Το τελευταίο διάστημα, ενώ έχει προηγηθεί η επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού στην Τουρκία και η συνάντησή του με τον Τούρκο πρόεδρο και έγιναν προσπάθειες, τουλάχιστον από ελληνικής πλευράς, για δημιουργία θετικού κλίματος στις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών, ο Ταγίπ Ερντογάν προβαίνει σε εξαιρετικά προσβλητικές δηλώσεις εναντίον της Ελλάδας.
Τη μια από τη Σμύρνη εμάς τους Έλληνες «μας ρίχνει στη θάλασσα», την άλλη από τα Δαρδανέλια μας βάζει σε «φέρετρα», μας λέει ότι ποτέ η Αγία Σοφία δεν πρόκειται να γίνει ξανά εκκλησία, και η Ιστανμπούλ* ποτέ δεν θα ξαναγίνει Κωνσταντινούπολη.
Για τις απειλές που εκτοξεύει σχεδόν κάθε μέρα εναντίον της Κύπρου και της Ελλάδας, με αφορμή τις εξελίξεις στα ενεργειακά στην κυπριακή ΑΟΖ και το Αιγαίο, δεν θα πούμε τίποτα γιατί τις έχουμε μάθει… νεράκι, αφού πολλές φορές καθ’ υπερβολή αναμεταδίδονται από τα ελληνικά ΜΜΕ.
Γιατί όμως ο Ερντογάν παρουσιάζεται τόσο νευρικός και η ρητορική του έχει πάρει αυτή τη μορφή; Γιατί δείχνει να έχει χάσει την αυτοπεποίθησή του ο ηγέτης της Τουρκίας το τελευταίο διάστημα;
Τι ήταν αυτό που τον ώθησε να χρησιμοποιήσει με απαράδεκτο τρόπο την πολύνεκρη δολοφονική επίθεση που έγινε σε δυο ισλαμικά τεμένη στη Νέα Ζηλανδία, φθάνοντας μάλιστα στο σημείο να δείξει πλάνα από την επίθεση σε γιγαντοοθόνη, κατά τη διάρκεια προεκλογικής συγκέντρωσης, φανατίζοντας το κοινό;
Για να ερμηνεύσουμε τη συμπεριφορά του Ερντογάν πρέπει να πάμε στον Μάρτη του 1994, τότε που το Κόμμα της Ευημερίας του μέντορά του, Νετζμετίν Ερμπακάν, που εξέφραζε το πολιτικό Ισλάμ, κέρδισε στις δημοτικές εκλογές την Κωνσταντινούπολη, την Άγκυρα, την Καισάρεια και το Ικόνιο. Στις εκλογές αυτές, που χρησιμοποιήθηκαν ως εφαλτήριο για να κερδίσει την κυβερνητική εξουσία το πολιτικό Ισλάμ τον επόμενο χρόνο, έλαμψε για πρώτη φορά το πολιτικό άστρο του Ταγίπ Ερντογάν, αφού εκλέχτηκε δήμαρχος Κωνσταντινούπολης.
Στις εκλογές της 31ης Μαρτίου, όπου και πάλι το Κόμμα της Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) κατεβαίνει μαζί με το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης (MHP) των Τούρκων ναζί, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι υπάρχουν πιθανότητες να χάσει την Άγκυρα, ενώ και στην Κωνσταντινούπολη, αν και έχρισε υποψήφιο έναν πρώην πρωθυπουργό, τον Μπιναλί Γιλντιρίμ, η νίκη δεν θα είναι εύκολη υπόθεση.
Δηλαδή, ο Ερντογάν αντιμετωπίζει το ενδεχόμενο να χάσει την πρωτεύουσα της χώρας και να πετύχει μια ισχνή νίκη στην Κωνσταντινούπολη, ενώ και τα ποσοστά της συμμαχίας AKP-MHP δείχνουν απώλειες περίπου 5% σε σχέση με τις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές.
