Ο Γιώργος Τσιάππας είναι ίσως ο τελευταίος άνθρωπος στην Κύπρο του 2019 που ασχολείται με τη μαχαιροποιία και αναβιώνει, μεταξύ άλλων, την τέχνη των παραδοσιακών μαχαιριών της κατεχόμενης Λαπήθου, των γνωστών «Λαπηθκιώτικων». Τον γνώρισα στο περίπτερο που έχει στήσει στο Flea Market of Nicosia στο Καϊμακλί, εντυπωσιάστηκα από τη δουλειά που εκθέτει και διαθέτει προς πώληση, αισθάνθηκα τη φλόγα που καίει μέσα του για την τέχνη που αγαπά, και τον συνάντησα στο εργαστήριο που έχει δημιουργήσει στο σπίτι του, για μια συνέντευξη.
Αρχή με κοψίματα και τραυματισμούς…
«Από μικρός, μου άρεσαν τα αιχμηρά αντικείμενα και ειδικότερα τα μαχαίρια», μας λέει στην αρχή της συνέντευξης, ερωτηθείς για το ερέθισμα που τον οδήγησε στην εκμάθηση αυτής της τέχνης. «Από την ηλικία των 5-6 χρόνων τραυματιζόμουν συχνά με τα κουζινομάχαιρα που είχαμε στο σπίτι. Ξύλο από την μητέρα μου, ξύλο από τον πατέρα μου, αλλά νουν ’εν έβαλλα! Όπου έβλεπα μαχαίρι έπρεπε να το πιάσω, να το περιεργαστώ, να ελέγξω τη λαβή του, τη λάμα του, να διαπιστώσω αν κόβει. Τραυματιζόμουν πολλές φορές… Ήμουν συνέχεια με τσιρότα στα χέρια, όπως είμαι και τώρα!», λέει, και μου δείχνει το δάκτυλό του στο οποίο έχει βάλει τσιρότο.
«Στην ηλικία των 16-17 ετών άρχισα δειλά-δειλά, με τα χρήματα που είχα, να αγοράζω μαχαίρια από το εμπόριο, από καταστήματα κυνηγετικών ειδών, από καταστήματα DIY, και να δημιουργώ τις δικές μου συλλογές. Αγόρασα και αρκετά σκάρτα, όπως ήταν φυσικό, μέχρι να βρω τα πιο αξιόπιστα, ποιοτικά ή και συλλεκτικά, γι’ αυτό σήμερα και έχω μια πλούσια συλλογή», είναι τα λόγια με τα οποία περιγράφει την πρώτη του επαφή με τα μαχαίρια. «Αλλά πάντα ο καημός μου ήταν να φτιάξω ο ίδιος δικά μου μαχαίρια», προσθέτει, για να μας εισαγάγει στο πώς άρχισε να δημιουργεί.
Προβλήματα με τους γείτονες, την αστυνομία και το δήμο
Με μικρές περιπέτειες είναι χαραγμένη η έναρξη της δημιουργικής πορείας του Γιώργου, όπως μας περιγράφει: «Δοκίμασα στην αρχή, αλλά δεν μου επιτρεπόταν σε κατοικημένη περιοχή, να σφυρηλατώ τα μέταλλα και να δουλεύω με ηλεκτρικά εργαλεία που προκαλούσαν θόρυβο. Μάλιστα, είχα και προβλήματα με τους γείτονες, οι οποίοι είχαν καλέσει μέχρι και αστυνομία και αποτάθηκαν στο δήμο». Σήμερα, ωστόσο, έχει φτιάξει ένα μικρό εργαστήρι στην αυλή του σπιτιού του, με ηχομονωτικά υλικά που περιορίζουν σε κάποιο βαθμό τον θόρυβο, ενώ επιλέγει να εργάζεται ώρες κατά τις οποίες δεν προκαλεί ανησυχία, όπως λέει.
