Επιβεβαιώνοντας τους αναλυτές που εδώ και καιρό εκτιμούσαν ότι ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν υπολογίζει στην καλή σχέση που διατηρεί με τον Ντόναλντ Τραμπ ώστε και να πέσει στα… μαλακά μετά την προμήθεια των S-400, σήμερα ο Τούρκος πρόεδρος δήλωσε ευθέως ότι ο Αμερικανός ομόλογός του έχει την εξουσία να άρει τις ενδεχόμενες κυρώσεις σε βάρος της Τουρκίας, και πρόσθεσε ότι «θα πρέπει να βρει κάποιον συμβιβασμό».
«Αγοράζοντας τους S-400 δεν προετοιμαζόμαστε για πόλεμο. Προσπαθούμε να εγγυηθούμε την ειρήνη και την εθνική ασφάλειά μας» διαβεβαίωσε ο Ερντογάν, όπως μετέδωσε το Habertürk.
Σύμφωνα με τις διαρροές σε τουρκικά ΜΜΕ, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, που επισημαίνει ότι η αγορά του ρωσικού συστήματος «δεν ήταν επιλογή αλλά υποχρέωση», είναι πιθανό να συνομιλήσει σύντομα με τον Ντόναλντ Τραμπ. «Η συμφωνία για τους S-400 είναι αυτή τη στιγμή η σημαντικότερη συμφωνία στην ιστορία μας», υπογράμμισε.
Βέβαια, το Bloomberg σε δημοσίευμά του αποκαλύπτει ότι η Ουάσινγκτον έχει ήδη αποφασίσει τις κυρώσεις και αναμένεται να τις ανακοινώσει μέσα στην ερχόμενη εβδομάδα.
Η αμερικανική στάση
Οι ΗΠΑ έχουν διαμηνύσει ότι δεσμεύονται από το νόμο να «τιμωρήσουν» όποια χώρα συναλλάσσεται με την αμυντική βιομηχανία ή τις υπηρεσίες πληροφοριών της Ρωσίας. Ο νόμος είναι ο CAATSA, που τέθηκε σε ισχύ το 2017 και περιλαμβάνει δώδεκα πιθανές κυρώσεις από τις οποίες ο πρόεδρος καλείται να επιλέξει τουλάχιστον πέντε.
Ωστόσο, ο Λευκός Οίκος μπορεί να ακυρώσει τις προβλεπόμενες ποινές εάν αναφέρει εγγράφως στο Κογκρέσο ότι με αυτόν τον τρόπο εξυπηρετούνται ζωτικά συμφέροντα, ή να τις «παγώσει» εάν δώσει γραπτές αποδείξεις ότι έχουν μειωθεί δραστικά οι συναλλαγές με τη Μόσχα. Υπενθυμίζεται πως ο Αμερικανός πρόεδρος έχει υιοθετήσει ήπιους τόνους για την τουρκική συμπεριφορά σχετικά τους S-400, σε αντίθεση με το Πεντάγωνο, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και το Κογκρέσο.
Τα μέτρα που περιλαμβάνει ο νόμος CAATSA
Τα μέτρα που περιλαμβάνει ο νόμος κυμαίνονται από τα σχετικά ήπια, όπως απαγόρευση εισόδου στις ΗΠΑ, μέχρι πολύ αυστηρούς οικονομικούς περιορισμούς που θα μπορούσαν να προκαλέσουν σοβαρό οικονομικό πλήγμα στην Άγκυρα.
Στα πιο σκληρά μέτρα συγκαταλέγεται η απαγόρευση τραπεζικών συναλλαγών με στοχοποιημένα πρόσωπα. Δεδομένου ότι οι περισσότερες εμπορικές αγοροπωλησίες παγκοσμίως εκτελούνται με δολάρια μέσω αμερικανικών ή συνεργαζόμενων τραπεζών, το εν λόγω μέτρο μπορεί να αποκόψει Τούρκους πολιτικούς, επιχειρηματίες ή φορείς και επιχειρήσεις από μεγάλο μέρος της παγκόσμιας αγοράς.
Οι ΗΠΑ μπορούν επίσης να απαγορεύσουν οιαδήποτε κίνηση των προσώπων-στόχων γίνεται σε ξένο νόμισμα στην δικαιοδοσία τους, και να εμποδίσουν διατραπεζικές συναλλαγές ανάμεσα σε αμερικανικά και τουρκικά ιδρύματα.
Ο CAATSA επιτρέπει ακόμα στην αμερικανική κυβέρνηση να διακόψει συμβάσεις παροχής υπηρεσιών ή αγαθών, να καταψηφίσει τη χορήγηση οικονομικής βοήθειας από θεσμούς όπως το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα, ή και να παγώσει περιουσιακά στοιχεία.