Ο Σύλλογος Ποντίων Νυρεμβέργης καλωσορίζει την 5η έκδοση του Ροδάφνου του Κώστα Διαμαντίδη και την διανέμει με αποκλειστικότητα στη Γερμανία, έναντι προνομιακής τιμής και αφοσίωσης στις ψευδαισθήσεις του. Ο Σύλλογος Ποντίων Νυρεμβέργης αναγνωρίζει στη μοναδιαία ιδιωματική του Ροδάφνου τη σημειολογία του Βιτρούβιου Ανθρώπου, στην απελπισία του να εντοπίσει τους εναπομείναντες πολιτισμούς στο κοινό των Ποντίων.
Ευγενικέ αναγνώστη, κόπιασε…
Οι μεταπολεμικές δεκαετίες βρήκαν την Ελλάδα αναγκασμένη να στοιβάζει σκελετούς στην ντουλάπα της. Το μετεμφυλιακό πάθος, η ξενοκίνητη κηδεμονία, ο δύσβατος βιοπορισμός, ο πειθαναγκασμός της ξενιτιάς, η πλάνη της αστυφιλίας, η μισαλλοδοξία στην πολιτική και η κοινωνικοταξική ανισότητα την καθιστούσαν χώρα καταφρόνησης και καχεξίας.
Σ’ ένα χωριό της ΚΔ Μακεδονίας οι κάτοικοί του, πρόσφυγες του Πόντου, έχουν συνάμα τους αποκλειστικούς τους δαίμονες. Το νόστιμον ήμαρ, ο εθνοτισμός, η αλληλεπίδραση με τους γηγενείς πολιτισμούς, η στερεοτυπική καθημερινότητα, ο διάλογος με τον έρωτα, τη χαρά και το θρήνο, ο λεηλατημένος μόχθος, οι ιαματικές σημειολογίες του προγονικού οίκου, ο μονόδρομος της φυγής…
Στον παραπάνω καμβά ο Κώστας Διαμαντίδης, αριστοτέχνης ποιητής και λογοτέχνης του ιδιωματικού λόγου, επιλέγει πυκνή αφηγηματική ύφανση τιθασεύοντας με εξωπραγματική δεινότητα το λυρισμό της ρωμιολαλιάς του Πόντου, βαθαίνοντας τα ίχνη των μεντόρων του Στάθη Χριστοφορίδη και Φίλωνα Κτενίδη* στον ηθογραφικό και λυρικό κανόνα.
Ο φακός του αιχμαλωτίζει ντοκιμαντερίστικα όχι μόνο το βίο, αλλά και την παρασημαντική των ηρώων του, προδίδοντάς την ως ξενιστή της διαλεκτικής κοσμογονίας του.
Γεγονότα και θρύλοι, βιώματα και ελπίδες, οράματα και αυταπάτες, ιδέες και ενοχές, εμπνεύσεις και έργα, ταξίδια φυσικά και πνευματικά, ο Πόντος και ο κόσμος, το πρότυπο του μελλούμενου πολίτη, έννοιες-θεριά ενορχηστρώνονται μαεστρικά από τον Διαμαντίδη στη δική του Αναφορά στον Γκρέκο.
Το σκανδαλιστικό και κατά ριπάς ιδιωματικό χιούμορ του διηγήματος, πικρόσοφο και αυτοσαρκαστικό, απότοκο της ώσμωσης των λαών και του βιότοπου των Ρωμιών του Πόντου στη χώρα της Τραπεζούντας, ίδια η σημειολογία της οργής τους, ίδια η άρνηση της Ανταλλαγής, ίδια η αρμονική του αριστοφανικού Τρόπου και Ύφους, φροντίζει την παίδευση του αναγνώστη με την απελεύθερη γνώση και τα καταγωγικά ερωτήματα. Ο Διαμαντίδης μάς συστήνει λησμονημένους χαρακτήρες του αγροτικού βίου στα ποντιοχώρια της Μακεδονίας που βιάζονται να εξομολογηθούν, ν’ αποστάξουν αιώνες και να διαγκωνιστούν για την προσοχή μας.
