Από καινοτομίες δεν τα πάμε άσχημα. Στο χώρο του, ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς είναι πρωτοπόρος. Εφηύρε τη νέα πολιτική θεωρία των «μοναχοφάηδων». Μην τα φάμε όλα εμείς, να δώσουμε και στους άλλους. Μόνο που δεν γνωρίζουμε το όριο πέραν του οποίου ισχύει η θεωρία Κοτζιά. Υπάρχει «μοναχοφαησόμετρο»; Η απάντηση είναι ναι. Αποκλειστικής κατασκευής και χρήσης Κοτζιά. Αυτός θα κρίνει το όριο πέραν του οποίου θα πρέπει να αρχίσουμε να δίνουμε.
Στη βάση, όμως, ποιας θεωρητικής αντίληψης λειτουργεί το «μοναχοφαησόμετρο»; Αναλόγως, προφανώς, των πολιτικών μεταλλάξεων του πρώην υπουργού.
Στον δημόσιο διάλογο που αναπτύχθηκε μετά τη σχετική δήλωση του Ν. Κοτζιά στους Δελφούς, αξιοσημείωτη ήταν η επισήμανση άρθρου του slpress.gr ότι ο πρώην υπουργός τα λέει αυτά επειδή είναι «λαγός» διεθνών συμφερόντων από τα οποία προσδοκά να τον ξανακαλέσουν να κυβερνήσει. Δεν μπορώ να επιβεβαιώσω την ακρίβεια του ισχυρισμού. Αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι σε περιόδους που δεν χαρακτηρίζονται από μεγάλες κρίσεις και αστάθειες, οπότε οι εξελίξεις δεν ελέγχονται, σε χώρες σαν την Ελλάδα το χρίσμα το απονέμει ο διεθνής παράγων. Αφήστε που υπάρχουν και διεθνείς θέσεις στις οποίες τοποθετούνται πρόσωπα που εξυπηρέτησαν το διεθνές σύστημα. Ο Κοτζιάς το εξυπηρέτησε και με τη Συμφωνία των Πρεσπών και με τη γενικότερη στάση του κατά τη διάρκεια της υπουργίας. Αυτό δεν είναι κακό εξ ορισμού. Φτάνει, παραλλήλως, να εξυπηρετούνται και τα συμφέροντα της χώρας, το λαό της οποίας υπηρετείς.
Και από τον Κοτζιά περάσαμε στον Κατρούγκαλο. Ο νυν υπουργός Εξωτερικών πήρε τη θέση ως ανταμοιβή για τη στάση του στη Συμφωνία των Πρεσπών. Όχι για τις διπλωματικές του ικανότητες αλλά για την υποστήριξη της Συμφωνίας. Άλλωστε, η υποστήριξη ή μη της Συμφωνίας των Πρεσπών είναι το πρόκριμα για να σε κατατάξει το πολιτικό κονκλάβιο του ΣΥΡΙΖΑ στους προοδευτικούς. Δεν μπορείς να θεωρείσαι προοδευτικός αν δεν υποστηρίζεις τη Συμφωνία των Πρεσπών. Οπότε, δικαιολογημένα, τη συντριπτική πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας την διατρέχει ένα σχιζοφρενικό δίλημμα: προοδευτικός και υπέρ της Συμφωνίας ή κατά της Συμφωνίας και μη προοδευτικός;
Και ενώ η ελληνική κυβέρνηση ασχολείται με τη σκιά του όνου, η γειτονική Τουρκία διεξήγε άσκηση που έδωσε, τουλάχιστον στην τηλεοπτική ελληνική κοινωνία, ενδιαφέρουσα ενασχόληση. Από νωρίς τα ΜΜΕ «σήκωσαν το θέμα» και ο λαός παρακολουθούσε κάτι που δεν ήταν σίγουρος αν επρόκειτο για πραγματικότητα ή φαντασία. Το παρακολουθούσε σαν να έβλεπε πολεμική ταινία. Μόνο που η άσκηση δεν είχε όλες τις ημέρες το σασπένς των πρώτων φάσεων, και το ενδιαφέρον γρήγορα έπεσε. Η στήλη δεν συμμερίζεται την άποψη ότι οι Έλληνες παρακολούθησαν τα πρώτα επεισόδια της άσκησης από φόβο που τους κατέλαβε. Βοηθούσης και της κρίσεως, ο ελληνικός λαός βιώνει κάτι μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας.
Είναι μια υποσυνείδητη διαφυγή από την κατάθλιψη. Κατάθλιψη που προκαλούν όχι μόνο η κρίση αλλά και η απαισιοδοξία ότι το πολιτικό προσωπικό είναι τρομερά αναντίστοιχο με τις ανάγκες της κοινωνίας.
Δεν υπάρχει πιο σαφής τρόπος για να μας γνωστοποιήσει η Τουρκία ότι μας απειλεί και πού μας απειλεί. Και δεν υπάρχει μεγαλύτερη αδιαφορία για τον κίνδυνο που διαφαίνεται από αυτήν που επιδεικνύουν οι ελληνικές κυβερνήσεις. Όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις, όχι μόνο η σημερινή. Δεν έχουν μπει στον κόπο να διαμορφώσουν ούτε καν ένα σχέδιο εθνικής στρατηγικής στο οποίο να συμφωνήσουν όλοι και να αρχίσουν σιγά-σιγά να το υλοποιούν χωρίς ο ένας υπουργός να αλλάζει αυτά που θα επιχειρούσε να εφαρμόσει άλλος.
Η άμυνα της χώρας και η ασφάλεια του ελληνικού λαού έχουν αφεθεί στον καλό Θεό της Ελλάδας. Αναμένουμε ένα θαύμα για να δικαιολογήσει η κυβέρνηση την αδιαφορία της: Τη ρήξη στις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας και την (έμμεση) αναβάθμιση του ρόλου της χώρας. Η ρήξη αυτή δεν είναι αδύνατον να συμβεί, δεν είναι και σίγουρη.
Δεν είναι αδύνατο να συμβεί διότι στην Τουρκία εδώ και μερικά χρόνια το παιχνίδι δεν το ελέγχει ο Ερντογάν. Έστω και αν φαίνεται πως το ελέγχει. Έχουν διαμορφωθεί στρατιωτικογραφειοκρατικοί θύλακες στο βαθύ τουρκικό κράτος που πήραν τον έλεγχο της κατάστασης στα χέρια τους. Και οι θύλακες αυτοί είναι ευρασιατικού και όχι ευρωπαϊκού προσανατολισμού.
Αν η ρήξη είναι στρατηγικού χαρακτήρα, θα είναι δύσκολο να αποκατασταθούν οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις.
Δεν είναι όμως και σίγουρη η ρήξη, διότι ο τουρκικός στρατός –και ιδιαιτέρως η αεροπορία της χώρας– ελέγχεται από άποψη λειτουργικότητας από τις ΗΠΑ. Αυτή είναι μια παράμετρος που δεν μπορεί να μην λαμβάνεται υπόψη στους σχεδιαστές πολιτικής της Άγκυρας.
Οπότε, έστω και αυτή η αβεβαιότητα θα πρέπει να σοβαρέψει την Αθήνα. Δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο.