Ναι, ο θάνατος του Κατσίφα μάς αφορά όλους τους Έλληνες και είναι απαράδεκτο να στήνεται χορός «εθνικιστών» και «αντιφασιστών» γύρω από το πτώμα αυτού του νέου που δολοφονήθηκε από το αλβανικό κράτος. Και δεν υπάρχει κανένας λόγος να μάθουμε τι ακριβώς συνέβη για να καταλήξουμε αβίαστα στο εξής συμπέρασμα: Η αλβανική αστυνομία είχε τη δυνατότητα να τον περικυκλώσει, να εξαντληθούν τα πυρομαχικά του και στη συνέχεια να τον συλλάβουν για να τον δικάσουν, όπως γίνεται στα ευνομούμενα κράτη.
Αυτό που έκαναν είναι καθαρή δολοφονία με σαφή πολιτικά χαρακτηριστικά και οι υπεύθυνοι πρέπει να λογοδοτήσουν. Και πρέπει να λογοδοτήσουν σε ελληνικό δικαστήριο, εφόσον ο Κατσίφας ήταν και Έλληνας πολίτης.
Όσον αφορά τις ελληνοαλβανικές σχέσεις, έχω υποστηρίξει δημοσίως ότι η Ελλάδα και η Αλβανία, ή για την ακρίβεια οι Έλληνες και οι Αλβανοί, πρέπει να επιδιώξουμε ανάπτυξη στρατηγικής σχέσης γιατί είμαστε δύο ευάριθμα και ανάδελφα έθνη σε μια ταραγμένη περιοχή, και αντί να γινόμαστε όργανα διαφόρων δυνάμεων ο καθένας ξεχωριστά, να ενώσουμε τις δυνάμεις μας για να διαχειριστούμε από καλύτερη θέση τις πιέσεις και τα «θέλω» του διεθνούς παράγοντα. Όμως αυτό απαιτεί χάραξη κοινής στρατηγικής από Αθήνα και Τίρανα, τιθάσευση του εθνικισμού και δημιουργία κατάλληλων συνθηκών στην ελληνική και την αλβανική κοινωνία.
Προϋπόθεση για να γίνει αυτό, όμως, είναι ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και από τις δύο χώρες σε Έλληνες και Αλβανούς, και εγκατάλειψη των πολιτικών αφομοίωσης και «αλβανοποίησης» της Βορείου Ηπείρου, που είναι μια καθαρά ελληνική περιοχή στην αλβανική επικράτεια.
Πόσο δε μάλλον η εγκατάλειψη εγκληματικών πράξεων όπως η δολοφονία του χειμαριώτη Αριστοτέλη Γκούμα στις 13 Αυγούστου 2010, και του Κωνσταντίνου Κατσίφα, ανήμερα της εθνικής γιορτής του «ΟΧΙ».
Και στο σημείο αυτό να σημειώσουμε ότι η δολοφονία του Κατσίφα έγινε τώρα επειδή τότε, στη δολοφονία του Γκούμα, δεν αντέδρασε το ελληνικό κράτος με τη σφοδρότητα που απαιτούσε η περίπτωση. Όταν δεν αντιδράς, είναι σαν να δίνεις το σύνθημα «συνέχισε να μας σκοτώνεις κι εγώ όχι μόνο δεν θα αντιδρώ, αλλά θα βάζω την αστυνομία μου να αμαυρώνει τη μνήμη του νεκρού». Ναι, ήταν άθλια πράξη η ανακοίνωση της Ελληνικής Αστυνομίας την επομένη της εκτέλεσής του ότι «είχε συλληφθεί το 2008, στο Χαλάνδρι, για κατοχή μισού κιλού ακατέργαστης κάνναβης», χωρίς να αναφέρει ότι είχε αθωωθεί πανηγυρικά. Και θα πρέπει να τονιστεί ότι θα πρέπει να ντρέπονται σε όλη τους τη ζωή εκείνοι που υπέβαλαν και εκείνοι που εξέδωσαν αυτήν την εθνικά απαράδεκτη και κατάπτυστη ανακοίνωση, ενώ δεν θα πρέπει να νιώθουν υπερήφανοι όσοι δημοσιογράφοι την μετέδωσαν. Ντροπή και όνειδος, ντροπή!
Να γυρίσουμε στις ελληνοαλβανικές σχέσεις. Εκτός των δικαιωμάτων των Ελλήνων της Βορείου Ηπείρου, προϋπόθεση για την ανάπτυξη μιας στρατηγικής σχέσης είναι και το οριστικό κλείσιμο του λεγόμενου «Τσαμικού», με καταβολή αποζημιώσεων για τις περιουσίες σε εκείνους που δικαιούνται με βάση το εθνικό και το διεθνές δίκαιο.
Αν δεν ξεκαθαριστούν αυτά και αν δεν τεθούν σε μια ξεκάθαρη και υγιή βάση οι ελληνοαλβανικές σχέσεις, τα φαινόμενα όπως η δολοφονία του Κατσίφα από την αλβανική αστυνομία θα συνεχιστούν, γιατί τελικός στόχος των Τιράνων είναι η εξάλειψη του ελληνισμού από τη Βόρειο Ήπειρο, που επαναλαμβάνουμε είναι μια καθαρά ελληνική περιοχή στην αλβανική επικράτεια. Φυσικά εξυπακούεται ότι όπως απαιτούμε σεβασμό των δικαιωμάτων της ελληνικής μειονότητας, σεβόμαστε και τα σύνορα μεταξύ των δύο χωρών.
Πάντως πρέπει να τονιστεί και να υπογραμμιστεί ότι εάν η αλβανική αστυνομία και η αλβανική κυβέρνηση είχαν τη βεβαιότητα ότι η αντίδραση της Ελλάδας θα ήταν ιδιαίτερα σκληρή για τη δολοφονία, σήμερα ο Κατσίφας θα ζούσε και θα δικαζόταν σε αλβανικό δικαστήριο για τα αδικήματα που διέπραξε.
Οι Αλβανοί τον σκότωσαν «σαν το σκυλί στ’ αμπέλι» και πρέπει να πληρώσουν – και μάλιστα ακριβά.
Για παράδειγμα, εάν όταν ο Ράμα έκανε εκείνη την απαράδεκτη δήλωση για τη δολοφονία του Κατσίφα, ο Έλληνας πρωθυπουργός δήλωνε με θάρρος ότι «Η Ελλάδα θα βάλει βέτο στην ευρωπαϊκή προοπτική της Αλβανίας αν συνεχίζει να παραβιάζει τα δικαιώματα της ελληνικής μειονότητας της Βορείου Ηπείρου», αυτό θα ήταν ένα ηχηρό μήνυμα όχι μόνο προς τα Τίρανα, αλλά και προς όλες της ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
Αν δεν επιδιώξει και δεν απαιτήσει η ελληνική κυβέρνηση από την αλβανική να σεβαστεί τα δικαιώματα και του τελευταίου Έλληνα της Βορείου Ηπείρου, τότε η διαδικασία συρρίκνωσης του ελληνισμού θα συνεχιστεί σ’ αυτήν την ιστορική περιοχή, και η Ελλάδα θα γίνει για μια ακόμα φορά «ρεζίλι των σκυλιών», κατοχυρώνοντας τον τίτλο της πλέον ανυπόληπτης χώρας της Ευρώπης, που τον έχει κερδίσει ήδη με την πολιτική ανοιχτών συνόρων που υιοθέτησαν από το 2015 οι κυβερνώντες.