Την Κυριακή 19 Μαΐου όλοι οι Έλληνες συμμετείχαν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο στη μαύρη 100ή επέτειο της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου.
Φέτος τα ΜΜΕ –και ειδικά η τηλεόραση– αφιέρωσαν αρκετό χρόνο στο ζήτημα, και η επέτειος αυτή αποτέλεσε ευκαιρία για να ενημερωθεί καλύτερα και πιο εμπεριστατωμένα ο κόσμος για τα διαδραματισθέντα από το 1914 μέχρι το 1923 στην Ανατολική Θράκη, τον Πόντο και τη Μικρά Ασία, τότε που έχασαν τη ζωή τους πάνω από ένα εκατομμύριο Έλληνες, προτού αποφασιστεί η υποχρεωτική ανταλλαγή των πληθυσμών.
Όμως ειδικά φέτος είδαμε εκατοντάδες ή και χιλιάδες διανοούμενους, καλλιτέχνες, συγγραφείς ή και απλούς πολίτες να δραστηριοποιούνται και να κάνουν έρευνες για το θέμα, να παράγουν ντοκιμαντέρ και ταινίες και να γράφουν κείμενα για τη Γενοκτονία και το Ποντιακό Ζήτημα. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η κοινωνία των πολιτών, στην Ελλάδα αλλά και στις ελληνικές κοινότητες στο εξωτερικό, με την ευκαιρία των 100 χρόνων, αφυπνίστηκε και έφερε το θέμα στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα αφενός μεν να εξαφανιστούν οι κύκλοι της άρνησης, της αμφισβήτησης και της υπονόμευσης, αφετέρου να διαφανεί η αναγκαιότητα δημιουργίας ενός εθνικού μετώπου για το θέμα, κάτι που αν και ζητούμενο, πολύ δύσκολο να επιτευχθεί στην πατρίδα μας.
Είδαμε όλα ανεξαιρέτως τα κόμματα να βγάζουν ανακοινώσεις για το θέμα, και τους αρχηγούς των κομμάτων να δηλώνουν ότι θα εργαστούν για τη διεθνοποίηση και την αναγνώριση της Γενοκτονίας από ξένα κοινοβούλια.
Εξαιρετικής σημασίας και ειδικού συμβολισμού ήταν η ανάγνωση του χαιρετισμού που απέστειλε ειδικά για την εκδήλωση ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος, η παρουσία του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Ιερώνυμου, του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, του αντιπροέδρου της Νέας Δημοκρατίας Κωστή Χατζηδάκη, και των προέδρων του ΚΙΝΑΛ Φώφης Γεννηματά, των ΑΝΕΛ Πάνου Καμένου, της Ένωσης Κεντρώων Βασίλη Λεβέντη, του Ποταμιού Σταύρου Θεοδωράκη και της Ρούλας Ελευθεριάδου που εκπροσώπησε το ΚΚΕ στην εκδήλωση «Πόντος: Σταύρωση και Μνήμη», στο Ηρώδειο. Την παράσταση διοργάνωσε η Εύξεινος Λέσχη Αθηνών, υπό την αιγίδα της Παμποντιακής Ομοσπονδίας Ελλάδος, και ήταν αφιερωμένη στα 100 χρόνια από τη δεύτερη και σκληρότερη φάση της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειώσουμε ότι ποτέ άλλοτε, από το 1994 που ψηφίστηκε ο νόμος N. 2193/1994, με τον οποίο αναγνωρίστηκε η 19η Μαΐου ως Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, δεν βρέθηκαν όλοι οι πολιτικοί αρχηγοί των κομμάτων της Ελλάδας σε μια εκδήλωση για τη Γενοκτονία.
Η εικόνα αυτή της εθνικής ενότητας για το συγκεκριμένο θέμα, σε συνδυασμό με τις εξαιρετικές δηλώσεις των πολιτικών αρχηγών και τις ανακοινώσεις που έκαναν όλα τα κόμματα για το θέμα, δίνουν την εντύπωση της δημιουργίας ενός εθνικού μετώπου το οποίο θα επιδιώξει τη διεθνοποίηση του ζητήματος και την αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, της Μικράς Ασίας και της Θράκης από ξένα κοινοβούλια, με τελικό στόχο την αναγνώριση από την ίδια την Τουρκία.
Καθοριστικής σημασίας για τη συγκρότηση του εθνικού μετώπου είναι και το κεντρικό σύνθημα που επικράτησε στις επετειακές εκδηλώσεις, που ήταν «Δεν σπέρνουμε το μίσος ανάμεσα στους λαούς, διεκδικούμε τη δικαίωση – Αγωνιζόμαστε για την διεθνοποίηση-αναγνώριση, επειδή διεκδικούμε την ειρήνη».
