Είναι τέλος καλοκαιριού του 2015, βρισκόμαστε στη Συρία, και το λεγόμενο Ισλαμικό Κράτος (ΙΚ) έχει καταλάβει περίπου τα ⅔ της επικράτειας της Συρίας. Η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη, όπου και η καρδιά της βιομηχανίας, είναι στα χέρια των εξεγερμένων, της Αλ Νούσρα (Αλ Κάιντα) και του λεγόμενου Ελεύθερου Συριακού Στρατού (ΕΣΣ), ενώ είναι προφανές ότι έχει αρχίσει να εμφανίζεται και ο άμεσος κίνδυνος πτώσης και της Δαμασκού, αφού μερικές σημαντικές συνοικίες ελέγχονται ήδη από αντάρτες του ΕΣΣ και ομάδες τζιχαντιστών.
Αν έπεφτε η Δαμασκός, αυτό θα σήμαινε το τέλος του Άσαντ, κάτι που επεδίωκε η Ουάσινγκτον και δεν ήθελε με κανέναν τρόπο να συμβεί η Μόσχα.
Αν όμως έπεφτε η Δαμασκός, τότε ήταν ορατός ο κίνδυνος να επικρατήσει στο σύνολο της επικράτειας της Συρίας του ΙΚ, το οποίο μέχρι τότε ήταν σχεδόν ανίκητο, με εξαίρεση την πολιορκία του Κομπάνι, όπου στις αρχές του 2015 Κούρδοι και ΗΠΑ κατόρθωσαν να σπάσουν την πολιορκία και να καταγάγουν την πρώτη νίκη επί του ΙΚ.
Αν όμως επικρατούσε το ΙΚ σε ολόκληρη την επικράτεια της Συρίας, αυτό θα αποτελούσε μια εξέλιξη παγκόσμιας σημασίας, δεδομένης της αγριότητας των τζιχαντιστών και του γεγονότος ότι πλέον θα ήταν κάτοχοι και διαχειριστές της τύχης ενός κράτους με πάνω από 20 εκατομμύρια κατοίκους. Σε μια τέτοια περίπτωση, αυτό το νέο κράτος θα μπορούσε να «καταπιεί» τον Λίβανο, την Ιορδανία και το σουνιτικό Ιράκ, μεγάλο μέρος του οποίου ήδη κατείχε.
Και όλα αυτά θα συνιστούσαν σοβαρή απειλή ασφάλειας για ολόκληρη την Ευρώπη και ανατροπή των ισορροπιών στη Μέση Ανατολή, από έναν παράγοντα που ήταν εξ ολοκλήρου εκτός ελέγχου.
Υπό την έννοια αυτή ΗΠΑ και Ρωσία έβλεπαν πλέον ως κοινό κίνδυνο το ΙΚ, για διαφορετικούς λόγους ο καθένας.
Όταν λοιπόν τον Σεπτέμβριο του 2015 το ΙΚ, αφού είχε καταλάβει την Παλμύρα, άρχισε να απειλεί την ίδια τη Δαμασκό, η Ρωσία αποφάσισε να επέμβει στρατιωτικά στη Συρία. Έκανε τις απαραίτητες προετοιμασίες στην αεροπορική βάση Χμεϊμίν, στη Λαττάκεια, και στις 30 Σεπτεμβρίου έκανε τους πρώτους αεροπορικούς βομβαρδισμούς στο έδαφος της Συρίας.
