Από τα Βαλκάνια μέχρι την Ανατολική Μεσόγειο η Ελλάδα αντιμετωπίζει πολλαπλές προκλήσεις, στις οποίες, ουσιαστικά, ανταποκρίνεται με τη βοήθεια άλλων. Δηλαδή, με δεκανίκια. Η σημερινή κυβέρνηση, που θέλει να αυτοπροσδιορίζεται ως αριστερή, είναι η πιο πειθήνια στις αμερικανικές παροτρύνσεις κυβέρνηση της μεταπολίτευσης. Δεν είναι τυχαίο που ορισμένα στελέχη της λειτούργησαν και ως λαγοί. Ούτε είναι χωρίς σημασία που η ομογενειακή εφημερίδα «Εθνικός Κήρυξ» ζήτησε την αντικατάσταση του Αμερικανού πρέσβη στην Αθήνα, διότι, κατά το σχετικό άρθρο, έχει ταυτιστεί με την κυβέρνηση.
Η ενόχληση του πρέσβη ήταν τόσο μεγάλη που προκάλεσε την έκδοση μακροσκελούς ανακοίνωσης.
Παρόλο που υπάρχει το ανθρώπινο δυναμικό για να διαμορφώσει πολιτική, η κυβέρνηση περιορίζεται στις πολιτικές δομές που έχει δημιουργήσει και τους απολύτως δικούς της ανθρώπους, οι οποίοι –λόγω απειρίας και ιδεοληψίας– αδυνατούν να ανταποκριθούν με επάρκεια. Περιορίζονται σε βαρύγδουπες εκφράσεις και εξεζητημένες αναφορές για το θεαθήναι.
Αυτό φάνηκε καθαρά την εβδομάδα που πέρασε στο διήμερο συνέδριο της Ελληνικής Εταιρείας Διεθνούς Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων από τις παρεμβάσεις των οιονεί εκφραστών της κυβερνητικής πολιτικής. Αναλυτικός μπούσουλας δεν υπάρχει. Υπάρχουν κάποιες γενικές κατευθύνσεις που όχι μόνο δεν οδηγούν πουθενά, αλλά είναι και επικίνδυνες.
Κλείνοντας την παρέμβασή του, ο πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών και Άμυνας της ελληνικής Βουλής, βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Κώστας Δουζίνας, αφού έκανε διάκριση του παλιού με τον νέο εθνικισμό (προφανώς, νεοεθνικιστής είναι όποιος διαφωνεί με τον ΣΥΡΙΖΑ) κάλεσε το ακροατήριο να ξεπεράσει και τις νεοεθνικιστές αγκυλώσεις του και να πάει κάπου που κανείς δεν κατάλαβε. Σε ένα ασαφές μόρφωμα που αν αναζητήσεις ποιο είναι, η απάντηση, στην καλύτερη περίπτωση, θα είναι πως το ψάχνουν. Προσπαθούν να καταλάβουν ποιο είναι και να προσαρμοστούν.
Σε επίπεδο κρατικής αποδόμησης, πριν το νέο μόρφωμα πάρει σαφή χαρακτηριστικά, η υπόδειξη είναι επικίνδυνη. Αποδομούνται συνεκτικοί δεσμοί της υφιστάμενης πολιτείας, με όλες τις αρνητικές συνέπειες μιας μακράς μεταβατικής φάσης, χωρίς να είναι σαφές πού οδηγούμαστε.
Σε επίπεδο κοινωνικών και ανθρωπολογικών προσεγγίσεων στα Βαλκάνια η προσπάθεια είναι άκρως ενδιαφέρουσα και αναπτύχθηκε από καθηγήτρια του πανεπιστημίου Μακεδονίας. Αναζητούνται ανθρωπολογικοί, κοινωνικοί και πολιτισμικοί δεσμοί που θα φέρουν σε καλύτερη αλληλοκατανόηση και συμβίωση τους βαλκανικούς λαούς που εδώ και χρόνια ζουν τις δικές τους φαντασιώσεις.
