Για να μη γίνομαι κατ’ εξακολούθηση θύμα εξαπάτησης, κοροϊδίας και προπαγάνδας, φρόντισα ν’ απλοποιήσω στο μυαλό μου τα πράγματα. Όλους μαζί, όσους είναι σε θέσεις διοικητικής ευθύνης μέσα στον κόσμο ολόκληρο· όσους έχουν τη δύναμη να αποφασίζουν και να ενεργούν προκαλώντας επιπτώσεις στη ζωή μου ως πολίτη, τους λέω αυθαίρετα πολιτεία. Στο δημόσιο, επαγγελματικό και πολιτικό μου κοσμοσύστημα, λοιπόν, υπάρχω εγώ κι η πολιτεία.
Κάποιοι με μαλώνουν γι’ αυτόν τον δυαλισμό· και για τη γενίκευση επίσης. Πολιτεία είμαστε όλοι, λένε. Δεν πρέπει να τους βάζεις όλους μαζί στο ίδιο καζάνι, λένε. Ίσως να έχουν δίκιο… αλλά εγώ συνεχίζω το βιολί μου· είμαι αδιόρθωτος.
Καθημερινά, όταν βασανίζομαι αναίτια, παντοειδώς και κατ’ επανάληψη από τις επιπτώσεις της ανοησίας και του εκφυλισμού του δημόσιου γίγνεσθαι, βρίζω την πολιτεία. Είτε φταίει ο διευθυντής κάποιας υπηρεσίας είτε ο πρωθυπουργός είτε το Ευρωκοινοβούλιο, το ίδιο μου κάνει… Άτιμη πολιτεία!
Αυτή η ιδιορρυθμία, πάντως, μου δίνει μια ευρεία, ολιστική προοπτική. Αντί να δίνω σημασία στα πρόσωπα και στα λόγια, ρίχνω το βάρος στα αποτελέσματα πολιτικών πρακτικών και νοοτροπιών, νόμων και θεσμών. Δεν ακούω δικαιολογίες, εκθέσεις ιδεών, θεωρίες, εκδιπλώσεις αγαθών προθέσεων και ανυπόστατες ωραιοποιήσεις. Οι στοχεύσεις και οι μεθοδεύσεις του κομματικού φεουδαλισμού και οι υποκρισίες της γραφειοκρατίας, της πολυνομίας και της δυσερμήνευτης, ασαφούς ή ελλιπούς νομολογίας συνδέονται όλες σ’ ένα δίκτυο που παράγει καρπούς. Κλείνω τ’ αυτιά μου, λοιπόν, στην ακατάσχετη μπουρδολογία τής κάθε επικοινωνιακής λαίλαπας και τους γκεμπελισμούς, κι επικεντρώνομαι μόνο σε αυτούς τους καρπούς, για να εντοπίσω κίνητρα και μεθόδους. Να δω πού το πάει, κάθε φορά, η… πολιτεία.
Με τέτοια διάθεση περπάτησα στην πανεπιστημιούπολη, και κυρίως μέσα στο βανδαλισμένο κτήριο της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ την Παρασκευή που μας πέρασε. Είδα ξανά τους πικρούς καρπούς μιας διαχρονικής πολιτικής πρακτικής. Κόμματα εναλλάσσονται στην κυβέρνηση· υπουργοί, αρχηγοί αστυνομίας, πρυτάνεις, κοσμήτορες, πρόεδροι, εισαγγελείς, αρχιδικαστές, καθηγητές, φοιτητές έρχονται και παρέρχονται. Τα πρόσωπα πίσω από τις κουκούλες που καταστρέφουν ανεμπόδιστα –και εν πολλοίς παραμένουν στην ουσία ατιμώρητα– αλλάζουν με τα χρόνια. Αλλά το τερατώδες φαινόμενο παραμένει σταθερά επαναλαμβανόμενο για δεκαετίες.
Είναι εξωφρενικό το ελληνικό πανεπιστήμιο να είναι ένα ξέφραγο αμπέλι. Οι φοιτητές, οι καθηγητές και οι εργαζόμενοι σ’ αυτό είναι έρμαια των βίαιων και ποικιλοτρόπως παράνομων διαθέσεων και στοχεύσεων του καθενός.