Δάσκαλος το διαδίκτυο
Άλλο ένα εμπόδιο (που απεδείχθη αμελητέο) για τον Γιώργο, ήταν η απουσία ενός δασκάλου στην έναρξη της ενασχόλησής του με τη μαχαιροποιία. «Δεν έβρισκα κανέναν. Ποιος μαχαιροποιός απέμεινε το 2009 στην Κύπρο… Αν είχε απομείνει κάποιος παππούς σε κάποιο χωριό, που ούτε θα μπορούσα να ανακάλυπτα», λέει, εξηγώντας πως γι’ αυτόν το λόγο κατέφυγε στο διαδίκτυο.
«Εντόπιζα ιστοσελίδες που αναφέρονταν στη μαχαιροποιία και μελετούσα. Μελετούσα τους Λευκαδίτες, τους Κρητικούς, του Αμερικανούς, τους Ρώσους, τους Ιταλούς, τους Γάλλους… Ο καθένας με τον δικό του τρόπο κατασκευής και “βαφής” [σκλήρυνση της λάμας], οπότε έκανα πολλά πειράματα και κατέστρεψα αρκετά μαχαίρια μέχρι να καταλήξω σε μια μέθοδο η οποία για μένα είναι αποτελεσματική», εξηγεί.
Τα μυστικά και τα «Λαπηθκιώτικα»
«Η τέχνη, το μυστικό για να επιτύχεις ένα καλό μαχαίρι, είναι στη σκλήρυνση της λεπίδας, εκτός από την καλή ποιότητα του ατσαλιού», μας εξηγεί. Μέσω της περιδιάβασής του στις ιστοσελίδες περί μαχαιροποιίας, κατέληξε και στην Λάπηθο. «Ανέκαθεν η Λάπηθος έφτιαχνε μαχαίρια από καλό και δυνατό ατσάλι, γι’ αυτό και δεν στόμωναν εύκολα». Η μελέτη της λαπηθιώτικης μεθόδου κατασκευής μαχαιριών τον έφερε σε επαφή και με τον Νεοπτόλεμο Κότσαπα, δήμαρχο του κατεχόμενου δήμου, ο οποίος στον ελάχιστο ελεύθερο χρόνο του συνεχίζει να κατασκευάζει κάποια είδη των παραδοσιακών «λαπηθκιώτικων» μαχαιριών.
Η Λάπηθος, αναφέρει ο Γιώργος, μέχρι το 1974 απαριθμούσε 4.000 κατοίκους. Κάθε μερικά μέτρα συναντούσες εργαστήρια κωμοδρόμων (σιδηρουργών). «Οι κωμοδρόμοι (πάμε μέχρι 200 χρόνια πίσω) κατασκεύαζαν όλων των ειδών τα εργαλεία και έκαναν εξαγωγές στις γειτονικές μας χώρες. Κάποιοι εξ αυτών σταμάτησαν να φτιάχνουν κάθε είδους εργαλεία και επικεντρώθηκαν στα μαχαίρια», εξηγεί ο Γιώργος.
«Μέχρι και ο Κανάρης, ο οπλαρχηγός της Ελληνικής Επανάστασης, είχε φτάσει στην Κύπρο και προμηθεύτηκε λαπηθκιώτικα μαχαίρια και πιστόλια, τα οποία χρησιμοποίησε στις μάχες κατά των Τούρκων», είναι η χρήσιμη πληροφορία που μας δίνει ο Γιώργος Τσιάππας.
Μετά την τουρκική εισβολή «έσβησε η Λάπηθος, σκορπίστηκαν οι Λαπηθιώτες, είτε σε άλλες πόλεις της Κύπρου είτε στο εξωτερικό. Οι καλοί μαχαιροποιοί έχουν αποβιώσει, τα παιδιά τους μάλλον δεν έχουν ακολουθήσει το επάγγελμά τους… Αν δεν γινόταν η εισβολή, τα παιδιά ή τα εγγόνια των παλιών Λαπηθιωτών ίσως να ακολουθούσαν το επάγγελμα αυτό, καθώς μπορεί κάποιος να ζήσει, εάν και εφόσον φτιάχνει και διάφορες άλλες μεταλλικές κατασκευές», μας λέει.
- Πηγή: Γιάννος Λύτρας / 24sports.com.cy.