Η πιο σύγχρονη από αυτές τις φαντασιώσεις είναι το ευρωπαϊκό τους μέλλον. Οι βαλκανικοί λαοί το φαντασιώνονται, αλλά οι ευρωπαϊκές δυνάμεις, ιδιαιτέρως αυτές που έχουν καθοριστικό λόγο στο ευρωπαϊκό μέλλον, μάλλον δεν ενδιαφέρονται να το ικανοποιήσουν.
Υπάρχει τέτοιο ευρωπαϊκό μέλλον; Όλα δείχνουν πως όχι. Έχει διαμορφωθεί αυτό που όλοι φοβούνταν και για το οποίο συγκροτήθηκε η Κοινή Ευρώπη. Έχει διαμορφωθεί μια γερμανική Ευρώπη αντί της ευρωπαϊκής Γερμανίας. Υπήρχαν δύο δυνάμεις που μπορούσαν να ισορροπήσουν τη γερμανική οικονομική ισχύ. Η Βρετανία και η Γαλλία.
Η μεν Βρετανία φεύγει από την Ένωση, η δε γαλλική πολιτική ισχύς έχει μειωθεί. Η γερμανική Ευρώπη δεν μπορεί να έχει όραμα πέραν του «Deutschland über alles» (Η Γερμανία πάνω από όλα).
Μπορεί να είναι αυτό το ευρωπαϊκό όραμα; Ασφαλώς όχι. Ποιο μπορεί να είναι; Ιδού το μεγάλο ζητούμενο στο οποίο καλούνται να απαντήσουν τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα ενόψει των ευρωεκλογών. Και πώς απαντούν; Με την επιλογή ως ευρωβουλευτών χορευτών, ποδοσφαιριστών, τραγουδιστών, ηθοποιών, κομματικών δημοσιογράφων, νυχτόβιων και άλλων, για να συμβάλουν στο νέο ευρωπαϊκό όραμα.
Λίγο η κρίση αλλά πολύ περισσότερο η νοοτροπία που έφεραν μαζί τους οι πολιτικές δυνάμεις που κυριάρχησαν μετά το 2015 εισήγαγαν στην ελληνική κοινωνία soft αντιπαραθέσεις βασισμένες σε ένα πολιτικό υπόβαθρο που διαμορφώθηκε στην κοινωνία τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης.
Καθώς η κούραση έχει χαλαρώσει τον αυτοέλεγχό του, ο πρωθυπουργός όταν μιλάει αποκαλύπτει το πόσο αναφομοίωτες είχε τις πολιτικές προσλαμβάνουσες τα χρόνια της μαθητικής και φοιτητικής νεότητάς του.
Αυτή η σύγχυση που διακρίνει τον πρωθυπουργικό λόγο είναι κύριο χαρακτηριστικό και της εξωτερικής πολιτικής. Ευτυχώς εκεί τον πρώτο λόγο τον έχουν εξωτερικές δυνάμεις που γνωρίζουν και τι θέλουν και πως θα το επιδιώξουν. Και η Ελλάδα είναι μέσα στα ενδιαφέροντα των δυνάμεων αυτών.
Τέλος, το μεγάλο διακύβευμα στις ισορροπίες της περιοχής είναι η εξέλιξη των αμερικανοτουρκικών σχέσεων. Οι σχέσεις αυτές δεν μπορούν να επανέλθουν στην προτεραία κατάσταση, ακόμη και αν η Τουρκία επιστρέψει στις αμερικανικές αγκάλες.
Η τύχη λοιπόν της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής εξαρτάται πρώτον από την εξέλιξη των αμερικανοτουρκικών σχέσεων και δεύτερον από το είδος της Ευρώπης που θα διαμορφωθεί και από το αν η Ευρώπη αυτή θα έχει βαλκανική διάσταση. Δυστυχώς, δεν εξαρτάται από την ίδια την Ελλάδα. Θα διαπράξει η Τουρκία το απονενοημένο;