Από τα παιδαριωδώς αφελή σχόλια για τη σχέση Εκκλησίας-Πολιτείας μέχρι την ιδεοληπτική συμπεριφορά του ελληνικού κράτους απέναντι στους πολίτες του, το πολιτικό σκηνικό και ο δημόσιος λόγος στην Ελλάδα δεν αφήνουν κανένα περιθώριο αισιοδοξίας για το μέλλον της χώρας. Έχουν επικρατήσει οι μετριότητες και όσοι κάτι θα είχαν να πουν σιωπούν, αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο είτε σε άσχετους είτε σε πρόσωπα με επιβαρυμένο, πολιτικά, παρελθόν.
Οι σιωπούντες είναι το ίδιο αξιοκατάκριτοι. Θα υπενθυμίσω τη σχετική αναφορά του Δάντη στην «Κόλαση».
Ένας από τους αμετροεπείς πολιτικούς που έφερε μαζί του ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ο Νίκος Φίλης, του οποίου οι δηλώσεις τις τελευταίες ημέρες σε ό,τι αφορά τη δολοφονία του ομογενούς –και Έλληνα πολίτη– Κωνσταντίνου Κατσίφα αποτέλεσαν σκύλευση νεκρού. Για να μην τον αδικούμε, δεν ήταν ο μόνος.
Αν αναζητήσει κανείς την απαρχή των ιδεών της Αριστεράς, θα εντοπίσει ένα ανθρωπιστικό κίνημα που κωδικοποιήθηκε κυρίως στη μαρξιστική θεωρία. Την χρησιμοποίησαν πρόσωπα με αυταρχικές αντιλήψεις για να επιβάλουν την εξουσία τους πάνω στις κοινωνίες. Σήμερα ο εκφυλισμός γίνεται ακόμη πιο έντονος. Αδιαφορεί και για την αξία της ζωής. Αν είσαι εθνικιστής, για παράδειγμα, δεν αξίζει να ζεις. Προφανώς, η ζωή σου έχει μεγάλη αξία όταν είσαι μέλος του κόμματος.
Το τραγικό είναι ότι ο Ν. Φίλης εκφράζει ένα σημαντικό μέρος της ελληνικής κοινωνίας το οποίο έχει απαξιώσει –ή, καλύτερα, υποκειμενικοποιήσει– την αξία της ζωής. Αν τύχει και συμφωνείς μαζί του ιδεολογικοπολιτικά, αντιδρά έντονα. Αν διαφωνείς… τα άγια τοις κυσί. Όπως στην περίπτωση Κατσίφα.
Στα σχόλια εναντίον του νεκρού διακρίνεται μια αδιαφορία, συνειδητή ή ασυνείδητη, για την ανθρώπινη ζωή ως αυταξία. Η ανοχή στο έγκλημα –και μάλιστα με κρατική καταστολή– ουσιαστικά επικροτεί την ποινή του θανάτου. Την οποία, όμως, δεν θα αποδέχονταν αν ετίθετο θέμα επαναφοράς της.
Οι εξελίξεις επαναπροσδιορίζουν αξίες του βίου. Αν υποβιβάσουμε την αξία της ανθρώπινης ζωής ως αυταξίας, δημιουργούμε μια κοινωνία ζούγκλας.
Βεβαίως, ο σεβασμός της ζωής πρέπει να γίνεται ανεξαρτήτως εθνικότητας ή άλλων χαρακτηριστικών του υποκειμένου.
Η βαρβαρότητα που επέδειξε το αλβανικό καθεστώς στην υπόθεση της δολοφονίας του ομογενούς Κ. Κατσίφα ξεπερνά κατά πολύ τα όρια ανοχής παρεκκλίσεων στην Ευρώπη. Η Αλβανία, όπως είναι σήμερα, δεν έχει καμιά θέση στις διαδικασίες ενοποίησης της ηπείρου. Ακόμη και αν διαμορφώσει λόμπι με αργυρώνητες ομάδες πολιτικών ή οργανώσεων, θα πρέπει να υπάρξει ισχυρή αντίδραση όχι μόνο από την Ελλάδα αλλά και από ευαίσθητες, στα ανθρώπινα δικαιώματα και στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια, ομάδες ευρωπαϊκών χωρών. Όποιος παρανομεί δεν σημαίνει πως εκτελείται. Αλλά η βαρβαρότητα της πολιτικής ηγεσίας της γειτονικής χώρας είχε και συνέχεια με την καταπάτηση αρχέγονων ανθρώπινων αξιών, με τον τρόπο που συμπεριφέρθηκαν στη σορό του νεκρού.
