Τη σχέση ανάμεσα στα επίπεδα της κακής χοληστερίνης (LDL) και στον αυξημένο κίνδυνο για την πρώιμη εμφάνιση Αλτσχάιμερ διερεύνησαν Αμερικανοί επιστήμονες του Πανεπιστημίου Έμορι και του Ιατρικού Κέντρου Βετεράνων στην Ατλάντα. Στη μελέτη τους που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό νευρολογίας JAMA Neurology τονίζεται ότι ήταν γνωστή η σχέση της υψηλής χοληστερίνης με το Αλτσχάιμερ σε μεγάλη ηλικία, ωστόσο πρώτη φορά αναδεικνύεται ο αυξημένος κίνδυνος για ανθρώπους κάτω των 65 ετών.
Οι μέχρι τώρα έρευνες έχουν δείξει ότι στην τρίτη ηλικία ο αυξημένος κίνδυνος για Αλτσχάιμερ σχετίζεται με τις μεταλλάξεις σε τρία γονίδια (APP, PSEN1, και PSEN2). Όμως, το γονίδιο APOE E4 που αυξάνει τα επίπεδα της κακής χοληστερίνης ίσως ενοχοποιείται σχεδόν εξίσου. Βέβαια, οι γονιδιακοί παράγοντες εξηγούν μόλις το 10% των περιπτώσεων της νόσου.
Η μελέτη των Αμερικάνων έγινε σε δείγμα 2.125 ατόμων, εκ των οποίων τα 654 είχαν πρώιμο Αλτσχάιμερ.
Αυτό που διαπιστώθηκε ήταν τα υψηλά επίπεδα της κακής χοληστερίνης αύξησαν τον κίνδυνο, ανεξάρτητα από την παρουσία μετάλλαξης στο γονίδιο APOE E4. Ένα ακόμα συμπέρασμα είναι ότι μια σπάνια μετάλλαξη σε ένα άλλο γονίδιο, το APOB, που κωδικοποιεί μια πρωτεΐνη που εμπλέκεται στο μεταβολισμό των λιπιδίων ή των λιπών, συμπεριλαμβανομένης της χοληστερίνης, πιθανώς να σχετίζεται με τον αυξημένο κίνδυνο.
Τέλος, η καλή χοληστερόλη (HDL) δεν φάνηκε να συνδέεται με την πρώιμη εμφάνιση Αλτσχάιμερ, ενώ η συσχέτιση με τα επίπεδα των τριγλυκεριδίων ήταν πολύ μικρή.