Πριν από πολλά χρόνια, ως νεαρός φοιτητής, είχα ρωτήσει έναν πολιτικό ο οποίος αργότερα έγινε και πρωθυπουργός: «Γιατί χρειαζόμαστε σε τούτη τη χώρα τις έννοιες Αριστερά και Δεξιά κι όλες τις πολιτικές κοσμοθεωρίες που τις συνοδεύουν, όταν έχουμε την αρχαία ελληνική φιλοσοφία και γραμματεία και την Ορθόδοξη πίστη μας;». Ας μην βιαστούν οι περισπούδαστοι αναλυτές, οι σοφοί γραμματείς και συζητητές του αιώνος τούτου (Α Κορ. 1,20) ν’ απορρίψουν το συγκεκριμένο ερώτημα ως απλοϊκό, ως απότοκο νεανικής αφέλειας κι απειρίας.
Αν είναι ανιδιοτελείς και διατηρούν ακόμα μια κάποια δυνατότητα ελεύθερης σκέψης, μόνο να κερδίσουν θα έχουν αν συλλογιστούν πάνω αυτήν την πρόταση σ’ όλο της το βάθος.
Από τότε, έχοντας πια πλούσιες εμπειρίες από τη σταδιακή μας παρακμή, σε μια ομιλία που έκανα πριν κανένα χρόνο ύστερα από πρόσκληση της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων αναρωτήθηκα: «Πόσος είναι ο κόσμος που θέλει τη γνήσια και έμπρακτη έκφραση των ευγενικών αρχών του ελληνικού και ορθόδοξου ήθους στην ελληνική πολιτική σκηνή;». Και τι δε θα έδινα για να έχω μια ικανοποιητική (και στο μέτρο του εφικτού αξιόπιστη) απάντηση σ’ αυτή μου την απορία. Όχι βέβαια με λόγια και δηλώσεις, αλλά εμπράκτως. Κλείνοντας την ομιλία εκείνη που είχε τον τίτλο «Εν τίνι έφης με νικάν» εξέφρασα την ευχή: «Ας ελπίσουμε ότι κάτι νέο έξω από το υπάρχον πολιτικό σύστημα θα δώσει την ευκαιρία ώστε (αν όχι τίποτε περισσότερο) τουλάχιστον να απαντηθεί αυτό το ερώτημα αξιόπιστα, δημοκρατικά και με νηφαλιότητα στις επερχόμενες εκλογές».
Γιατί, όμως, αναφέρθηκα σε κάτι ολωσδιόλου νέο, τόσο ως κομματικό σχηματισμό όσο και ως πρόσωπα που το συναπαρτίζουν; Γιατί δεν εξέφρασα τη διπλωματική και επαμφοτερίζουσα άποψη της υποστήριξης προσώπων και πατριωτών που εμπνέονται από ελληνικό, πατριωτικό και ορθόδοξο φρόνημα σε οποιοδήποτε κόμμα και αν ανήκουν; Προφανώς, γιατί αυτό νομίζω πως χρειάζεται στις μέρες μας.
Στην παρούσα συγκυρία κορυφώθηκε μια διαχρονική πολιτική πρακτική με αποφάσεις και νομοθετήματα που αντίκεινται στο ελληνορθόδοξο ήθος και στην παράδοσή μας. Η παραφθορά της εθνικής μας ταυτότητας πραγματοποιήθηκε σταδιακά από ολόκληρο σχεδόν το φάσμα των κυβερνήσεων της Μεταπολίτευσης. Η αποδόμηση στο πλαίσιο αυτό, όμως, κάλπασε με την παρούσα κυβέρνηση. Εύχομαι να πέσω έξω, αλλά δεν το νομίζω. Εκτιμώ ότι αυτά που γκρέμισε η παρούσα κυβέρνηση στα εθνικά και θρησκευτικά μας θέματα δεν θα τα ανορθώσει, δεν θα τα αποκαταστήσει η επόμενη.
Η οικονομική κρίση και η παρακμή μας έχει, πράγματι, πνευματικό υπόβαθρο. Η απάντησή μας επιβάλλεται να έχει πνευματικό χαρακτήρα.