Ομοίως έρμαιο είναι και το πνευματικό τους έργο, τα εργαλεία της δουλειάς τους, οι προσωπικός εργασιακός τους χώρος και τα προσωπικά τους αντικείμενα. Η ψυχολογία τους, η δυνατότητα της ελεύθερης έκφρασής τους και το ηθικό τους δεν προφυλάσσονται από τη βία, τους εκβιασμούς και τις απειλές. Όλα αυτά, όμως, είναι αδιαπραγμάτευτα δημόσια αγαθά υψηλής και προστιθέμενης αξίας. Πρόκειται για ανεκτίμητη υλική, πνευματική και πολιτιστική περιουσία του ελληνικού λαού. Προφανέστατος παραλογισμός, αδιανόητη παράκρουση.
Ποιος φταίει; Μα φυσικά η… πολιτεία! Ξεκάθαρα και απλά πράγματα. Ας δούμε, όμως, εάν αυτή η ιδιόρρυθμη απλουστευμένη γενίκευση που κάνω αποκρύπτει ή αποκαλύπτει ευθύνες, εάν ξεσκεπάζει ή κουκουλώνει αλήθειες. Ας αφήσουμε κατά μέρος τις ανούσιες κουβέντες και τα ανυπόστατα ιδεολογήματα κι ας εστιάσουμε στο αποτέλεσμα. Ας σκεφτούμε απλά, λογικά και καθαρά.
Η εισβολή σε πανεπιστημιακά ιδρύματα και η καταστροφή τους γίνεται τις περισσότερες φορές σε στιγμές απόλυτα προβλέψιμες και είναι αναμενόμενη. Η κατάληψη και η καταστροφή γίνεται γνωστή και διαρκεί σε χρόνο, αλλά η πολιτεία δεν παρεμβαίνει, ώστε να την προλάβει, να την αποτρέψει και να συλλάβει τους ενόχους, ενώ μπορεί να το κάνει σχετικά εύκολα. Το φαινόμενο έχει επαναληφθεί σταθερά και διαχρονικά τόσο πολλές φορές που το συμπέρασμα είναι προφανές και έρχεται αβίαστα. Η πολιτεία είναι συνένοχη.
Γιατί όμως τόσα διαφορετικά κόμματα και πρωθυπουργοί, αριστεροί και δεξιοί, διαχρονικά συμμετέχουν σε αυτόν τον τερατώδη παραλογισμό;
Το πιθανότερο είναι ότι κάποια υπερκείμενη αρχή τον επιβάλλει σε όλους τους. Είναι εύλογο να υποθέσει κανείς ότι τόσο αυτό όσο και άλλα παρόμοια φαινόμενα αναπάντητης ανομίας αποτελούν ψηφίδες του σχεδίου μιας σκιώδους υπερκομματικής υπερεξουσίας για τον ψυχολογικό επηρεασμό και χειρισμό του ελληνικού λαού.
Οι ακαδημαϊκοί, αλλά και πολλοί άλλοι πολίτες, μετά τον επικοινωνιακό βομβαρδισμό προβολής αυτών των θλιβερών γεγονότων, υποσυνείδητα απομακρύνονται από κάθε λογική ακτιβισμού, ακόμα και του πιο ήπιου. Δυσκολεύονται ψυχολογικά με τις δυναμικές αντιδράσεις, ακόμα κι αν αυτές είναι απόλυτα αναγκαίες, δικαιολογημένες και κόσμιες. Στο επίπεδο του συνειδητού, πάλι, αντιλαμβάνονται ότι οι βάνδαλοι είναι ενεργοί, ανέγγιχτοι και –προπάντων– έτοιμοι να διεισδύσουν και να αμαυρώσουν οποιαδήποτε δημόσια διαμαρτυρία τους.
Ποιοι βρίσκονται άραγε στην κορυφή της πυραμίδας του σχεδίου; Tο υπόλοιπο τμήμα της, πάντως, που απαρτίζεται από όργανα της ελληνικής πολιτείας, παίζει πιστά το ρόλο του και κάνει ό,τι χρειάζεται ώστε αυτοί που βρίσκονται στη βάση (οι κουκουλοφόροι) να κάνουν τη δουλειά ανεμπόδιστα κι ατιμώρητα. Οι συνένοχοι έχουν την άνεση να εμπλουτίζουν τον βασικό σχεδιασμό και με παράπλευρες ενέργειες σύμφωνα με τη δική τους ατζέντα. Ο κλεμμένος (ή να πω… «απαλλοτριωμένος») ηλεκτρονικός εξοπλισμός, για παράδειγμα, είναι ένα επιπλέον μπόνους για τους βάνδαλους. Ενώ η αναγραφή απειλητικών συνθημάτων στα κατεστραμμένα γραφεία συγκεκριμένων καθηγητών έχει κι αυτή τη στόχευσή της.