Αυτός είναι ο ένας παράγοντας που προκαλεί εκνευρισμό στον Ερντογάν, που δεν έχει μάθει να χάνει και δεν είναι ώρα για ήττες λίγα χρόνια πριν από το 2023, που συμπληρώνονται 100 χρόνια από την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας και ετοιμάζεται για… μεγάλες φιέστες…
Ένας άλλος παράγοντας που προκαλεί εκνευρισμό στον Τούρκο πρόεδρο είναι η οικονομία της χώρας. Ήδη έχουμε τρία τρίμηνα με ύφεση, και όλα δείχνουν ότι και το τέταρτο θα δείξει ύφεση της τουρκικής οικονομίας. Αυτό του προκαλεί διπλό εκνευρισμό. Ο ένας λόγος είναι γιατί του χαλάει το… ίματζ, γιατί και ο Τούρκος πρόεδρος θεωρεί ότι η οικονομία είναι το ισχυρό του χαρτί! Ο άλλος λόγος είναι ότι η οικονομική κρίση έχει χτυπήσει τα φτωχά λαϊκά στρώματα, τα οποία δεν μπορούν να γεμίσουν την κατσαρόλα, γι’ αυτό ο Ερντογάν αποφάσισε να βάλει τους δήμους να πουλάνε πατάτες και κρεμμύδια σε φθηνές τιμές, παρακάμπτοντας τους εμπόρους. Όμως αυτό προκάλεσε κρίση σε έναν ολόκληρο κλάδο της αγοράς.
Η κρίση στην οικονομία, σε συνδυασμό με τη νομισματική κρίση των προηγούμενων μηνών, απομακρύνει τον Ερντογάν από το στόχο το 2023 το κατά κεφαλήν εισόδημα των Τούρκων να ξεπεράσει τις 20.000 δολάρια. Προς στιγμήν είναι κάτω από τις 10.000 δολάρια, και έχουμε μπροστά μας την κρίση των S-400 με τις ΗΠΑ, που μπορεί να ρίξει στα τάρταρα την τουρκική λίρα.
Ο τρίτος παράγοντας είναι ίσως ο πιο… εκνευριστικός, γιατί πρώην σύντροφοί του, με τους οποίους ίδρυσαν μαζί το AKP, τις τελευταίες εβδομάδες κινούνται σοβαρά προς την κατεύθυνση ίδρυσης ενός νέου κόμματος, που θα κινείται στο χώρο του πολιτικού Ισλάμ, με πιο δημοκρατικά χαρακτηριστικά.
Πρωταγωνιστής της κίνησης αυτής είναι ο Αμπντουλάχ Γκιουλ, πρώην πρωθυπουργός και πρόεδρος της δημοκρατίας, ενώ υποστηρίζεται από τον Αχμέτ Νταβούτογλου, πρώην πρωθυπουργό και υπουργό Εξωτερικών, και από άλλα στελέχη που αποσκίρτησαν ή είναι έτοιμα να αποσκιρτήσουν από το AKP.
Αυτοί είναι οι τρεις παράγοντες, και θεωρήσαμε σωστό και ωφέλιμο να τους παραθέσουμε για μπορούμε να κάνουμε μια ψυχολογική ερμηνεία της συμπεριφοράς του απέναντι στην Κύπρο και την Ελλάδα και της σκληρής του ρητορικής.
Φυσικά υπάρχουν και οι εξελίξεις στην Αν. Μεσόγειο που εντείνουν τη νευρικότητα του Ερντογάν, και κυρίως η τριμερής Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ, ένα θέμα που παρακολουθεί με μεγάλη ανησυχία η Τουρκία, για το οποίο όμως θα αναφερθούμε στο άρθρο μας της Κυριακής.
Μέχρι τότε, να μην ξεχνάμε ότι πέραν της ψυχολογικής ερμηνείας των δηλώσεων και της προσπάθειας του Ερντογάν και των στελεχών της κυβέρνησής του να συσπειρώσουν το εσωτερικό ακροατήριο, υπάρχει πάντα η επεκτατική και επιθετική στρατηγική της Τουρκίας στη γραμμή Κύπρος-Αιγαίο-Θράκη.
Αυτό δεν δικαιούται να το ξεχνά κανένας Έλληνας, έστω κι αν λέγεται Κατρούγκαλος…
____
* Η λέξη Ιστανμπούλ, που επαίρεται ο Ερντογάν ότι είναι τουρκική, είναι κι αυτή ελληνική και προέρχεται από το «Εις την Πόλιν», όπως έλεγαν Έλληνες και μετά παραλλαγμένα οι Τούρκοι για την Κωνσταντινούπολη.