Κύπρος και Μεγάλη Βρετανία έχουν πολλές και ιδιαίτερες σχέσεις. Η πρώτη υπήρξε αποικία της δεύτερης. Η αποικιοκρατία, η οποία ουσιαστικά άρχισε το 1878 μετά από ενοικίαση της Κύπρου από την τουρκική Οθωμανική Αυτοκρατορία, έληξε με την κολοβή ανεξαρτησία της Κύπρου το 1960. Οι Κύπριοι διαχρονικά παραπονούνταν ότι η Μεγάλη Βρετανία κατά την περίοδο κατοχής της Κύπρου ενδιαφερόταν περισσότερο για τα συμφέροντά της παρά για την πρόοδο της Κύπρου και του λαού της.
Γεγονός παραμένει ότι μετά την Τουρκοκρατία οι Ελληνοκύπριοι πίστεψαν ότι θα ακολουθούσε και θα κάλυπτε την Κύπρο ο αέρας ελευθερίας που άρχισε να πνέει ανά το παγκόσμιο.
Όμως, παρά τις οικονομικές και πολιτιστικές σχέσεις που αναπτύχθηκαν μεταξύ των δύο λαών, οι Ελληνοκύπριοι έθεταν ως πρώτη προτεραιότητα την ένωση με την Ελλάδα, με την οποία την συνέδεαν ιστορία, γλώσσα και πολιτισμός.
Αντίθετα, η Μεγάλη Βρετανία θέτουσα υπεράνω των εθνικών στόχων των Ελληνοκυπρίων, που αποτελούσαν το 80% του πληθυσμού της Νήσου, τα στρατηγικά της συμφέροντα, και εφαρμόζοντας το γνωστό της… όπλο «διαίρει και βασίλευε», χρησιμοποίησε τους Τουρκοκύπριους που ήσαν το 18% του πληθυσμού για να λύσει το Κυπριακό Πρόβλημα το 1960 με τις συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου, και μέσω της λύσης εξασφάλισε «κυρίαρχες στρατιωτικές βάσεις».
Είναι παράξενο, αλλά ιστορικά αληθές, ότι παρά την πολιτική της κυβέρνησης της Μεγάλης Βρετανίας κατά τη διάρκεια της αποικιοκρατίας που απογοήτευσε τους Κύπριους και ενώ ο τρόπος διεξαγωγής του απελευθερωτικού αγώνα από τους Κύπριους το 1955-1959 ενόχλησε τους Βρετανούς, οι λαοί των δύο χωρών ανέπτυξαν και διατηρούν ακόμη και σήμερα ιδιαίτερη συμπάθεια και φιλία. Οι Κύπριοι μεταναστεύουν στη Μεγάλη Βρετανία, επηρεάζονται από τον αγγλικό τρόπο ζωής, σπουδάζουν στα βρετανικά πανεπιστήμια και πολεμούν παρά το πλευρό των Βρετανών και στους δύο Παγκόσμιους Πολέμους.
Η Κύπρος είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τη συγκατάθεση και της Μεγάλης Βρετανίας, και οι σχέσεις Κύπρου και Βρετανίας θα διατηρηθούν και μετά το Brexit και έχουν τη δυνατότητα να αναπτυχθούν ακόμη περισσότερο μέσω της Κοινοπολιτείας.
Οι οικονομικές σχέσεις των δύο χωρών είναι σταθερές, και οι Βρετανοί κατά προτίμηση κάμνουν τις διακοπές τους στην Κύπρο.