Ο Κώστας Διαμαντίδης σε παλαιότερη εκδήλωση (φωτ.: Ποντιακός Σύλλογος Κατερίνης «Παναγία Σουμελά»)
Ο κεντρικός ήρωας του διηγήματος, ο Κωνσταντίνος, κυρίαρχο αλληγορικό εργαλείο της διήγησης, νέος, μορφωμένος, ανήσυχος και ορθολογιστής πολίτης στο χρονικό μεταίχμιο του ζόφου με την ελπίδα, ισορροπεί στον ατέρμονο διάλογο της Λογικής με τον εσωτερισμό.
Οι πασαδόροι συμπρωταγωνιστές του, με τις αυτάρκεις, απρόσμενα πολιτίκ διαστάσεις τους, τολμηροί, μοιραίοι, οξύνοες και αιρετικοί τ’ ανάντι σε ταμπού και δόγματα της εποχής τους, στρατεύονται σε σύντομα σπονδυλωτά στιγμιότυπα, οδεύοντας την οριζόντια σκόπευση του κινηματογραφιστή τους στη θέωση του ατελέσφορου υπερβατικού έρωτα.
Το διήγημα, με μοναδική τη σπανιότητα της ιδιωματικής του γλώσσας, άριστο εγχειρίδιο του λαογράφου, μήπως και βιβλιογραφία του ακαδημαϊκού, αποκαλύπτει τον βαθύ πλούτο, την εμπειρία και πρεσβευτική δεξιότητα της γλώσσας των Ποντίων.
Τροχοδρομώντας με ασφάλεια στο εντριβές λογοτεχνικό εύρημα της αλληγορίας του ροδάφνου-δένδρου, αναμετριέται εξαγνιστικά με τις χίμαιρες των δογματισμών και της εθνοϊδεοληψίας που διατρέχει αήττητη μέχρι σήμερα τη συγκρότηση των κοινωνιών μας.
Ροδάφνον (φωτ.: Χριστίνα Κωνσταντάκη)
Ο Διαμαντίδης, με αυτοπεποίθηση για το ευφυές χιούμορ του, κοινωνεί την προνομιακή ηδονή της μοναξιάς του ανατέμνοντας τις περσόνες του Ροδάφνου, καθαγιάζοντας τις αρετές και ξορκίζοντας τα πάθη τους, αυτοβιογραφούμενος παράδοξα στην καθεμιά τους ξεχωριστά, αποκαλύπτοντας τη βασανιστική εγκαταβίωση της ασκητικής ποντιοσύνης του. Κεντάει με μαεστρία γραμματικά και συντακτικά φαινομένα, καλολογικές πλοκές λέξεων, θυμοσοφημάτων και παροιμιών, διασώζει έθιμα και δοξασίες, περιγραφές του ατομικού, κοινωνικού και βουκολικού βίου, χαρτογραφεί το νου και εντοπίζει την ανθρωπογεωγραφία των χαρακτήρων του σαν ανταποκριτής του χωροχρόνου, σαν αλχημιστής του θυμικού.
Άλλωστε η ποντιακή γλώσσα, όπως κάθε ιδιωματικός λόγος αφ’ εαυτού, ως εργαλείο σκέψης, αποκαλύπτει την αρχιτεκτονική των κυτταρικών αναμνήσεων και της αρχέγονης μανιέρας του φορέα της.
Επικαιροποιεί αέναα την πρόθεση και δίνει άλλοθι στην ειλικρίνεια των προσώπων, τα οποία στο Ροδάφνο αποφωνούν την κοσμοθεωρία του συγγραφέα.
Είμαστε πεισμένοι, μάλιστα, πως ο Διαμαντίδης εκφωνεί το Ροδάφνο παρά το συγγράφει. Το απευθύνει σε ραδιοφωνικό ακροατήριο με θεατρικότητα, προσωδία και μοναδιαία ευφράδεια στην ποντιακή, με την έπαρση του ιδιοκτήτη της…
ΣΠΝ Cardinal Bessario
Νυρεμβέργη, έβγαν Χορτοθερή
___
* Στάθης Xριστοφορίδης, Φίλων Κτενίδης: Λογοτέχνες της πρώτης προσφυγικής γενιάς των Ποντίων.