχίσει να υλοποιούν ένα μεγάλο σχέδιο για τον στρατηγικό έλεγχο των αραβικών χωρών και της Μέσης Ανατολής.
Το σχέδιο αυτό υλοποιήθηκε με τον αναίμακτο έλεγχο της Σ. Αραβίας, της Ιορδανίας, της Αιγύπτου, του Κουβέιτ, των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και εν μέρει του Κατάρ, τον έλεγχο του Ιράκ μέσω της επιχείρησης «Καταιγίδα της Ερήμου» (1991) και της επιχείρησης ανατροπής του Σαντάμ Χουσεΐν (2003), και τον έλεγχο της Συρίας, της οποίας ελέγχει το 40% της επικράτειάς της, σε συνεργασία με τους Κούρδους.
Μέρος αυτού του μεγάλου σχεδίου, σύμφωνα και με τους επιτελείς της Άγκυρας, είναι η ίδρυση σε πρώτη φάση αυτόνομων κουρδικών κρατών στις χώρες που κατοικούν Κούρδοι, ήτοι σε Ιράκ, Συρία, Τουρκία, Ιράν, και στη συνέχεια η δημιουργία του Μεγάλου Κουρδιστάν, μετά από «βελούδινη» ένωση των τεσσάρων αυτόνομων κουρδικών κρατιδίων.
Το πρώτο αυτόνομο κουρδικό κράτος ιδρύθηκε ντε φάκτο το 1991, με την επιχείρηση «Καταιγίδα της Ερήμου» και τη δημιουργία Ζώνης Απαγόρευσης Πτήσεων βορείως του 36ου Παραλλήλου, την οποία ζώνη επιτηρούσαν μαχητικά αεροσκάφη των ΗΠΑ, της Αγγλίας και άλλων ΝΑΤΟϊκών χωρών και αναγνωρίστηκε ντε γιούρε με το Σύνταγμα του Ιράκ, το 2005.
Το δεύτερο αυτόνομο κουρδικό κράτος ιδρύθηκε και λειτουργεί ντε φάκτο από το 2011, στη Β. Συρία και συγκεκριμένα στην ανατολικώς του ρου του Ευφράτη περιοχή, που αποτελεί περίπου το 35% της επικράτειας της Συρίας, αναμένεται δε να αναγνωριστεί και ντε γιούρε με την έγκριση του νέου συντάγματος της Συρίας, που αναμένεται να γίνει το επόμενο διάστημα.
Ακριβώς αυτό το ενδεχόμενο, να αναγνωριστεί ντε γιούρε ένα δεύτερο αυτόνομο κουρδικό κράτος, το οποίο θα διοικείται από Κούρδους που έχουν ιδεολογική σχέση με το PKK και θα υποστηρίζεται από τις ΗΠΑ –και το Ισραήλ, κατά τους Τούρκους– θέλει να αποφύγει η Άγκυρα και ο ίδιος ο Ερντογάν.
Ο πρόεδρος της Τουρκίας, έχοντας πίσω του το βαθύ κράτος, το απαίτησε από τις ΗΠΑ απειλώντας ότι αν δεν εγκαταλείψουν αυτό το σχέδιο θα στραφούν στη Ρωσία και την Ευρασία, και όταν οι εκβιασμοί της δεν «έπιασαν», τότε η Τουρκία υποχρεώθηκε να κάνει τις απειλές πράξη.
Έτσι ήλθε ο ανταγωνιστικός στα συμφέροντα των ΗΠΑ αγωγός Turkish Stream που θα μεταφέρει ρωσικό φυσικό αέριο στην Αμισό και από κει στην Ευρώπη, το πυρηνικό εργοστάσιο ρωσικής κατασκευής στη Μερσίνα, και εσχάτως οι S-400, τα ραντάρ των οποίων, αν και εφόσον ενεργοποιηθούν, θα προσφέρουν στο «πιάτο» των Ρώσων την αεροπορική εικόνα αυτής της νευραλγικής σημασίας χώρας και όχι μόνον.
Τις μέρες αυτές η Τουρκία προετοιμάζεται να εισβάλει στη Β. Συρία για να καταστρέψει τις δομές του δεύτερου αυτόνομου κουρδικού κράτους και να εγκαταστήσει στην περιοχή αυτήν τα τρία εκατομμύρια Σύρους πρόσφυγες που φιλοξενεί στο έδαφός της. Έτσι θα έχει πετύχει «μ’ έναν σμπάρο δυο τρυγόνια». Από τη μια θα έχει καταστρέψει τις κρατικές δομές των Κούρδων και από την άλλη θα εξαλείψει τον κίνδυνο δημιουργίας κουρδικού κράτους οριστικά, αφού θα έχει πετύχει δημογραφική αλλοίωση της περιοχής, στην οποία οι Κούρδοι θα είναι πλέον μειοψηφία. Έτσι, όταν εγκριθεί το νέο σύνταγμα της Συρίας, δεν θα προβλέπει αυτονομία για τους Κούρδους.
Ακριβώς αυτήν την περίοδο επισκέφθηκε την Άγκυρα ο ειδικός απεσταλμένος του προέδρου Τραμπ για τη Συρία, πρέσβης Τζέφρι, ενώ την ίδια περίοδο ήταν στο ηρωικό Κομπάνι και σε άλλες πόλεις της Β. Συρίας ο διοικητής των Κεντρικών Δυνάμεων των ΗΠΑ (CENTCOM), στρατηγός Κένεθ Μακένζι. Και ο Τζέφρι και ο Μακένζι συζήτησαν ο μεν πρώτος με ανώτατους Τούρκους πολιτικούς και στρατιωτικούς αξιωματούχους, ο δε δεύτερος με τους Κούρδους στρατηγούς το θέμα της εγκαθίδρυσης Ζώνης Ασφαλείας κατά μήκος των συνόρων με την Τουρκία.
Τα μηνύματα που λαμβάνουμε και από τις δύο πλευρές συντείνουν στο ότι η Τουρκία δεν δέχεται το σχέδιο που τους προτείνουν οι Αμερικανοί και τους εκβιάζουν να υποχωρήσουν και να δεχτούν το τουρκικό σχέδιο, ειδάλλως θα εισβάλουν στη Β. Συρία.
Ενώ συμβαίνουν όλα αυτά και ενώ οι Τούρκοι συγκεντρώνουν στα σύνορα με τη Β. Συρία άρματα, πυροβολικό, μονάδες κομάντο και συμμορίες τζιχαντιστών που μετέφεραν από το Ιντλίμπ, οι Αμερικανοί μετέφεραν τεθωρακισμένα οχήματα και έξι επιθετικά ελικόπτερα Απάτσι στην πόλη Γκίρε Σπι, εκεί που αναμένεται να είναι η κύρια προσπάθεια των Τούρκων.
Δηλαδή, τα σημάδια που έχουμε είναι ότι οι Τούρκοι φαίνονται αποφασισμένοι να εισβάλουν στη Β. Συρία, για τους λόγους που προαναφέραμε, παρά τις προειδοποιήσεις των Αμερικανών, οι οποίοι επίσης φαίνονται αποφασισμένοι να προστατέψουν τους Κούρδους και το εθνικό τους σχέδιο, διακινδυνεύοντας και οι μεν και οι δε ακόμα και μια πολεμική σύγκρουση με την Τουρκία.
Η κατάσταση είναι κρίσιμη, με τις ΗΠΑ να κάνουν λογαριασμούς για όλα τα σενάρια.
Το ένα από αυτά αφορά την μετά Ερντογάν εποχή, το οποίο θα αναλύσουμε στο άρθρο μας της Κυριακής.