Το δρώμενο της Καμήλας, ιδιαίτερα διαδεδομένο στο παρελθόν, αλλά και σήμερα, στη Μικρά Ασία, τα Βαλκάνια και την Κεντρική Ευρώπη (από τον Πόντο ως την Πόλη και από την Ουκρανία ως την Βουλγαρία, τη Ρουμανία, την Ουγγαρία, τη νότια Αυστρία και τη Σλοβενία), εμφανίζεται ως μεταμφίεση τελετουργικού χαρακτήρα με «αόριστη γονιμοποιητική σημασία».1 Το έθιμο, που με διαφορετικές παραλλαγές –αλλά πάντα πάνω στο ίδιο μοτίβο– το συναντάμε σε ολόκληρη την Ελλάδα,2 συνηθίζεται από τους πρόσφυγες της Ανατολικής Ρωμυλίας μέσα στις γιορτές του Δωδεκαημέρου, και πιο συγκεκριμένα κατά την παραμονή της Πρωτοχρονιάς.
Ο Βάλτερ Πούχνερ (Λαϊκό θέατρο στην Ελλάδα και τα Βαλκάνια) υποστηρίζει, βέβαια, πως στον ελληνικό χώρο καλούνται «καμήλες» οι μεταμφιεσμένοι και μουτζουρωμένοι με καπνιά, ντυμένοι με κουρέλια, προβιές και κουδούνια.3 Εντούτοις, όσο κι αν μιλήσαμε με τους ανθρώπους της Θράκης δεν αναφέρθηκε ποτέ αυτός ο χαρακτηρισμός –που δεν μπορούμε, φυσικά, να αμφισβητήσουμε πως ίσως ισχύει για άλλες περιοχές της Ελλάδας– για τους «μουτζουρωμένους» της Αποκριάς ή άλλων εθίμων.
Ο σκοπός του εθίμου της Καμήλας μοιάζει να έχει χαθεί, μαζί με την προέλευσή του. Όπως κάθε αγερμός έχει σαν στόχο την ανταλλαγή ευχών για «καλοχρονιά», γονιμότητα και υγεία. Άγνωστοι όμως παραμένουν οι λόγοι κατασκευής ενός τέτοιου ομοιώματος. Η καμήλα πιστεύεται, μας είπαν, ζώο που συμβολίζει την αφθονία. Θεωρούμε όμως πως αυτή είναι μάλλον μια εκ των υστέρων εξήγηση των συγχρόνων μας –ή λίγο γηραιότερων– που τους τέθηκε αυτό το ερώτημα.
Υπάρχει πάντα και η προφανής απάντηση ότι το πλούσιο εμπόριο ερχόταν στη Θράκη από το Βυζάντιο και την Ανατολή με καμήλες, γι’ αυτό και οι νέοι έμαθαν να συλλέγουν τα συμβολικά «δώρα» του αγερμού τους με αυτό το υπομονετικό ζώο. Ή, αντίθετα, ότι αφού ο κίνδυνος της επιδρομής κατέφθανε στην Ευρώπη από την Ανατολή και την Οθωμανική Αυτοκρατορία με καμήλες, οι Βαλκάνιοι ξόρκισαν τους φόβους τους με μια «μαγική» ιεροπραξία που αντικαθιστούσε το αρνητικό με το θετικό.4 Όπως και να έχει, ο συμβολισμός του ομοιώματος δεν μας είναι ξεκάθαρος.5
Ακόμη και τα παιχνίδια της με τον καμηλιέρη, όταν προσποιείται πως πεθαίνει κι έπειτα ανασταίνεται με την προσφορά κρασιού ή άλλων δώρων, δεν φαίνεται να έχουν την ίδια σκοπιμότητα με το θάνατο και την ανάσταση του Τζαμαλάρη στο συγγενικό της έθιμο της σποράς. Κι αυτό γιατί το συγκεκριμένο δρώμενο είναι αρκετά φτωχό σε συμβολισμούς, αντίθετα πλουσιότερο σε δράση που συμβαίνει προς χάριν των θεατών […].