Αυτά είναι στοιχεία που μια σοβαρή πολιτεία όφειλε να αναδείξει διεθνώς από υποχρέωση στους πολίτες της αλλά και στην ιδέα του ανθρωπισμού. Η ελληνική πολιτεία δεν χαρακτηρίζεται από τέτοια σοβαρότητα. Ένα παρηκμασμένο πολιτικό καθεστώς, στο οποίο προστέθηκε και η σημερινή πολιτική εξουσία, αναπαράγεται με όρους 19ου αιώνα.
Δεν έχουμε να κάνουμε με λάθη ή παρεξηγήσεις στη συμπεριφορά της ηγεσίας της γειτονικής χώρας, αλλά με συγκεκριμένη και συνειδητή επιλογή.
Απύθμενο μίσος που πηγάζει από αδικαιολόγητα στερεότυπα. Η αλβανική κοινωνία και το αλβανικό κράτος επιβίωσαν, μετά την κομμουνιστική κατάρρευση, χάρη στην Ελλάδα και τους Έλληνες. Λανθασμένες και ατυχείς συμπεριφορές υπήρξαν, χωρίς αμφιβολία, στον τρόπο που αντιμετωπίστηκαν, αλλά αυτό δεν δικαιολογεί το τυφλό μίσος τους προς τους Έλληνες και την ελληνική μειονότητα. Αναρωτήθηκα αρκετές φορές γιατί το καθεστώς Χότζα ήταν τόσο σκληρό – ίσως το σκληρότερο στον κομμουνιστικό κόσμο. Δεν δικαιολογείται με τίποτε ο δικτάτορας, αλλά είχε να κάνει με ασυγκράτητα επιθετικά ένστικτα και το γνώριζε καλά. Τους τσάμηδες, μάλιστα, τους οποίους θεωρούσε φασίστες, τους εξόρισε στο εσωτερικό της χώρας για να διασφαλίσει στοιχειώδεις προϋποθέσεις ασφάλειας για τη χώρα του.
Στην άλλη πλευρά, ο προστάτης του Αλβανού πρωθυπουργού Ταγίπ Ερντογάν παίρνει τα δικά του μαθήματα στην Ανατολική Μεσόγειο από το αδιέξοδο στο οποίο περιέρχεται η αλαζονική πολιτική του. Παρά τις πολεμικές κραυγές του δεν θα τολμήσει να αγγίξει το γεωτρύπανο της Exxon Mobil που θα αρχίσει τις εργασίες του στις 15 Νοεμβρίου. Ούτε θα επιχειρήσει καμιά πρόκληση κατά της Κύπρου και της Ελλάδας στην περιοχή. Κινδυνεύει να μείνει απομονωμένος από συμμαχίες αλλά και από ενεργειακά αποθέματα με την πολιτική που ακολουθεί.
Στη Συρία το Κουρδικό έχει γίνει ο εφιάλτης του και στην Ανατολική Μεσόγειο η απομόνωση από τα ενεργειακά και η αδυναμία του να αντιδράσει δεν τον αφήνουν σε ησυχία. Σε όλα αυτά προστίθεται σιγά-σιγά η αντίδραση της καθεύδουσας ευρωπαϊκής διανόησης. Γάλλοι διανοούμενοι, επιτέλους, αντέδρασαν στην επίσκεψη Ερντογάν στη χώρα τους, με αφορμή τους εορτασμούς για τα 100 χρόνια από τη λήξη του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου.
Η μόνη λύση που έχει ο Τούρκος πρόεδρος για να επανέλθει στην κανονικότητα είναι να δώσει μια βιώσιμη λύση στο Κυπριακό.
Τέλος, το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών θα οδηγήσει σε εσωτερικές συγκρούσεις και αντιπαραθέσεις μια, ήδη, διχασμένη κοινωνία.