Ως γνωστό η Μεγάλη Βρετανία μαζί με την Ελλάδα και την Τουρκία αποτελούν τις τρεις εγγυήτριες δυνάμεις της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η Μεγάλη Βρετανία, ιδιαίτερα, έχει πάρει ανταλλάγματα με την εκχώρηση βάσεων, και ως εκ τούτου η εγγύησή της την επιβαρύνει και με πρόσθετες υποχρεώσεις. Ποιος όμως υπήρξε ο ρόλος της Μεγάλης Βρετανίας κατά την εισβολή της Τουρκίας το 1974 στην Κύπρο, προφασιζόμενη δικαιώματα δυνάμει της εγγυήσεως παρόμοιας εκείνης της Μεγάλης Βρετανίας;
Η Μεγάλη Βρετανία ως εγγυήτρια δύναμη της Κυπριακής Δημοκρατίας τήρησε στάση Πόντιου Πιλάτου, και κατ’ άλλους βοήθησε την εισβολή. Στη συνέχεια, όπως και οι Αμερικανοί, τίποτε το ουσιαστικό δεν έπραξε για να τερματιστεί η κατοχή του 37% της Κύπρου και να βρεθεί μια δίκαιη λύση του Κυπριακού. Απλά πρωτοστάτησε στο γνωστό ψήφισμα για λύση με διάλογο μεταξύ των δύο κοινοτήτων με τις καλές υπηρεσίες του Γ.Γ. των Ηνωμένων Εθνών, αλλά πέραν τούτου ανέχτηκε την απαράδεκτη συμπεριφορά της Τουρκίας και επέτρεψε να παρατείνεται η εκκρεμότητα με την Τουρκία να εδραιώνει τα τετελεσμένα. Τους αναγνωρίζουμε βέβαια ορισμένες γνωστές αποφάσεις σε ό,τι αφορά καίρια θέματα, όπως τα ενεργειακά δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΑΟΖ της Κύπρου, τη διατήρηση της UNFICYP και την υποστήριξη του διαλόγου.
Όμως η Μεγάλη Βρετανία πρέπει να πράξει πολύ περισσότερα για να απαλλαγεί στις συνειδήσεις των Κυπρίων από την «αμαρτωλή» της στάση κατά την εισβολή, αλλά και να διατηρήσει τις στρατιωτικές βάσεις χωρίς αμφισβήτηση ενόψει και της γνωστής θέσης των Ηνωμένων Εθνών περί μη νομιμότητας διατήρησης πρώην αποικιακών εδαφών.
Εν πάση περιπτώσει οι βάσεις είναι πολύ πιο χρήσιμες και αποτελεσματικές για τους ίδιους τους Βρετανούς, αν περιστοιχίζονταν από φίλο κυπριακό λαό, παρά την αμφιβόλου φιλία του τουρκικού επεκτατισμού.
Η διπλωματία της πονηρής Αλβιώνος είναι παγκόσμια γνωστή για την ικανότητά της, και ασφαλώς δεν της διέφυγε ο χειρισμός που έτυχαν οι Αμερικανοί για τις αμερικανικές βάσεις στην Τουρκία. Η περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου μετά την ανακάλυψη των υδρογονανθράκων κατέστησε τις βάσεις ακόμη πιο αναγκαίες για τα βρετανικά συμφέροντα, και αυτά της τα συμφέροντα συμπίπτουν με τα συμφέροντα της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Η Κυπριακή Δημοκρατία ενδιαφέρεται για μια λύση του Κυπριακού που η Κύπρος να είναι κανονικό κράτος (όπως προνοεί και το πλαίσιο Γκουτέρες), χωρίς εγγυήσεις και τουρκικό στρατό. Μια λύση που να σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα όλων των Κυπρίων. Μια λύση που να είναι σταθεροποιητικός παράγων στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Την ίδια λύση χρειάζεται και η Μεγάλη Βρετανία για να μπορεί να γίνει αποτελεσματικός παίκτης. Δεν της ταιριάζει ο ρόλος του Πόντιου Πιλάτου, δεν τη συμφέρει ο έλεγχος της Κύπρου με οποιονδήποτε τρόπο από την Τουρκία.
Εάν η Μεγάλη Βρετανία πραγματικά στηρίζει την Κύπρο, μια χώρα της Κοινοπολιτείας, εάν πράγματι εννοεί τις διακηρύξεις για φιλία με την Κύπρο, τώρα είναι η ώρα να το αποδείξει. Να στηρίζει μια ορθή λύση του Κυπριακού. Η Κύπρος την χρειάζεται. «A friend in need is a friend indeed» («Ένας φίλος σε ώρα ανάγκης είναι πραγματικός φίλος»). Η Μεγάλη Βρετανία ως εγγυήτρια δύναμη έχει υποχρεώσεις τις οποίες πρέπει να αναλάβει.
Ανδρέας Παπαγεωργίου
Δικηγόρος, πρώην υπουργός