Η μεταμφίεση και ο τρόπος κατασκευής του ομοιώματος της καμήλας είναι γνωστός και παντού ο ίδιος.
Ο Καμηλιέρης ή Ντιβιτζής ή Χιμπιτζής που συνοδεύει το ομοίωμα της καμήλας –ή, σε κάποιες περιοχές, το ξόανο με τον μακρύ λαιμό και το σαγόνι που ανοιγοκλείνει μηχανικά– είναι συνήθως μεταμφιεσμένος είτε σε ανατολίτη είτε με προβιές, ενώ οι συνοδοί του είναι φορτωμένοι με κουδούνια και μουτζουρωμένοι, όπως άλλωστε και στα περισσότερα λαϊκά δρώμενα. Όσο για την κατασκευή, αν και τα όρια ανάμεσα στα τετράποδα είναι ρευστά,6 εντούτοις παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον ο αφαιρετικός τρόπος με τον οποίο κατασκευαζόταν σε όλες ανεξαιρέτως τις περιοχές η καμήλα.
Πιο συγκεκριμένα, εντύπωση προκαλεί το γεγονός πως αν και ενδιέφερε η αληθοφάνεια (γι’ αυτό και οι λεπτομερείς περιγραφές και η χρήση δέρματος στο λαιμό ή το κεφάλι), το ομοίωμα δινόταν σχηματικά, με κάποια στοιχεία σχεδόν σουρεαλιστικά θα έλεγε κανείς, κι όμως αυτό ακριβώς συντελούσε στην αίσθηση της πιστής απεικόνισης.7 Για παράδειγμα, συχνότατα χρησιμοποιούσαν κρανίο πρόβατου ή σκύλου για το κεφάλι του ομοιώματος, τα οποία διαφέρουν πολύ από το κρανίο της καμήλας, ή κατασκεύαζαν με δυο ξύλα –τυλιγμένα με δέρμα ζώου– απλώς ένα σαγόνι. Επιπλέον, αν και είναι ξεκάθαρο πως το σύμβολο του δρώμενου είναι μια θηλυκή οντότητα, εντούτοις η κατασκευή παραπέμπει σε ένα πλάσμα άφυλο και εξορίζει από το δρώμενο αυτό κάθε στοιχείο σεξουαλικότητας, γεγονός ιδιαίτερα περίεργο για μια τελετή τέτοιου είδους.
_____
1. Βάλτερ Πούχνερ, Λαϊκό θέατρο στην Ελλάδα και τα Βαλκάνια, σ. 88.
2. Για μια εκτενή περιγραφή για τον Ασπρόπυργο, βλ. Πούχνερ, στο ίδιο, σ. 88-89.
3. Στο ίδιο, σ. 79.
4. Για το ίδιο ζήτημα, βλ. και Θεόδωρος Γραμματάς, Δρώμενα και λαϊκό θέατρο, σ. 18.
5. Καθώς δεν έχουμε ανακαλύψει στη βιβλιογραφία κάποια ικανοποιητική εξήγηση, και αφού δεν θεωρούμε εαυτούς ειδικούς σε τέτοια ζητήματα, αφήνουμε το ερώτημα ανοιχτό.
6. Με τον ίδιο τρόπο σε άλλες περιοχές παριστάνουν π.χ. τα «άλογα». Βλ. και Πούχνερ, ό.π., σ. 91-92.
7. […] τον όρο «σουρεαλιστικό» τον χρησιμοποιούμε με την πλατιά ετυμολογική του σημασία και όχι με την πιο ειδική έννοια που έλαβε στα διάφορα κινήματα της τέχνης.
Ελένη Δάγκα
Σκηνογράφος-ενδυματολόγος
Διαβάστε εκτενέστερο απόσπασμα της έρευνας εδώ.