Οι ΗΠΑ είχαν αρχίσει τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς περίπου έναν χρόνο πριν, όταν βοήθησαν στους Κούρδους στο Κομπάνι εναντίον του ΙΚ. Τώρα έμπαιναν δυναμικά στο παιχνίδι της στρατιωτικής επέμβασης και οι Ρώσοι, οι οποίοι βομβάρδιζαν περιοχές γύρω από τη βάση τους για λόγους στρατηγικής ασφάλειας των αεροσκαφών και της ίδιας της βάσης, που κινδύνευε από ένοπλες ομάδες τζιχαντιστών που υποστηρίζονταν από την Τουρκία, η οποία ένιωσε το έδαφος να χάνεται κάτω από τα πόδια της όταν ΗΠΑ και Ρωσία άρχισαν να στρέφονται εναντίον του ΙΚ, το οποίο υποστήριζε η Άγκυρα, αφού ήταν ο μόνος σύμμαχος, μαζί με άλλες ομάδες τζιχαντιστών, που της είχε μείνει στη Συρία.
Έτσι άρχισε από τη μια πλευρά, στις δυτικά του Ευφράτη περιοχές, η Ρωσία μαζί με το στρατό της Συρίας να εκδιώκουν το ΙΚ και τις ομάδες των τζιχαντιστών, και από την άλλη πλευρά οι ΗΠΑ, με τους Κούρδους του YPG, να το εκδιώκουν από τις περιοχές ανατολικά του Ευφράτη.
Έτσι, στο χάρτη φάνηκε σαν να «χώρισαν» ντε φάκτο Ρωσία και ΗΠΑ τη Συρία στα δύο, εκδιώκοντας η κάθε χώρα τον «εχθρό» που βρισκόταν στην περιοχή της.
Τότε η Τουρκία, που είχε επενδύσει στην ανατροπή του Άσαντ και την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας από τα στελέχη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, έχοντας ως στόχο τη μετατροπή της Συρίας σε προτεκτοράτο-βιλαέτι της Άγκυρας, ένιωσε όχι μόνο ότι αποκλείεται από το παιχνίδι, αλλά ότι έρχεται αντιμέτωπη με μια νέα απειλή, που ήταν το κουρδικό κράτος που ιδρύθηκε με την υποστήριξη των ΗΠΑ στις ανατολικά του Ευφράτη περιοχές.
Τότε η Τουρκία ζήτησε επανειλημμένως από τις ΗΠΑ να αλλάξουν την πολιτική τους και να εγκαταλείψουν τους Κούρδους, προτάσσοντας μάλιστα διλήμματα του τύπου «ή με τους Κούρδους ή με εμάς». Όταν τα διλήμματα και οι απειλές δεν έπεισαν τις ΗΠΑ, τότε άρχισε το φλερτ της Τουρκίας με τη Ρωσία, που σταδιακά –και όσο δεν υποχωρούσαν οι ΗΠΑ– έγινε αρραβώνας, και βρισκόμαστε στις παραμονές του… γάμου, ο οποίος θα τελεστεί με την παράδοση των ρωσικών S-400 στην Τουρκία.
Όλο αυτό το διάστημα η Τουρκία ακολουθούσε την πολιτική του εκκρεμούς, ανάμεσα στη Ρωσία και τις ΗΠΑ, και όσο δεν πετύχαινε αυτό που ήθελε, επέστρεφε στη Ρωσία.
Τώρα βρισκόμαστε σε μια ταλάντωση όπου η Τουρκία έφυγε από τη Ρωσία και πήγε στις ΗΠΑ, με τις οποίες συνομιλεί και ζητεί ανταλλάγματα για να ακυρώσει ή ματαιώσει την προμήθεια των S-400.
Και στο τραπέζι του παζαριού που γίνεται έχουν πέσει πολλά. Τα F-35, οι Patriot, ο Γκιουλέν, ο Καραγιλάν και άλλα ηγετικά στελέχη του ΡΚΚ, η Κύπρος, το Αιγαίο…
Να έχουμε το νου μας και να είμαστε έτοιμοι για όλα, έχοντας υπ’ όψιν ότι αν οι απαιτήσεις της Τουρκίας ικανοποιηθούν, τότε θα κληθεί να αντιμετωπίσει την οργή του Πούτιν.
Όλα στο τραπέζι…