Όσοι επιθυμούν τη διατήρηση της γνήσιας ορθόδοξης και ελληνικής εθνικής μας ταυτότητας, της παιδείας και του πολιτισμού μας θα πρέπει να καταγράψουν τις δυνάμεις τους εκλογικά με καθαρότητα και σαφήνεια για να στείλουν ένα ηχηρό μήνυμα. Αυτού του είδους η καταγραφή, προφανώς, δεν μπορεί να γίνει αθροίζοντας τις ψήφους που έλαβαν συγκεκριμένοι ευπατρίδες υποψήφιοι μέσα στα διάφορα κόμματα (αν υπάρχουν όντως τέτοιοι). Η καταγραφή αυτή μπορεί να γίνει μόνο ως άθροισμα του συνολικού ποσοστού κομμάτων που εμφορούνται από γνήσιο, πατριωτικό, ανεξάρτητο, δημοκρατικό και ορθόδοξο ήθος.
Το μάθημα των προηγούμενων εκλογών πρέπει να μας γίνει μάθημα. Ένα μικρό κόμμα που διακήρυττε τον πατριωτικό και ορθόδοξο χαρακτήρα του χρησιμοποιήθηκε ως άλλοθι από ένα αριστερό κόμμα με τα αποτελέσματα που όλοι ξέρουμε. Οι Ανεξάρτητοι Έλληνες ήταν πραγματικά το κλειδί, ο καταλύτης. Δεν ήταν τόσο τα εκλογικά ποσοστά που πρόσφεραν στην κυβέρνηση συνεργασίας. Ήταν, μάλλον, η ψευδεπίγραφη σιγουριά (που διαφημίστηκε δεόντως) ότι θα αποτελέσουν τον εγγυητή ώστε ο ΣΥΡΙΖΑ να μην εφαρμόσει τις πολιτικές του στα εθνικά θέματα, στη δημόσια ασφάλεια, στο μεταναστευτικό, στην παιδεία και στα θρησκευτικά ζητήματα. Έτσι, κάποιος πολίτης με ευαισθησίες στα θέματα αυτά ένιωσε ασφαλής με την επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ. Νόμισε ότι θα ευεργετηθεί η τσέπη του από μια αριστερή φιλολαϊκή πολιτική, χωρίς να υπάρχει ο κίνδυνος της αποδόμησης στα ζητήματα πατρίδας και θρησκείας. Τελικά ούτε το καλό απόλαυσε, ούτε το κακό απέφυγε. Δράμα…
Αυτοί που σχεδιάζουν αυτά τα πράγματα είναι στρατηγικοί παίκτες ολκής∙ ατσίδες στην επικοινωνία και στην προπαγάνδα που παίζουν τον κοσμάκη στα δάκτυλα. Όσοι αγαπούν ανιδιοτελώς την ελληνική παιδεία και την Ορθοδοξία μας, όσοι έχουν πληγωθεί από την συμφωνία των Πρεσπών, ας προσέξουν μην βγουν και πάλι εξαπατημένοι. Η συμμετοχή ανθρώπων που έχουν την έξωθεν καλή μαρτυρία του «καλού χριστιανού» και του «πατριώτη» στα ψηφοδέλτια ενός κόμματος δεν σημαίνει ότι η πολιτική του συγκεκριμένου κόμματος διαπνέεται από ελληνικό και ορθόδοξο ήθος. Τα κόμματα εξουσίας σερβίρουν έτσι, σερβίρουν και γιουβέτσι, όλα τα ’χει ο μπαχτσές, διάλεξε και πάρε∙ μαζεύουν ψήφους από παντού. Πάει, όμως, έτσι στον κάλαθο των άχρηστων η ψήφος σου και το μήνυμά της.
Οι επικείμενες εθνικές εκλογές είναι ίσως οι σημαντικότερες στην ιστορία της πατρίδας μετά τη λεγόμενη Μεταπολίτευση.
Η χημική αντίδραση της ζύμωσης για τη συγκρότηση και το ξεσκαρτάρισμα του γνήσιου δημοκρατικού και ανιδιοτελώς πατριωτικού χώρου χρειάζεται φως. Τα τείχη του κομματικού φεουδαλισμού και οι ιδιοτέλειες του καθενός μας μάς κρατούν στο πηχτό σκοτάδι της πνευματικής, οικονομικής και εθνικής παρακμής. Χρειάζεται ένα μικρό –έστω– ρήγμα για να μπει λίγο φως.