Αν και υπάρχουν και οι δύσπιστοι, που θεωρούν ότι η στάση των κομμάτων και των πολιτικών αρχηγών στο θέμα καθορίστηκε από τις σημερινές εκλογές, θεωρώ ότι το πολιτικό σύστημα, τα κόμματα και οι πολιτικοί έδειξαν ωριμότητα (πράγμα σπάνιο) για το θέμα της Γενοκτονίας, γιατί αντιλήφθηκαν ίσως για πρώτη φορά το μέγεθος του ζητήματος, που είναι τεράστιο και μπορεί να οδηγήσει στην ηθική αλλά και πολιτική αναγέννηση του συστήματος που αυτοκαταστρέφεται στη μιζέρια της μικροπολιτικής και της εξουσιομανίας.
Θα πρέπει δε να θυμόμαστε όλοι μας ότι οι ανά τον κόσμο ελληνικές κοινότητες, με τους εθνοτοπικούς πολιτιστικούς συλλόγους και την Εκκλησία, αποτελούν το ισχυρότερο λόμπι παγκοσμίως, το οποίο όμως μένει αναξιοποίητο γιατί δεν υπάρχει η σχετική οργάνωση και η ένταξή του σε ένα εθνικό σχέδιο, το οποίο επίσης δεν υπάρχει.
Ας ελπίσουμε ότι το εθνικό μέτωπο που είδαμε να δημιουργείται τη 19η Μαΐου 2019 δεν θα διαρραγεί τους επόμενους μήνες και χρόνια, και ότι το εθνικό κέντρο, σε συνεργασία με τις ανά τον κόσμο ελληνικές κοινότητες, θα εργαστεί για τη διεθνοποίηση και αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, της Μικράς Ασίας και της Θράκης από ξένα κοινοβούλια.
Αν το πετύχουμε αυτό, θα ακολουθήσει η δημιουργία κατάλληλων συνθηκών για την αναγνώριση και από την ίδια την Τουρκία.
Αν και είναι σε εξέλιξη συνομιλίες του Ερντογάν με τον Οτζαλάν δι’ αντιπροσώπων, για να εξασφαλιστεί η στήριξη των Κούρδων ψηφοφόρων στον υποψήφιο του AKP Μπιναλί Γιλντιρίμ στις εκλογές της 23ης Ιουνίου για τον μητροπολιτικό δήμο της Κωνσταντινούπολης, είδαμε τον Κούρδο βουλευτή του Κόμματος της Δημοκρατίας των Λαών (HDP) Τουμά Τσελίκ να δηλώνει:
«Στέκω με σεβασμό και μνημονεύω τους νεκρούς της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου. Μπορούμε να οικοδομήσουμε την ειρήνη και να εξασφαλίσουμε τη δικαιοσύνη όταν αναμετρηθούμε με το παρελθόν».
Οι Κούρδοι στην Τουρκία είναι περίπου 20 εκατομμύρια και οι αλεβίτες άλλοι τόσοι. Αυτοί είναι οι εν δυνάμει σύμμαχοί μας στον αγώνα για την αναγνώριση της Γενοκτονίας, για «να οικοδομήσουμε την ειρήνη και να εξασφαλίσουμε τη δικαιοσύνη», όπως είχε το θάρρος να δηλώσει ο Κούρδος βουλευτής.
Αυτός είναι ο δρόμος που πρέπει να ακολουθήσουμε, ο αγώνας για τη διεθνοποίηση και αναγνώριση θα προσδώσει ηθικό και πολιτικό βάρος στην Ελλάδα, και η αναγνώριση από την Τουρκία θα αποτελέσει το ασφαλέστερο θεμέλιο για την οικοδόμηση της ειρήνης ακόμα και της φιλίας με τους λαούς της Ανατολίας.
Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα εγκαταλείπει το δόγμα «σφάξε με πασά μου ν’ αγιάσω», που έχει ενστερνιστεί από το 1923, και αποφασίζει επιτέλους να σηκωθεί όρθια για να αναμετρηθεί με τον εαυτό της και με την ίδια την ιστορία.
Τα πράγματα είναι πραγματικά πολύ εύκολα.
Με μια προϋπόθεση.
Να διατηρηθεί το εθνικό μέτωπο και να ανακαλύψουμε επιτέλους τον στρατηγικό σχεδιασμό, οι βασικές γραμμές του οποίου αναφέρθηκαν στο παρόν άρθρο.
Καλό αγώνα, Έλληνες.